Η Αγυιά Χανίων, από ιστορικός αγροτικός οικισμός στα όρια της πόλης, μετατράπηκε σταδιακά σε σκηνή ανθρωπιστικής κρίσης και πολιτικής υποκρισίας. Εκεί όπου η Πολιτεία θα όφειλε να εγγυηθεί ανθρώπινες συνθήκες για μετανάστες και αξιοπρέπεια για εργαζόμενους, η πραγματικότητα είναι ασφυκτική – κυριολεκτικά και συμβολικά.
Και το χειρότερο: κανείς δεν μπορεί να τη δει. Γιατί η δημοσιογραφική πρόσβαση απαγορεύτηκε. Επίσημα. Όπως συμβαίνει όταν ένα κράτος γνωρίζει καλά τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες — και κάνει τα πάντα για να μην το μάθουν οι υπόλοιποι.
Με την υπερψήφιση του νέου νομοθετικού πλαισίου για το μεταναστευτικό, υπό την ηγεσία του Θάνου Πλεύρη και με υφυπουργό Μετανάστευσης την Χανιώτισσα Σέβη Βολουδάκη, μπήκε λουκέτο στην ενημέρωση. Όχι μεταφορικά. Κυριολεκτικά.
Οι δημοσιογράφοι επιτρέπεται να βρίσκονται σε απόσταση δεκάδων μέτρων από την είσοδο του κέντρου κράτησης της Αγυιάς — χωρίς ορατότητα, χωρίς να τους επιτρέπεται να καταγράφουν την εικόνα. Όλα αυτά σε έναν χώρο που παραμένει «προσωρινός» εδώ και μήνες, ενώ φιλοξενεί σταθερά υπέρ του επιτρεπτού αριθμού μεταναστών σε συνθήκες που κανείς δεν μπορεί να τεκμηριώσει επαρκώς – επειδή απλώς απαγορεύεται να τις δει.
Το νέο νομικό πλαίσιο επέβαλε τη μεταφορά μεταναστών σε κλειστές δομές στην ενδοχώρα. Η διαδικασία όμως πλέον είναι πολύμηνη για όσους μετανάστες κρατούνται και έτσι οι δομές αυτές γέμισαν ασφυκτικά. Το αποτέλεσμα; Η «ροή μεταφοράς» από την Κρήτη σταμάτησε.
Τώρα, φεύγουν 200 μετανάστες με πλοίο, έρχονται 250.
Η εξίσωση δεν κλείνει ποτέ. Κι έτσι η Αγυιά φρακάρει.
Ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής. Εκνευρισμός. Καβγάδες. Συμπλοκές. Επεισόδια. Μια διαρκής κατάσταση κρίσης χωρίς λύση, που επιβαρύνει πρωτίστως τους μετανάστες αλλά και τους λιμενικούς, τους αστυνομικούς, τους υγειονομικούς που καλούνται να λειτουργήσουν χωρίς επαρκές προσωπικό, χωρίς υποδομές, χωρίς εκπαίδευση, χωρίς σχέδιο.
Η απαγόρευση πρόσβασης στα ΜΜΕ δεν είναι μία ανεξήγηση απόφαση. Είναι ένδειξη ενοχής. Γιατί αποκαλύπτει πως η κυβέρνηση ήξερε τι ερχόταν. Ήξερε ότι το νέο νομικό πλαίσιο θα εγκλώβιζε ανθρώπους σε χώρους που δεν αντέχουν ούτε τριήμερη διαμονή. Και ήξερε ότι αυτό θα γεννούσε εικόνες ντροπής που θα ήθελε να αποτρέψει να δημοσιοποιηθούν πάση θυσία.
Γι’ αυτό και επιλέχθηκε το «μαύρο».
Το δόγμα της αποτροπής: ένας ηθικός κατήφορος
Ίσως το κλείσιμο της πρόσβασης στη δημοσιότητα ήταν στρατηγική. Πίστεψαν ότι η Κρήτη μπορεί να λειτουργήσει ως «παράδειγμα προς αποφυγήν».
Αν ήταν αυτή η πρόθεση, απέτυχαν παταγωδώς.
Οι ροές αυξάνονται ξανά. Οι συνθήκες χειροτερεύουν. Και η Αγυιά μετατρέπεται σε μια αθέατη ντροπή, που μεγαλώνει χωρίς να την καταγράφει κανείς — επειδή η κάμερα είναι πίσω από το φράχτη.
Όταν δεν θέλεις να δούνε, σβήνεις το φως.
Το ελληνικό κράτος επιβάλλει συσκότιση. Όχι γιατί «δεν συμβαίνει τίποτα», αλλά γιατί συμβαίνουν πάρα πολλά — και δεν θέλει να τα μάθει κανείς.
Τα Χανιά, ο τόπος καταγωγής του Κυριάκου Μητσοτάκη, έγιναν πειραματόζωο για μια αποτυχημένη πολιτική, που ούτε αποσυμφόρηση, ούτε αποτροπή πέτυχε. Απλώς δημιούργησε ασφυξία και αποκλεισμό.
Όσο για τις δικαιολογίες που προβάλλει η ηγεσία του Υπουργείου Μετανάστευσης για τις ροές προς Κρήτη που επανεκίννησαν, άραγε, τα ίδια επιχειρήματα δεν προέβαλλαν και κατά την προηγούμενη μεταναστευτική κρίση το καλοκαίρι; Πάλι το Υπουργείο δεν ανέφερε για “οργανωμένη εισβολή” από τον Χαφτάρ της Λιβύης ώστε να ασκηθεί πίεση στην Ελλάδα; Αυτός δεν ήταν και ο λόγος για τον οποίο το Υπουργείο Μετανάστευσης και η κυβέρνηση αποφίσισαν την σκλήρυνση της νομοθεσίας; Για να αποτραπούν παρόμοιες καταστάσεις; Αποδεικνύεται ότι απότυχαν με πάταγο. Και δεν θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη ούτε να προβούν σε οποιαδήποτε αυτοκριτική.
Κι ένα υστερόγραφο: Οι φρεγάτες που κόβουν βόλτες στο Νότιο Κρητικό Πέλαγος και τις οποίες πληρώνει πολύ ακριβά ο ελληνικός λαός, για ποιο ακριβώς λόγο βρίσκονται εκεί; Μπορεί κάποιος να μας δώσει μία πειστική εξήγηση;



