13.8 C
Chania
Friday, December 6, 2024

Η ΠΑΠΑΔΙΑ

Ημερομηνία:

Της Ιωάννας Σφακιανάκη

(Μια αφήγηση που πηγάζει από ιστορικά γεγονότα)…

Μες τη νύχτα μια γυναίκα τυλιγμένη με τη εσάρπα της βαδίζει βιαστικά. Τα παπούτσια της έλιωσαν στα κακοτράχαλα και τα πόδια της δεν τη βαστούν πια…Έρχεται από μακριά… Ξεκίνησε αχάραγα και βιάζεται να φτάσει στο Μεγάλο Κάστρο. Τρέχει να προλάβει… Ο άντρας της έμαθε, ερρίφθη από ψηλά στο Κάστρο του Κουλέ κι έσπασε τα ποδάρια του. Κλαίει βουβά και παρακαλά την Παναγιά να τον κρατήσει ζωντανό. Τι θα κάνει Θεέ μου μονάχη χωρίς αυτόν; Τι θα γίνουν τα παιδιά της; Ποιος θα τα προστατέψει αν χάσει τον πατέρα τους; Πριν μέρες έμαθε τον τραγικό χαμό του αδερφού της. Και τώρα;… Δεν θ’ αντέξει άλλο πλήγμα!!

Πίσω της σαν σκιές τρία παλικαράκια τρέχουν κι αυτά…

-Μάνα στάσου… να ξαποστάσουμε λίγο… λένε δειλά…

-Τρεχάτε αγόρι μου… τρεχάτε, μη με καθυστερείτε κι εσείς… τους λέει και κρύβει το λυγμό της.

Βράδιαζε πια. Φτάσανε στο Μεγάλο κάστρο. Η κυρά Χρυσάνθη η παπαδιά (η Ανθή όπως την έλεγε χαϊδευτικά ο παπάς, ή Χρυσή θυγατέρα του Ανδρέα Βλάχου όπως την ήξεραν στα Σφακιά) και τα τρία της αγόρια. Τον Ανδρέα της 8 χρόνων τον Γιαννιό της 7 και τον μικρότερο τον Γιώργη-Νικολάκη της μόλις στα 5 του. Η θυγατέρα της η μεγαλύτερη, έμεινε στα Σφακιά κοντά στην οικογένεια του άντρα της του Χούρδου. Ήταν δεν ήταν στα 12 η Φιαγκούσα όταν την εμπιστεύτηκε ο παπάς στην οικογένεια του μπιστικού του φίλου του γερο Χούρδου για να μην την καπινιάσουν οι Τουρκαλάδες. Θα την έδινε νύφη σε κάποιον από τους γιους του ο Χούρδος αργότερα, προκειμένου να μην εξισλαμίσουν το κορίτσι και βρεθεί σε τίποτα αγάδικα χαρέμια. Ζήτησαν ακρόαση από τον Πασά του Κάστρου. Τον Γαζή Χουσεΐν Πασά. Ζήτησαν ακρόαση κι από τον Δεφτεντάρη του (γραμματικό, αρχιλογιστή) τον Αμπλού Αχμέτ. Αυτός είχε πάρει γυναίκα του πριν από λίγο καιρό την ανεψιά της τη Μαρία. Κόρη του αδερφού της του Γιάννη.

Εκείνος, ο Πασάς του Μεγάλου Κάστρου έμαθε για την επιμονή της παπαδιάς να τον συναντήσει. Του ζήτησε κι ο ντεφτεντάρης του τη χάρη να την ‘δεί μια στιγμή την κακορίζικη… Είχε σε εκτίμηση κι αυτόν το σκύλο τον αδερφό της το Δάσκαλο το Γιάννη που τόλμησε και του σήκωσε παντιέρα. Μπορεί να έκαμε μεγάλη ζημιά στ’ ασκέρια του μα ήταν παλικάρι ο άπιστος σκέφτηκε… Ο Αλάχ να τον συγχωρέσει…

Η παπαδιά στάθηκε παλικάρι ‘μπρός το Μεγάλο Πασά. Πριν λίγο έμαθε σαν περίμενε να την δεχτεί ο πασάς πως ο Παπά-Μιχελής… ο δικός της παπάς… ο αγαπημένος της άντρας δεν ζει πια…

Δεν πρόλαβε!!! Άργησε!!! Τον τιμώρησαν!!!

Κατέρρευσε η Χρυσάνθη… Κάθισε κάτω, στα σκαλιά του Κάστρου…Τα παλικαράκια της βουβά στριμώχτηκαν δίπλα της σαν τρεμάμενα πουλάκια. Έκλαιγαν κι έσφιγγαν τη φούστα της μάνας τους.

