Ο Πάνος Ρούτσι, ο πατέρας που διεκδίκησε το αυτονόητο δικαίωμα να μάθει πώς και από τι πέθανε το παιδί του στα Τέμπη, βγήκε νικητής από έναν άνισο, εξουθενωτικό και υπαρξιακό αγώνα απέναντι σε μια κρατική μηχανή που επέλεξε να σιωπά, να περιφρονεί και να αργοπορεί. Παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις που έλαβε, συνέχισε την απεργία πείνας μέχρι να κρατήσει στα χέρια του την επίσημη εισαγγελική παραγγελία για τη διενέργεια τοξικολογικών εξετάσεων. Και μόνο τότε σταμάτησε.
Ο αγώνας του απογυμνώνει την εξουσία από την επίφαση λογικής και αποκαλύπτει τις αντοχές, τις ελλείψεις και τις αντιφάσεις ενός πολιτικού συστήματος που έχει ξεχάσει πώς είναι να λογοδοτεί. Από τη σωματική του φθορά προέκυψαν τρία πολιτικά μαθήματα – τρεις κραυγές αλήθειας.
1. Όταν ούτε ο λόγος του κράτους δεν αρκεί
Η απόφαση του Πάνου Ρούτσι να συνεχίσει την απεργία πείνας, παρά τις υποσχέσεις, μέχρι να «το δει γραμμένο», είναι μια γροθιά στην αναξιοπιστία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Όταν ο πολίτης δεν εμπιστεύεται πια ούτε το κράτος, ούτε τις δηλώσεις των θεσμικών εκπροσώπων του, τότε η ίδια η έννοια του κοινωνικού συμβολαίου έχει καταρρεύσει.
Το μήνυμα ήταν ηχηρό: ο λόγος του κράτους δεν έχει πια καμία αξία χωρίς αποδείξεις. «Μπορεί να κάνουν μπαγαποντιά μέχρι την τελευταία στιγμή», λένε οι υποστηρικτές του. Και έχουν δίκιο. Η συσσωρευμένη δυσπιστία απέναντι σε ένα κράτος που μοιάζει να λειτουργεί μόνο για να προστατεύει τους ισχυρούς, δεν γεννήθηκε στην υπόθεση Ρούτσι — αλλά εκεί κορυφώθηκε.
2. Το αυτονόητο ως απειλή
Ο τρόπος με τον οποίο το Μέγαρο Μαξίμου αντιμετώπισε το πιο ανθρώπινο αίτημα του κόσμου – το αίτημα ενός γονιού να μάθει πώς πέθανε το παιδί του – ήταν κυνικός, αυταρχικός και απροκάλυπτα απάνθρωπος. Δεν ήταν ένα πολιτικό αίτημα. Δεν ήταν ιδεολογική αντιπαράθεση. Ήταν μια κραυγή πένθους, μια απαίτηση διαφάνειας, μια πράξη μνήμης.
Κι όμως, η κυβέρνηση επέλεξε να τη δει σαν εχθρική πράξη. Αντί να ανταποκριθεί άμεσα, να επιδείξει ενσυναίσθηση, να αναλάβει ευθύνες, κρύφτηκε πίσω από μια γραφειοκρατία που κατέληξε να γίνεται εργαλείο καθυστέρησης και απαξίωσης.
Την ίδια στιγμή, η κρατική Δικαιοσύνη —που όφειλε να λειτουργεί ως ανεξάρτητος θεσμός— αρκέστηκε να επαναλαμβάνει τα κυβερνητικά επιχειρήματα. Δεν εξέτασε το αίτημα επί της ουσίας, δεν λειτούργησε ως ανάχωμα. Κι αυτό είναι το πιο ανησυχητικό: όταν η Δικαιοσύνη ξεχνά τον ρόλο της, η Δημοκρατία μπαίνει σε βαθύτατη κρίση.
