Οι τιμές των εισιτηρίων για τη συναυλία των Metallica είναι εξωφρενικές αφού αυτά που έχουν μείνει κυμαίνονται από 310 ευρώ έωσ 470 ευρώ ενώ τα εισιτήρια πιο κοντά στη σκηνή φτάνουν τα 9.200 ευρώ. Οι τιμές στη μαύρη αγορά είναι ακόμη πιο υψηλές.
Με αφορμή τις εξωφρενικές τιμές για μία μπάντα που αγαπήθηκε από έφηβους μακρυμάλληδες και που πλέον τις συναυλίες τους μπορούν να δουν μόνο όσοι αντέζει το πορτοφόλι τους μεταφράσαμε ένα άρθρο της Whizy Kim για το Vox.com που εξηγεί τους λόγους για τους οποίους τα τελευταία χρόνια οι τιμές των εισιτηρίων συγκεκριμένων συναυλιών έχουν φτάσει …στον Θεό.
Ακολουθεί το πολύ ενδιαφέρον άρθρο:
Είσαι μέσα σε ένα πλήθος δεκάδων χιλιάδων οπαδών. Το συγκρότημα αρχίζει να παίζει το αγαπημένο σου τραγούδι. Όλοι ουρλιάζουν. Δεν πρόκειται ποτέ, μα ποτέ, να ξεχάσεις αυτή τη στιγμή.
Το να δεις από κοντά έναν μουσικό που λατρεύεις μπορεί να είναι μια σχεδόν μεταφυσική εμπειρία. Όμως το να φτάσεις μέχρι εκεί έχει μετατραπεί σε εφιάλτη, αφού για να εξασφαλίσεις εισιτήρια χωρίς να χρεοκοπήσεις απαιτείται να περάσεις μέσα από έναν πραγματικό λαβύρινθο εμποδίων. Όταν ανακοινώνονται εισιτήρια για κάποια δημοφιλή συναυλία, επικρατεί πανδαιμόνιο. Μπορεί να εμφανιστούν σφάλματα όταν προσπαθείς να τα αγοράσεις, και να χρειαστεί να περιμένεις ώρες σε μια εικονική ουρά για να αρπάξεις ό,τι έχει απομείνει. Και μετά καταρρέει ολόκληρη η ιστοσελίδα πώλησης εισιτηρίων, προφανώς επειδή την κατακλύζουν bots που προσπαθούν να αποκτήσουν πρόσβαση.
Στις πλατφόρμες μεταπώλησης, τα εισιτήρια έχουν ήδη πολλαπλάσια τιμή από ό,τι υπολόγιζες να πληρώσεις. Όμως περίμενες χρόνια για να τους δεις από κοντά — οπότε δίνεις τα λεφτά. Το 2024, αυτό μπορεί να σημαίνει εκατοντάδες ή και χιλιάδες δολάρια για τις καλύτερες θέσεις. Τα κορυφαία εισιτήρια για την περιοδεία Eras της Taylor Swift, την περασμένη χρονιά, πουλήθηκαν σε ιστοσελίδες μεταπώλησης έως και για 200.000 δολάρια — ποσό αρκετό για να πληρώσει κάποιος ιδιωτικό τετραετές κολλέγιο χωρίς καμία οικονομική ενίσχυση.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι φίλοι της μουσικής νιώθουν απογοήτευση και οργή. Φυσικά, το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος διοργανωτής συναυλιών και πάροχος εισιτηρίων είναι μία και μόνο γιγαντιαία εταιρεία που έχει τεράστιο έλεγχο στο πώς αγοράζονται και πωλούνται τα εισιτήρια, δεν βοηθά καθόλου. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αναμένεται να καταθέσει αγωγή για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας κατά αυτής της εταιρείας — της Live Nation, που κατέχει την Ticketmaster — κατηγορώντας την, μεταξύ άλλων, για χρήση αποκλειστικών συμβολαίων έκδοσης εισιτηρίων για να διατηρεί το μονοπώλιο. Όμως, ενώ είναι εύκολο να κατηγορήσει κανείς έναν μόνο υπαίτιο για το χάος και τις εξωφρενικές τιμές, η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα περίπλοκο μείγμα αιτιών που καθιστούν την απόκτηση εισιτηρίων για μεγάλες συναυλίες τόσο δύσκολη υπόθεση — και η διαχείριση τόσο μεγάλης ζήτησης επίσης δεν είναι εύκολη. Εκατομμύρια φαν θέλουν να πάνε σε μια συναυλία της Taylor Swift, της Beyoncé ή του Harry Styles — αλλά οι συναυλίες και οι θέσεις είναι περιορισμένες. Ποιος θα πρέπει να πάει;