-Μάνα μην κλαις, ψέλλιζαν…

-Τι θα γίνει τώρα; είπε ο Ανδρέας…

Η δόλια η μάνα δεν είχε απάντηση να του δώσει…

Ο παπάς πήγε να δραπετεύσει από το φρούριο που ήταν φυλακισμένος, μαζί με άλλους Σφακιανούς. Τσακίστηκε στα βράχια όταν ερρίφθηκε από τον πύργο του Κάστρου κι έσπασε και τα δυο του ποδάρια. Μεγαλόσωμος όπως ήταν και βαρύς μόλις στα 48 του, δεν άντεξε τις κακουχίες που πέρασε, δεν τον κράτησαν οι δυνάμεις του. Ο παπά Μιχελής… ο Μιχελιουδόπαπας όπως τον ήξεραν όλοι στα Σφακιά, καταγόταν από τη μεγάλη οικογένεια των Παπαμιχελάκηδων με παράδοση στην ιερωσύνη, ήταν εφημέριος στην εκκλησία του Άη Γιάννη στο χωριό του.

Στον Άγιο Ιωάννη Σφακίων !!! Ένα χωριουδάκι 5 χιλιόμετρα μετά την Αράδαινα… Η Αράδαινα με το μεγάλο φαράγγι. Αρά… Η Αρά του φάραγγα έφαγε τόσα κορμιά… Αυτή η αρά έδωσε το όνομα στην Αράδαινα… Και τώρα η αρά, από το καταραμένο φαράγγι που άφησε να περάσουν οι άπιστοι Αγαρηνοί κατατρέχει όλα τα Σφακιά. Τα ξεπάτωσαν τα Σφακιά συθέμελα… δεν άφησαν δεντρό δεν άφησαν σπίτι, χωράφι και μετόχι να μην τα κάψουν οι τρισκατάρατοι μπουρμάδες!

Εκεί στον Άη Γιάννη γεννήθηκε το 1723, εκεί μεγάλωσε κι ανδρώθηκε ο παπα-Μιχελής. Ένα χρόνο μικρότερος από τον παιδικό του φίλο τον Ανωπολίτη Γιάννη Βλάχο ή Ανδρουλουδάκη (γιο του Ανδρέα) που λόγω της μόρφωσης του, ακούγεται Δασκαλογιάννης στα Σφακιά. Εκεί παντρεύτηκε και την αγαπημένη του Ανθή την αδερφή του φίλου του. Μαζί μεγάλωσαν με τον Γιάννη. Εκεί είδαν το φως του ήλιου και τα τέσσερα παιδιά του. Η θυγατέρα και οι τρεις μικρότεροι γιοί του.

Κι ήταν τόσο περήφανος και για τους τρεις… Ο πρώτος είχε το όνομα του πατέρα της Ανθής του. Ανδρέας!!! Ο σεβάσμιος Ανδρέας Βλάχος που ήταν γιος του Νικολάκη γενάρχη των Βλάχων. Ο δεύτερος είχε το όνομα του αγαπημένου φίλου και συνοδοιπόρου του, του Γιάννη. Ιωάννης!!! Αυτός του έβαλε το λάδι άλλωστε… ο Γιάννης ο δάσκαλος. Κι ο τρίτος ο μικρούλης του είχε το όνομα του δικού του πατέρα. Του καπετάν Γιώργη αλλά και του Χατζή Νικολάκη, του μεγάλου αδερφού της Χρυσάνθης και του χαμένου ανεψιού της. Ο Δασκαλογιάννης έχασε ένα γιο τον Νικολάκη και ο παπάς τίμησε τον κουνιάδο του Χατζή Νικολό, αλλά και το χαμένο ανηψάκι Νικολάκη δίνοντας στον μικρότερο γιο τους το δεύτερο όνομα. Γεώργιος-Νικόλαος!!!

Δεν ήθελε ο παπάς να δυσαρεστήσει και τον μεγαλύτερο κουνιάδο του που τον σεβόταν τόσο πολύ. Εξ άλλου ήταν και το όνομα του προστάτη των θαλασσών, του Άη Νικόλα και τους γιους του τους προόριζε για καπεταναίους ο παπάς… Στα μπρίκια των συγγενών του. Τέσσερα είχε ο Δάσκαλος κι άλλα τόσα ο μπατζανάκης του ο Μανώλης ο Νομικός. Κριαρά τον έλεγαν όλοι… Κριαρά τον ήξεραν από τότε που μικρό κοπέλι καβάλησε τον Κριγιό σαν μουλάρι κι έτρεχε στα σοκάκια της Ανώπολης! Ήταν ο άντρας της κουνιάδας του της Κατίγκως. Η Κατίγκω… πόσο την αγαπούσε ο παπάς… η αγαπημένη, μικρότερη αδερφή της Χρυσάνθης του. Είχε κι αυτή έναν γιο με τον Μανώλη, τον Αντρουλή!