3. Ο Δαβίδ νίκησε τον Γολιάθ
Ο Πάνος Ρούτσι δεν είναι επαγγελματίας ακτιβιστής. Δεν εκπροσωπεί κόμματα. Δεν είχε μηχανισμούς να τον στηρίζουν. Ήταν ένας απλός, πονεμένος πολίτης, που βρέθηκε απέναντι σε μια κρατική μηχανή με αδιανόητους πόρους και ισχύ. Και νίκησε. Γιατί είχε το δίκιο, το ήθος, την αποφασιστικότητα.
Η στάση του φωτίζει τη βίαιη ασυμμετρία ανάμεσα στην κοινωνία και την εξουσία. Την ώρα που τα κυβερνητικά μέσα τον λοιδορούσαν, που πρόσωπα σαν τον Άρη Πορτοσάλτε μιλούσαν για «τσαντιροκατάσταση» στο Σύνταγμα, εκείνος έδινε έναν αγώνα που θύμιζε στους πολίτες ποια είναι τα όρια της αξιοπρέπειας. Και πώς κατακτώνται ξανά τα δικαιώματα που θεωρούσαμε δεδομένα.
Πέρα από τον Ρούτσι, η κοινωνία: Να μην ξεχάσουμε
Η υπόθεση Ρούτσι δεν αφορά μόνο τον ίδιο. Αφορά όλους μας. Τη σχέση μας με την αλήθεια, με τη μνήμη, με την αξίωση δικαιοσύνης. Την απαίτηση να σταματήσει επιτέλους το πέπλο συγκάλυψης γύρω από το έγκλημα των Τεμπών.
Η κοινωνία παρακολούθησε έναν πατέρα να λιποθυμά στο Σύνταγμα και να επανέρχεται με πείσμα, μόνο και μόνο για να διαβάσει σε ένα χαρτί αυτό που του οφείλει το κράτος από την πρώτη στιγμή. Και η εικόνα αυτή δεν πρέπει να ξεχαστεί. Είναι το καθρέφτισμα ενός κράτους που έχει χάσει την ψυχή του — και ενός πολίτη που την αναζήτησε με τίμημα το σώμα του.
Ο επίλογος του αγώνα είναι η αρχή μιας ευθύνης
Ο Πάνος Ρούτσι μάς υπενθύμισε το εξής: με αγώνα κατακτάμε τα δικαιώματά μας. Και με αγώνα πρέπει να τα προστατεύουμε. Ο ρόλος της πολιτείας δεν είναι να μετατρέπει τα ανθρώπινα αιτήματα σε ενοχλητικές παρεμβολές. Είναι να τα ακούει, να τα ενσωματώνει, να τα σέβεται.
Η νίκη του δεν είναι το τέλος μιας διαμαρτυρίας. Είναι η αρχή της συλλογικής απαίτησης για Δικαιοσύνη στα Τέμπη — και όχι μόνο. Είναι το κάλεσμα για μια άλλη Δημοκρατία: με αξιοπρέπεια, διαφάνεια και εμπιστοσύνη.
Μπορεί ο Γολιάθ να είναι πανίσχυρος. Αλλά ο Δαβίδ έδειξε ξανά τον δρόμο.
Δεν μπορούν όλοι να πληρώσουν. Και το σεβόμαστε.
Αν βρίσκεσαι σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, συνέχισε να μας διαβάζεις δωρεάν. Η ενημέρωση πρέπει να παραμένει προσβάσιμη για όλους.
Αν όμως μπορείς, στήριξέ μας σήμερα. Ορίστε δύο καλοί λόγοι για να το κάνεις:
- Η στήριξή σου ενισχύει άμεσα την ποιότητα και την ανεξαρτησία της δημοσιογραφίας μας.
- Κοστίζει λιγότερο από έναν καφέ και η διαδικασία διαρκεί λιγότερο από 1 λεπτό.
Επίλεξε σήμερα να γίνεις συνδρομητής ή δωρητής.
Σας ευχαριστούμε θερμά.



