Ήδη, σε κάποιες περιπτώσεις, π.χ. στη Σητεία ή στη Λακωνία υπάρχουν καταγραφές για πωλήσεις ελαιολάδου σε τιμές άνω των 6 ευρώ. Συγκεκριμένα,με τιμή 6,30 ευρώ ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Μολάων – Πακίων πούλησε ελαιόλαδο εσοδείας 2022 – 2023, με οξύτητα 0,3.
Βασικός, λόγος της εκτόξευσης, φέτος, των τιμών, όπως μεταφέρουν στο Reporter.gr, παράγοντες της αγοράς, είναι η κάθετη πτώση της παραγωγής στην Ισπανία, που οφείλεται στις προβλέψεις για μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου στην Ισπανία, λόγω της χειμερινής ξηρασίας. Να σημειωθεί ότι η Ισπανία έδινε μέχρι πέρυσι το 50% της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου ετησίως, και φέτος από το 1,7 εκατ. τόνους πέφτει στο επίπεδο των 700.000 – 800.000 τόνων. Για του χρόνου, δε, λόγω της έντονης ξηρασίας, φέτος, οι προβολές είναι άκρως απαισιόδοξες.
Τούτου δοθέντος η Ισπανική αγορά στράφηκε στην Ελλάδα για κάλυψη των απωλειών. Βέβαια η Ελλάδα σταθερά παράγει περίπου 300.000 – 350.000 τόνους και βέβαια δεν μπορεί να καλύψει τυχόν κενά. Ως αποτέλεσμα οι τιμές ανέβηκαν μια και ακόμη και τυποποιητές, μπήκαν στον “πειρασμό” και έδωσαν “χύδην” ποσότητες κερδίζοντας ρευστότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε περιόδους αιχμής του περασμένου χειμώνα δεν υπήρχαν κάν βυτία για μεταφορές στην Ισπανία, λόγω της συνεχούς πορείας εξαγωγών.
Σύμφωνα, μάλιστα, με το Δελτίο Τιμών του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ), στην Ιταλία η μέση τιμή άγγιξε τα 6,27 ευρώ, στην Τυνησία τα 5,33 ευρώ το κιλό και στην Ισπανία τα 6,22 ευρώ στη δεύτερη εβδομάδα του Μαΐου 2023. Η τιμή του ισπανικού παρθένου ελαιόλαδου, με οξύτητα μικρότερη από δύο γραμμές, διαμορφώθηκε στα 5,52 ευρώ το κιλό την προηγούμενη εβδομάδα και με οξύτητα μικρότερη από 3,3 γραμμές, στα 5,36 ευρώ. Η μέση τιμή των εξαιρετικών παρθένων ελαιολάδων στην Ισπανία είχε προσεγγίσει τα 5,50 ευρώ, σύμφωνα με τους παραγωγούς της Βαλένθια.
“Απόνερα”
Πάντως και στην Ελλάδα φέτος αναμένεται να έχει και αυτή σχετικά μειωμένη παραγωγή, καθώς φέτος, ήταν μια καλή χρονιά, και με δεδομένη την “κυκλικότητα” με την οποία δίνει καρπό το ελαιόδεντρο. Και βέβαια αυτό δεν μπορεί να αντισταθμιστεί με την διοχέτευση σε παραγωγή ελαιολάδου πολλών ποσοτήτων βρώσιμης ελιάς φέτος, λόγω των καλών τιμών.
Στο πλαίσιο αυτό, βέβαια, κερδισμένοι μετά από χρόνια, και ειδικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 οι παραγωγοί βλέπουν να “δέρπουν” καρπούς για τη δουλειά τους. Τότε οι τιμές είχαν φτάσεις τις 1200 δραχμές το κιλό, περίπου στα 4 ευρώ, που αν τις υπολογίσει κάποιος/α αποπληθωρισμένες, έδωσαν ένα καλό αποτέλεσμα.
Πιέζονται, ωστόσο, οι μεταποιητές, που αφενός δεν έχουν αποθεματοποιήσει, μια και στο παρελθόν είχαν συνηθίσει να έχουν σταθερές σχετικά τιμές, που άλλαζαν οριακά, περίπου 3-4 φορές το χρόνο αλλά και αφετέρου προχωρούν με μεγάλες “γκρίνιες” και με τις απειλές για ενεργοποίηση ρητρών σε σπάσιμο συμβολαίων. Δηλαδή, ενώ είχαν συμφωνήσει για κάποιες τιμές, το ράλι των τελευταίων μηνών ή και εβδομάδων του έχει φέρει σε δυσχερή θέση, που αναγκάζονται να προχωρούν σε επαναδιαπραγματεύσεις συμβολαίων. Κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο, ειδικά για εξαγωγικές εταιρείες.
Δεν είναι τυχαία, ότι όπως μετέφερε χαρακτηριστικά , παράγων της αγοράς, η ανακούφιση που αισθάνθηκε όταν κατέληξε σε άλλον “παίκτη” το συμβόλαιο, πριν λίγες μέρες, για τα προϊόντα λαδιού με ιδιωτική ετικέτα της ΑΒ Βασιλόπουλος. Ο διαγωνισμός είχε ξεκινμήσει με προσφορές τιμών πριν λίγο καιρό που σήμερα δίνουν οριακό κέρδος, λόγω των εξελίξεων.
Γιώργος Αλεξάκης