Και τώρα οι σκύλοι, οι αλλόθρησκοι τύραννοι τον κρέμασαν, αφού τον έγδαραν πρώτα, στους Εφτά Μπαλτάδες. Στη συνοικία που πήρε τ’ όνομα της από τα εφτά τάγματα των γενίτσαρων, που πολιορκώντας την πόλη 23 ολόκληρα χρόνια έστησαν εκεί στον προμαχώνα τα σύμβολά τους. Τους εφτά μπαλτάδες που σήμαιναν Τσεκούρι και θάνατος στους άπιστους. Για να ευχαριστήσουν μάλιστα το πλήθος των φανατικών μουσουλμάνων που ήρθε να παρακολουθήσει την εθνική διασκέδαση, αφού τον έσυραν απ’ τις μασχάλες δυο δεσμοφύλακες στις πέτρες και στα κακοτράχαλα σοκάκια του Χάνδακα με τα πόδια του να κρέμονται και να σφαδάζει στους πόνους άρχισαν να ξηλώνουν τα γένια και τα μαλλιά του.

Μαζί έπαιρναν και κομμάτια δέρματος από το πρόσωπο και την κεφαλή του. Τον περιποιήθηκαν ανάλογα σαν έμαθαν τη συγγένεια που είχε με το Δάσκαλο, σαν έμαθαν πως ήταν απ’ τους πρώτους που συμφώνησε με τα σχέδια του φίλου και γυναικάδελφου του. Ο παπά Μιχελής ήταν από τους πρωτεργάτες της επανάστασης στα Σφακιά. Δυο χρόνια ετοίμαζαν την εξέγερση των επαρχιών στα Χανιά και στις γύρω περιφέρειες με τον Γιάννη το Βλάχο, με τον αδερφικό του φίλο και συχωριανό του τον Χούρδο, που έμελλε να γίνει και συμπέθερος του, με τον Γιάννη τον Μπουνάτο απ’ την Αράδαινα, τον Μανούσακα της Ίμπρου, τον Μπούρμπαχη του Ασφένδου, τον Γεωργακομάρκο του Καλλικράτη και τους άλλους… Και σαν παραδόθηκε ο Δασκαλογιάννης έπιασαν κι αυτούς.

Σαν έμαθαν την φρικτή κατάληξη του Δασκαλογιάννη ημέρα Παρασκευή, στις 17 του Ιούνη του 1771, απογοητεύτηκαν. Δεν υπήρχε σωτηρία γι’ αυτούς πια. Τρεις μήνες μετά, νύχτα σε νύχτα κατάφεραν να σπάσουν ένα σημείο στον πύργο που κρατούνταν κι άρχισαν ένας-ένας να πέφτει και να κρέμεται από τα τείχη στα βράχια. Όμως ο τραγικός μας ήρωας ο Μιχελιουδόπαπας δεν τα κατάφερε… Μαρτύρησε τρομερά ο άμοιρος ο παπά-Μιχελής και έμεινε κι αυτός στο Πάνθεον των ηρώων για πάντα. Πιο κάτω από τη συνοικία των Εφτά Μπαλτάδων η πολιτεία τον τίμησε και έδωσε έναν δρόμο με τ’ όνομα του. “Οδός Μιχελιδόπαπα“. Όχι πολύ μακριά από την “Πλατεία Δασκαλογιάννη” που πολλοί γνωρίζουν, αλλά λίγοι ξέρουν την ιστορία αυτού του μεγάλου ήρωα Εθνομάρτυρος, που ο Κωστής Παλαμάς τον χαρακτήρισε “κορυφή της Κρητικής θυσίας”

Μαζί ήταν στη φυλακή με άλλους Χριστιανούς. 85 το σύνολο ήταν όλοι, όπως μαρτυρούν οι Σφακιανοί που επέστρεψαν ζωντανοί. Παπάδες και προεστοί των Σφακιών. Τους συνέλαβαν για αντίποινα στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη. Ο πασάς τους ξεγέλασε σαν τους προσκάλεσε να δουν τον Δάσκαλο και να κάμουν συμφωνία. Πήγαν όλοι σε ένδειξη καλής θέλησης. Έστειλαν πρώτα σφαχτά, κοπάδι ολάκερο με διαλεχτά ζώα και άλλα πεσκέσια για να καλμάρουν τον πασά. Μα παραπλανήθηκαν. Φυλακίστηκαν μαρτύρησαν της μάνας τους το γάλα… δούλεψαν στα κάτεργα… αλυσοδεμένοι… νηστικοί… βρώμικοι… άυπνοι.. Γέμισαν πληγές στο κορμί αλλά και στις ψυχές των.