Πώς οι συναυλίες έγιναν τόσο ακριβές
Η πραγματικότητα είναι πως το κόστος των συναυλιών έχει αυξηθεί σταθερά ακόμη και στην πρωτογενή αγορά — δηλαδή εκεί όπου κάποιος μπορεί να αγοράσει εισιτήρια αρχικά, όπως στην Ticketmaster — πριν προστεθούν οι υπερχρεώσεις των μεταπωλητών. Σύμφωνα με το εξειδικευμένο περιοδικό της μουσικής βιομηχανίας Pollstar, η μέση τιμή εισιτηρίου για τις 100 μεγαλύτερες περιοδείες του 2023 ήταν 122,84 δολάρια. Το 2019 ήταν 91,86 δολάρια — μια αύξηση που ξεπερνά αισθητά τον πληθωρισμό. Το 2000, η αντίστοιχη τιμή ήταν μόλις 40,74 δολάρια. Για τις 10 πιο επικερδείς περιοδείες του 2023, η μέση τιμή εκτοξεύτηκε στα 152,97 δολάρια.
Αν και υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτή τη διαρκή αύξηση των τιμών (συμπεριλαμβανομένων των υψηλών τελών, τα οποία σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Λογοδοσίας της Κυβέρνησης των ΗΠΑ το 2018 αντιστοιχούν κατά μέσο όρο στο 27% του συνολικού κόστους του εισιτηρίου), η ουσία του προβλήματος είναι απλή: η ζήτηση. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο διεκδικούν με αγωνία την είσοδό τους σε συναυλίες λίγων, πολύ δημοφιλών καλλιτεχνών. Η Live Nation ανέφερε ότι το 2023 πάνω από 145 εκατομμύρια άνθρωποι παρακολούθησαν κάποια από τις συναυλίες της — σε σύγκριση με 98 εκατομμύρια το 2019. Και η δυναμική αυτή δεν δείχνει σημάδια επιβράδυνσης, αφού οι πωλήσεις εισιτηρίων στο πρώτο τρίμηνο του 2024 ξεπέρασαν τις αντίστοιχες της περσινής χρονιάς.
Ένα μεγάλο βήμα που θα μπορούσαν να κάνουν οι καλλιτέχνες και οι διοργανωτές είναι να διαθέσουν περισσότερα εισιτήρια απευθείας στους θαυμαστές τους.
Ένα σημαντικό ποσοστό της χωρητικότητας ενός χώρου συχνά παρακρατείται για τις προπωλήσεις, στις οποίες αποκτά πρόσβαση μόνο μια αποκλειστική ομάδα — VIP προσκεκλημένοι, μάνατζερ και πράκτορες της μουσικής βιομηχανίας, εταιρικοί χορηγοί, δημοσιογράφοι κ.ά. Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Λογοδοσίας της Κυβέρνησης των ΗΠΑ το 2018, μεταξύ 10% και 30% των εισιτηρίων για μεγάλες συναυλίες πωλούνταν μέσω προπωλήσεων αντί για γενική διάθεση· για κορυφαίους καλλιτέχνες σε τεράστιους χώρους, αυτό το ποσοστό μπορεί να φτάσει έως και 65%.
Το 2009, έρευνα του NewsChannel 5 από το Νάσβιλ αποκάλυψε ότι, μετά τις προπωλήσεις και άλλες κρατήσεις, μόλις 1.591 εισιτήρια για μια συναυλία της Taylor Swift ήταν διαθέσιμα στο ευρύ κοινό για έναν χώρο που χωρούσε 13.330 άτομα. Το 2019, η Live Nation παραδέχτηκε ότι είχε κρατήσει δεκάδες χιλιάδες εισιτήρια για περιοδεία των Metallica, αποφεύγοντας την πώλησή τους στην αρχική τους τιμή και τοποθετώντας τα απευθείας σε μεταπωλητικές πλατφόρμες.
