Στην καρδιά της παλιάς πόλης των Χανίων, μια εικόνα που τραβήχτηκε αποτυπώνει με ανατριχιαστική σαφήνεια τη διπλή πραγματικότητα που βιώνει η πόλη.
Η φωτογραφία αποτυπώνει ένα έντονο κοινωνικό και οπτικό κοντράστ. Στο προσκήνιο, ένας άνδρας —πιθανότατα άστεγος— είναι ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο, μπροστά από τη βιτρίνα ενός μεσιτικού γραφείου. Φοράει στρατιωτικού τύπου παντελόνι και σκούρα ρούχα, ενώ δίπλα του υπάρχει ένα μπουκάλι νερό και μια τσάντα.
Στο φόντο, η βιτρίνα του μεσιτικού γραφείου προβάλλει πολυτελή ακίνητα: βίλες, διαμερίσματα και κατοικίες, με φωτογραφίες από πισίνες, θάλασσες και ειδυλλιακά τοπία. Η ταμπέλα γράφει με έντονα γράμματα: «ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ: ΒΙΛΕΣ – ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΑ – ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ», ενισχύοντας την ειρωνεία και την κοινωνική αντίθεση.
Στο τζάμι καθρεφτίζονται περαστικοί και τουρίστες, οι οποίοι φαίνεται να προσπερνούν αδιάφοροι. Η εικόνα αυτή αποτυπώνει με γλαφυρότητα τη συνύπαρξη πλούτου και φτώχειας, την τουριστική βιτρίνα και την κοινωνική πραγματικότητα, όλα μέσα στο ίδιο κάδρο.
Τα τελευταία χρόνια, η ανεξέλεγκτη άνοδος των βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι επενδύσεις ξένων και εγχώριων κεφαλαίων σε τουριστικά ακίνητα, και η στροφή της αγοράς προς τη “χρυσή βίζα”, αλλά και η ανικανότητα του κράτους να αξιοποιήσει ακίνητα ιδιοκτησίας του, οι κατασχέσεις ακινήτων από τράπεζες, έχουν μετατρέψει την πόλη σε μια ακριβή βιτρίνα για λίγους. Εκατοντάδες σπίτια που άλλοτε στέγαζαν φοιτητές, οικογένειες και χαμηλόμισθους εργαζόμενους, σήμερα λειτουργούν ως τουριστικά καταλύματα υψηλών αποδόσεων ή μένουν ακατοίκητα. Οι τιμές ενοικίων έχουν εκτοξευθεί, ενώ η προσφορά προσιτής κατοικίας έχει σχεδόν εξαφανιστεί.
Οι επιπτώσεις είναι πλέον ορατές: εργαζόμενοι στον τουρισμό και δάσκαλοι που κοιμούνται σε αυτοκίνητα ή μετακινούνται καθημερινά από απομακρυσμένα χωριά, φοιτητές που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους λόγω αδυναμίας εύρεσης κατοικίας, ηλικιωμένοι που βλέπουν τις γειτονιές τους να μετατρέπονται σε “τουριστικά πάρκα” χωρίς ζωή, και άστεγοι, όχι αναγκαστικά όπως ο άστεγος της φωτογραφίας. Πολλοί ζουν σε σπίτια φίλων, επιστρέφουν στα σπίτια των γονιών τους. Αναζητούν τρόπους να επιβιώσουν.
Η αντίθεση ανάμεσα στο “προς πώληση” και στο “χωρίς στέγη” δεν είναι μόνο συμβολική. Είναι πραγματική. Και μας καλεί να αναρωτηθούμε: για ποιον τελικά είναι αυτή η πόλη;
Η ανάγκη για παρέμβαση είναι άμεση. Χρειάζονται πολιτικές που θα προστατεύουν τη μόνιμη κατοικία, θα ρυθμίζουν τη βραχυχρόνια μίσθωση, και θα επαναφέρουν την έννοια της κοινωνικής κατοικίας στο προσκήνιο. Διαφορετικά, η “βιτρίνα” των Χανίων θα παραμείνει λαμπερή μόνο για λίγους — ενώ για πολλούς θα συνεχίσει να σημαίνει απλώς μια ζωή έξω απ’ αυτήν.