45 περίπου απ’ όσο γνωρίζουμε μόνο, κατόρθωσαν να δραπετεύσουν όταν έπεσαν από ψηλά στα βράχια κι άλλοι κολυμπώντας, άλλοι μπουσουλώντας πάνω στα βράχια καταξεσκίστηκαν και νυχτοπορώντας κατόρθωσαν μέσα από χαράδρες και δύσβατα βουνά να φτάσουν στη Γέργερη που τους περιμάζεψε και τους περιέθαλψε ο αγνός πατριώτης Βαγιανός. Αυτός φρόντισε να μαζέψει κ τον τρελό Νικολάκη τον μεγάλο αδερφό της Χρυσάνθης, που σέρνονταν στους δρόμους λέγοντας “και”… “και”… “και”… όταν είδε τον αδερφό του δάσκαλο-Γιάννη να έχει έναν τέτοιο φριχτό και ατιμωτικό θάνατο. Έναν θάνατο που δεν άξιζε σε έναν τέτοιο ήρωα… που έκανε ακόμα και τους φανατικούς μουσουλμάνους να φρίξουν… να δακρύσουν…να λιποθυμούν….

-Αχ Θεέ μου τι θ’ απογίνουν τα παιδιά μας; σκεφτόταν η Χρυσάνθη. Τι θα αποκάμω Παναγιά μου μοναχή; Πόσο υπέφερες κύρη μου που πήγες και τσακίστηκες στους βράχους; αναρωτήθηκε… Κι όμως…

Η παπαδιά στάθηκε παλικάρι μπρος το Μεγάλο Πασά. Όρθωσε το ανάστημα της και με βροντερή φωνή όπως άξιζε σε μια Σφακιανή έκρυψε τα δάκρυά της και τον αντιμετώπισε.

-Εσκότωσες τον πατέρα των παιδιών μου, του είπε με οργή. Τον προστάτη μας!!! Τώρα σε ρωτάω να μου απαντήσεις πως θα τα ζήσω εγώ αυτά τα παιδιά; Μονάχη κι απροστάτευτη; Μου έκαψες το βιός μου, μου κατέστρεψες το σπιτικό μου… Μου πήρες τα πάντα!! Χωρίς περιουσία, χωρίς τόπο να σταθώ, τι θ’ απογίνουν τα παιδιά αυτά;

Ο θρήνος δεν την άφησε να συνεχίσει, κι ο πασάς παρ’ όλη τη σκληρότητά του λύγισε, δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί.

Θαύμασε αυτή τη γυναίκα…Ήταν ίδια με τον αδερφό της, σκληρό καρύδι, ντελήδες όλοι τους, σκέφτηκε και χάιδεψε τα γένια του από αμηχανία.

-Έχεις ένα δίκιο κυρά παπαδιά, αποκρίθηκε. Αν και μου σηκώσατε μπαϊράκι… μονολόγησε… Εγώ θα σε προστατέψω και σε και τα κοπέλια σου ωρέ. Ησύχασε… Μην κλαίς μπλιό και στεναχωρείς περίσσια τα παλικάρια σου, άντε, σήκω… Και ζήτησε να φέρουν μπροστά του τον Ντεφτεντάρη του Μεγάλου Κάστρου. Λένε πως ήταν διορισμένος από τον πασά Έπαρχος στα Σφακιά ο Αμπλού Αχμέτ μετά την κατάληψη τους. Ο Αχμέτ Αμπλού, ο αρχιλογιστής του, ευκαιρία ζήταγε να φανεί αρεστός στην Μαρία. Την ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή άλλωστε. Ήταν η κατάλληλη στιγμή να εκδηλώσει τις προστατευτικές του προθέσεις στην οικογένειά της.

Η παπαδιά ήταν θειά της και τα αγόρια της μορφωμένα… δεν θα δυσκολευόταν να τα τοποθετήσει κοντά σε πλούσιους Τουρκοκρητικούς να μεγαλώσουν. Τα αγόρια του παπά-Μιχελή είχαν πάρει άριστη εκπαίδευση στα σχολεία των Σφακιών. Ήταν ανάμεσα στους προεστούς ο παπάς εξ άλλου. Ήταν εξαιρετικό φαινόμενο για την εποχή εκείνη το γεγονός πως στα Σφακιά είχαν σχολεία άρτια και μορφωμένους δάσκαλους που μετακαλούσαν από το Εφτάνησα και την Βλαχία, και παρέδιδαν στην κοινωνία τους, καλά εκπαιδευμένους και προετοιμασμένους νέους. Φαίνεται από τα γεγονότα πως και οι τρεις νεαροί ήταν ευφυέστατοι και γρήγορα προόδευσαν. Σε λίγα χρόνια και οι τρεις ήταν σουμπάσηδες στις επαρχίες όπου διέμεναν.

Ο Δεφτεντάρης έστειλε τον μεγάλο τον Ανδρέα Παπαμιχελάκη στον Μπραζέρη, μπέη της Μεσσαράς επιφορτισμένο με την είσπραξη των τριών πλούσιων επαρχιών. Ο Ανδρέας σύντομα έγινε το δεξί χέρι του Μπραζέρη. Χειριζόταν όλες τις οικονομικές υποθέσεις του με μαεστρία και ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Πήγαινε συχνά μαζί του στα ταξίδια για να φορολογήσουν καΐκια που μετέφεραν εμπορεύματα στον Κόκκινο Πύργο ή στα Μάταλα.

Αργότερα τον έπεισε να μεγαλώσουν τη δουλειά και αγόρασαν μια μεγάλη “μπρατσέρα” για να ταξιδεύουν και να μεταφέρουν δικά τους εμπορεύματα. Έγινε ο καπετάνιος του και ο βοηθός του. Η θάλασσα ήταν στο αίμα του εξάλλου και η μυρωδιά της θάλασσας τον συνεπήρε. Η μοίρα το ‘χε και σε κάποιο από τα ταξίδια τους επιστρέφοντας, στον Κάβο Σίδερο έπεσαν σε πειρατές. Τους επιτέθηκαν. Ο Ανδρέας ορμητικός και εύσωμος όπως ήταν ρίχτηκε σαν λιοντάρι και κατόρθωσε να νικήσει τους πειρατές και να βουλιάξει το πειρατικό καράβι.

Το κατόρθωμά του κατέπληξε τόσο τον Μπραζέρη που μέσα στον ενθουσιασμό του και στη χαρά που γλύτωσε τη ζωή του, του είπε:

-Χάρισμά σου η μπρατσέρα μου καπετάν Ανδρέα.

Ο Ανδρέας δεν μίλησε, χαμογέλασε κουνώντας την κεφαλή του και συνέχισε κανονικά το ταξίδι τους για τον Κόκκινο Πύργο.

Σαν έφτασε η ώρα της μοιρασιάς ο Ανδρέας έβγαλε τα κέρδη και τα κατέβαλε στον Μπραζέρη.

-Χά(γ)ιρ εφέντη μου. Τα μιλημένα τιμημένα. Δική σου είναι η μπρατσέρα και δική σου θα μείνει από ‘δώ και πέρα, είπε ο Μπραζέρης.

-Μα εγώ αγά μου έκαμα ό,τι έπρεπε να κάμω. Κινδύνευε και η δική μου ζωή, είπε ο Ανδρέας.

-Ναι μωρέ Ανδρέα μου, μα άφησε μου να θυμούμαι τις φτερούγες του θανάτου που σκέπασαν και σε και με. Το θέμα έκλεισε, είπε… κι έτσι ο Ανδρέας με την μεγαλοψυχία του Μπραζέρη, έγινε από καπετάνιος καραβοκύρης και δεν άργησε ο καιρός που έγινε και εφοπλιστής.

Σαν πέθανε η μάνα του η παπαδιά μετά από λίγα χρόνια, τίποτα δεν τον κρατούσε εδώ πια. Ταξίδεψε σε ξένους τόπους, είδε πως ζούσαν οι λαοί ελεύθεροι και εγκαταστάθηκε στην αρχή στις Ινδίες, στην Καλκούτα. Μετονομάστηκε σε Ανδρεάδης. «Καπετάν Ανδρέα» τον προσφωνούσαν όλοι από το μικρό του όνομα κι εκείνος το έκανε επώνυμο για ευνόητους λόγους.

Μετά την κατάπνιξη της επανάστασης του Δασκαλογιάννη οι Τούρκοι έγιναν πολλοί σκληρότεροι και δεν άφηναν ζωντανό όποιον είχε σχέση με αυτήν, μα κι οι Κρητικοί μεταξύ τους αλληλοσκοτώνονταν, κατηγορώντας κυρίως τους Σφακιανούς για το κακό που τους βρήκε, κι έτσι πολλοί αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στις Κυκλάδες, στα Ιόνια νησιά και στα Δωδεκάνησα, αλλάζοντας το όνομα τους.

Αργότερα σε κάποιο από τα ταξίδια του, γνώρισε την γυναίκα που θα γινόταν σύντροφός του την Τζένη. Κόρη του Σφακιανού Αναγνωστάκη που είχαν καταφύγει στη Μήλο μετά την καταστροφή. Παντρεύτηκαν και αρχικά εγκαταστάθηκαν στην Χίο. Εκεί δεν ήταν τόσο ζόρικα τα πράγματα με τους Τούρκους, γι ‘αυτό είχαν συγκεντρωθεί πολλοί εφοπλιστές και άνθιζε το εμπόριο.

Έκαναν δύο γιους. Τον Μιχαήλ (το όνομα του πατέρα του, παπά-Μιχελή) και τον Γεώργιο. Οι δυο γιοι μετά τον θάνατο του Ανδρέα χωρίστηκαν o Γεώργιος έμεινε στην Χίο. Παντρεύτηκε και έκανε τον Φραγκούλη που συνέχισε την εφοπλιστική παράδοση. Από αυτόν κατάγεται η γνωστή εφοπλιστική οικογένεια των Ανδρεάδηδων. Ο Μιχαήλ δε, ο οποίος ενυμφεύτει την Τζένη, κόρη του Χιώτη εφοπλιστή Αντόνιο Στεφ. Μικρουλάκη και της Ευτέρπης Φρ. Ροδοκανάκη, μετοίκησε με την οικογένειά του στην Κέρκυρα.

Εκεί απέκτησαν τρεις θυγατέρες και έναν γιο. Οι θυγατέρες η μία Αντωνία, η άλλη Ιουλία και η τρίτη η Ευτέρπη, που παντρεύτηκε τον Θεόδωρο Λάσκαρι κι απέκτησαν τον πολύ γνωστό Βαλκανιολόγο και καθηγητή Πανεπιστημίου Μιχαήλ Λάσκαρι. Ο γιος του Μιχαήλ που είχε το όνομα του παππού του ήταν ο Ανδρέας Ανδρεάδης, διάσημος Ακαδημαϊκός, Οικονομολόγος στα Δημόσια Οικονομικά, εκπρόσωπος -προτάθηκε από τον Βενιζέλο- στην Κοινωνία των Εθνών, Ιστορικός και καθηγητής της Γαλλικής Ακαδημίας στην Νομική.

Ο Ανδρέας ασχολήθηκε πολύ με την αναζήτηση των παιδιών του Δασκαλογιάννη και στα συγγράμματα του συχνά ανέφερε και εκαυχάτο πως “κατάγεται από τα Σφακιά και την οικογένειαν του Δασκαλογιάννη“. Έγραψε επίσης τις βιογραφίες του Εμμανουήλ Ροΐδη και της μητέρας του Κορνηλίας Ροΐδη-Ροδοκανάκη οι οποίοι ήταν στενοί συγγενείς του. Η γιαγιά του Ανδρέα η Ευτέρπη ήταν μικρότερη αδελφή της Κορνηλίας. Ο Ανδρέας μεγάλωσε στο οικογενειακό περιβάλλον της οικογένειας του Εμμ. Ροίδη. Μέσα εκεί γνώρισε πολλούς λόγιους της εποχής και εδιδάχθη όπως ήταν φυσικό την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης.

Τον δεύτερο γιο της παπαδιάς, τον Γιάννη Παπαμιχελάκη (Γιαννιό) ο Δεφτεντάρης τον εμπιστεύτηκε στον Μόχογλου. Γενίτσαρο, μπέη της περιφέρειας Λαγκάδος με έδρα τον Μοχό. Τον γιο του αιμοβόρου Μόχογλου όπως γνωρίζουμε από την ιστορία τον σκότωσαν οι αδελφοί Βέργα γιατί πήγε να βιάσει την αδελφή τους Σοφουλιά και επειδή δεν τα κατάφερε την σκότωσε. Ο Γιαννιός είχε αναλάβει στον γέρο Μόχογλου την είσπραξη και καταγραφή των φόρων της περιφέρειας. Ο Γιάννης μεγαλώνοντας έγινε εμποροπλοίαρχος κι αυτός, βοηθούμενος από τον αδερφό του Ανδρέα, ο οποίος τον πήρε κοντά του, τον εκπαίδευσε στα ναυτιλιακά και τον βοήθησε να βγάλει τη δική του μπρατσέρα. Παντρεύτηκε από το Βενεράτο Ηρακλείου την Ασπασία Ξενάκη κι απέκτησαν έναν γιο τον Γεώργιο, το 1817. Όμως η γυναίκα του απεβίωσε σύντομα κι εκείνος έμεινε μόνος με το μικρό παιδί του. Ο μικρότερος αδερφός του τότε, Ο Γιώργης-Νικολάκης που διέμενε στην Λατσίδα Μεραμπέλλου, του έκανε προξενιό την Αικατερίνη Χατζάκη κόρη του παπά-Κωνσταντίνου Πεδιώτη από το Βραχάσι Μεραμπέλλου.

Ο Γιώργης-Νικολάκης ο τρίτος γιος του Μιχελιδόπαπα δόθηκε στον μπέη της Σκάφης του Μεραμπέλλου και εργάστηκε κοντά του σαν οικονομικός του έφορος. Έκανε οικογένεια και κατοίκησε στη Λατσίδα Μεραμπέλλου. Παντρεύτηκε από την οικογένεια του Επισκόπου Χλαπουτάκη την ανεψιά του Μαρία Σκορδαλοπούλα κι απέκτησαν 9 παιδιά: τον Κωνσταντίνο, Εμμανουήλ, Ιωάννη, Δράκο, Χατζή-Μιχαήλ, Ευστράτιο, την Χαρίκλεια, Αικατερίνη και Άννη. Αυτός έδρασε στην επανάσταση με τον αδελφό του το Γιαννιό σαν σκληροί επαναστάτες και εκδικητές. Ο Γεώργιος-Νικόλαος σκληρός μαχητής, ήταν ένας από τους προασπιστάς του σπηλαίου της Μιλάτου. Το 1823 μετά την σφαγή χιλιάδων αμάχων στο σπήλαιο για αντεκδίκηση κατέσφαξε τον μπέη του Μεραμπέλλου και τον κατεδίωκαν οι Τούρκοι. Κρύφτηκε στα πηγάδια της Βουλισμένης κι εκεί κάποιος τον είδε, τον πρόδωσε και τον συνέλαβαν. Τον κρέμασαν στον μεγάλο πλάτανο στη μέση της πλατείας της Βουλισμένης. Η οικογένεια του συνέχισε τον αγώνα. Γιος του ήταν ο Δράκος Γ. Σφακιανάκης ο αρχιυπασπιστής και αρχιγραμματεάς του Κων.Σφακιανάκη του Γεν. Αρχηγού, στις επαναστάσεις 1866-78 ο οποίος διέσωσε και το αρχείο της επανάστασης. Μοναδικός εγγονός του Δράκου είναι ο Γιάννης Γ. Σφακιανάκης ο φωτισμένος λογοτέχνης.

Ο Γιαννιός πάλι, από το Βενεράτο, ήρθε στο Βραχάσι σαν γαμπρός με τον μικρό γιο του Γεώργιο που τον μεγάλωνε πια η Αικατερίνη σαν αληθινή μάνα και σύντομα γεννήθηκε η μεγαλύτερη κόρη τους η Μαρία μετέπειτα σύζυγος του Βραχασιώτη Εμμανουήλ Κυπραίου. Εκεί στο Λασίθι, βρέθηκε με άλλους επαναστάτες Λασιθιώτες και Σφακιανούς που είχαν καταφύγει στ’ Ανατολικά του νησιού και άρχισε την επαναστατική του δράση δίπλα στον αδελφό του το Γιώργη-Νικολάκη. Παράλληλα με το πλοίο το οποίο είχε αποκτήσει με την βοήθεια του αδερφού του Ανδρέα, ταξίδευε στις θάλασσες. Τακτικά στα ταξίδια του μετέφερε στα νησιά γυναικόπαιδα από την Κρήτη για να τους απομακρύνει από τις θηριωδίες των Τούρκων. Σύντομα έφτιαξε και δεύτερο εμπορικό οίκο στο Ταϊγάνι (Οδησσό) της Ρωσίας. Όταν ξέσπασε η επανάστασις του 1821 ο Γιαννιός μετέφερε και την δική του οικογένεια σε ένα από αυτά τα νησιά για ασφάλεια. Στην Αστυπάλαια (Αστροπαλιά). Εκεί γεννήθηκε κι ο δεύτερος γιος του ο Κωνσταντίνος το 1824 και πήρε το όνομα του παπά Κωνσταντή Πεδιώτη. Με την καταστολή της επανάστασης γύρισαν πάλι στο Βραχάσι κοντά στην οικογένεια της γυναίκας του, όπου γεννήθηκε η δεύτερη κόρη τους Βιττόρια μετέπειτα σύζυγος του Νικόλαου Σανούδου από την Μίλατο και στα 1831 γεννήθηκε και ο μικρότερος γιος τους ο Ματθαίος.

Η επαναστάσεις του 1821-1830 βρήκαν και τα δυο αδέρφια Ανδρέα και Ιωάννη καραβοκύρηδες και έδωσαν πολλά στον αγώνα για την ελευθερία της Κρήτης.

Ο Γιαννιός έμελλε να αλλάξει την ιστορία της Κρήτης με τους γιους του… και αλλάζοντας το όνομα του, άλλαξε και την ιστορία της οικογένειας. Μετονομάστηκε σε Σφακιανό, αρχικά στο Βενεράτο Ηρακλείου. Και μετέπειτα, όταν έχασε τη ζωή του (είτε σε μια μάχη στον Άη Γιώργη το Σελλινάρη πολεμώντας κατά του Οθωμανού κατακτητή κατά μια εκδοχή, είτε όπως λέγεται τον κρέμασαν οι Τούρκοι στο Βραχάσι το 1839), τα παιδιά του τα είπαν Σφακιανάκια στο Βραχάσι. Έτσι γεννήθηκε η οικογένεια Σφακιανάκη του Μεραμπέλλου.

Ο μεγάλος του γιος ο Γεώργιος εμποροράφτης στο Ηράκλειο, έδρασε στην επανάσταση του 1866-68. Μετοίκησε στο Χουδέτσι όταν ενυμφεύθη την Ειρήνη Δασκαλάκη και απέκτησαν έξη παιδιά. Τον Ιωάννη, Μιχαήλ, Νικόλαο, Αντώνιο, Ασπασία και Δημήτριο. Ο μικρότερος ο Δημήτριος, έγινε αργότερα ο Μέγας Επίσκοπος Ιεραπύτνης και Σητείας Αμβρόσιος (1856-1929).

Ο δεύτερος ο Κωνσταντίνος (1824-1890) έμελλε να αφήσει εποχή κατά τις μεγάλες επαναστάσεις της Κρήτης. Αναδείχθηκε γρήγορα σε έναν από τους σημαντικότερους ηγέτες της Κρητικής επανάστασης και διακρίθηκε για την ανδρεία, την στρατηγική ευφυία του, την σωφροσύνη και την σχολαστικότητα του σε όλες τις εκβάσεις του αγώνα και της ζωής. Ανακηρύχθηκε Γενικός Αρχηγός των 6 Ανατολικότερων Επαρχιών της Κρήτης στις επαναστάσεις 1866-78.

Ο Κωνσταντίνος με τον μικρότερο αδερφό του τον Ματθαίο, πήραν μέρος σε πολλές νικηφόρες μάχες. Μια από αυτές ήταν η επιτυχημένη έκβαση της μάχης των Βρυσών και η μάχη στο Μέσα Λασίθι.

Ο Ματθαίος, ο τρίτος γιος του Γιαννιού -και μικρότερος αδερφός του Κωνσταντίνου όπως προείπαμε-, εμποροράφτης κι αυτός, εκπαιδεύτηκε κοντά στον μεγάλο αδελφό τους Γεώργιο κι έγινε καταστηματάρχης μεγάλου εμπορικού στο Ηράκλειο. Ανέπτυξε κι αυτός μεγάλη επαναστατική δράση κοντά στον αδερφό του Κωνσταντίνο. Σαν οπλαρχηγός έλαβε μέρος σε πολλές σκληρές μάχες, αλλά και σε πολλές επικίνδυνες αποστολές για μεταφορά όπλων και πυρομαχικών, μηνυμάτων ή χρημάτων στους επαναστάτες, τόσο από την Κεντρική Επιτροπή Αρωγής του αγώνα των Αθηνών, όσο και από την παρόμοια που έδρευε στην Σύρο. Μέσα από μυστικά περάσματα και μονοπάτια κατάφερνε και ξεγλιστρούσε από τις γραμμές του εχθρού και περνώντας μέσα από τα τούρκικα χαρακώματα έφερνε τη βοήθεια στους επαναστάτες.

Άλλη μια θυσία που ‘’δώρισε’’ στο νησί του και στην επανάσταση ο Ματθαίος, ήταν η δήμευση του καταστήματός του από τις Τουρκικές αρχές λόγω της επαναστατικής του δράσης, αξίας περίπου 2.500 λιρών Αγγλίας την εποχή εκείνη. Παντρεύτηκε στα Πεζά Ηρακλείου την Αργυρή θυγατέρα του μεγαλοκτηματία Χατζή Ιωάννη Σωμαράκη. Απέκτησε δυο παιδιά. Τον Κωνσταντίνο και την Ειρήνη μετέπειτα σύζυγος του Νομογεωπόνου Ηρακλείου, Μ.Παπαδάκη, και τέλειωσε την ζωή του το 1907 μετά το θάνατο του μοναχογιού του κατά τον μακεδονικό αγώνα το 1905, κοντά στον οπλαρχηγό Ιωάννη Νταφώτη.

Η οικογένεια Σφακιανάκη του Βραχασιού και οι Ανδρεάδηδες της Κέρκυρας έδωσαν κι άλλα επιφανή τέκνα στην υπηρεσία της τέχνης και της πατρίδος. Πολλούς Δικηγόρους και Δικαστικούς, Γιατρούς, Πλοιάρχους, Καθηγητές Πανεπιστημίων, Βιομήχανους Μουσουργούς… αλλά και Μηχανικούς, Εμποροράφτες… και απλούς εμπόρους.

Όλοι είχαν στο αίμα τους την ορμή του επαναστάτη, τον αέρα της ελευθερίας, την ευαισθησία του καλλιτέχνη και την δύναμη της φιλομάθειας.

Γιατί το γονίδιο αυτό πέρασε από γενιά σε γενιά….και δεν σταμάτησε να αναπαράγεται ακόμη και σήμερα……

 

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Κρήτη – λιομάζωμα: Στα ύψη το μεροκάματο αλλά εργάτες δεν υπάρχουν …

Για τα καλά έχει ξεκινήσει το λιομάζωμα σε αρκετές...

Κρήτη: «Στεγνό» το τελευταίο τρίμηνο του 2024 – Ο φετινός Οκτώβριος ο πιο ξηρός

Για όχι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά ποσοστά βροχοπτώσεων έκανε λόγο μιλώντας στο Ράδιο...

Σοβαρό πρόβλημα και στην Κρήτη οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις – 12% των ασθενών προσβάλλονται

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, τουλάχιστον 2.000 θάνατοι ετησίως συνδέονται με...