Ο οικονομολόγος Pascal Courty από το Πανεπιστήμιο της Βικτώρια τονίζει ότι η έλλειψη διαφάνειας αποτελεί τεράστιο πρόβλημα: «Είναι πολύ σπάνιο το κοινό να γνωρίζει πόσα εισιτήρια πωλούνται στην πραγματικότητα», δήλωσε στο Vox. Αν και πράγματι υπάρχει τεράστια ζήτηση για δημοφιλείς καλλιτέχνες, η πρακτική της παρακράτησης τόσο μεγάλου αριθμού εισιτηρίων από το κοινό — όπως η διάθεσή τους αποκλειστικά μέσω πιστωτικών καρτών — σίγουρα δεν βοηθά.
Η Elizabeth Alume, 27 ετών, ξόδεψε αρκετές χιλιάδες δολάρια για να πετάξει από το Σιάτλ στο Λας Βέγκας και το Λος Άντζελες προκειμένου να δει το K-pop συγκρότημα BTS (δεν ήταν η μόνη — σύμφωνα με έκθεση της StubHub, το 2023 υπήρξε αύξηση 80% των Αμερικανών που αγόρασαν εισιτήρια για διεθνείς εκδηλώσεις μέσω της πλατφόρμας). Παρότι το ταξίδι και τα ξενοδοχεία κόστισαν αρκετές εκατοντάδες δολάρια το καθένα, η κύρια δαπάνη ήταν τα εισιτήρια μεταπώλησης για να τους δει σε πολλές εμφανίσεις: $2.200 στο Λας Βέγκας και $1.600 στο Λος Άντζελες.
Η δευτερογενής αγορά εισιτηρίων — όπου η συσσωρευμένη προσφορά συναντά την πρωτοφανή ζήτηση — ίσως αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους φαν.
Πώς οι μεταπωλητές κερδίζουν τους φαν
Στις μέρες μας, για να αγοράσεις εισιτήριο για μια μεγάλη συναυλία, απαιτείται προετοιμασία. Στην καλύτερη περίπτωση, χρειάζεσαι μια ειδοποίηση στο ημερολόγιό σου και το site πώλησης εισιτηρίων ανοιχτό ταυτόχρονα στο κινητό και τον υπολογιστή σου. Για τις πιο δημοφιλείς συναυλίες, ίσως χρειαστεί να δηλώσεις συμμετοχή εκ των προτέρων – όπως με το σύστημα Verified Fan του Ticketmaster, το οποίο απαιτεί από τους χρήστες να εγγραφούν με αριθμό κινητού και email πριν ξεκινήσει η πώληση. Η εταιρεία δηλώνει πως χρησιμοποιεί «αλγορίθμους και μοναδική ανάλυση δεδομένων» για να διακρίνει τα bots από τους πραγματικούς ανθρώπους. (Το να αποδείξεις ότι είσαι άνθρωπος δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα αγοράσεις και εισιτήριο. Για τις πιο περιζήτητες συναυλίες, οι Verified Fans μπαίνουν σε κλήρωση και μόνο όσοι επιλεγούν λαμβάνουν έναν κωδικό πρόσβασης – οι υπόλοιποι μεταφέρονται σε λίστα αναμονής.)
Το Ticketmaster βάζει όλα αυτά τα εμπόδια για να αποτρέψει τους επαγγελματίες μεταπωλητές — τα δίκτυα των «scalpers» που αγοράζουν μαζικά εισιτήρια για να τα μεταπωλήσουν με κέρδος. Τα ακριβή κριτήρια που χρησιμοποιεί το Ticketmaster για να εντοπίσει έναν μεταπωλητή δεν αποκαλύπτονται, αλλά υπάρχουν ενδείξεις. «Φαίνεται ότι αν έχεις ξαναδεί τον καλλιτέχνη στο παρελθόν, έχεις περισσότερες πιθανότητες να επιλεγείς», λέει ο Jason Koebler, συνιδρυτής του τεχνολογικού site 404 Media, που έχει καλύψει εκτενώς το φαινόμενο scalping. «Αν η πιστωτική σου κάρτα και η διεύθυνση που έχεις δηλώσει στο Ticketmaster είναι κοντά στην πόλη της συναυλίας, έχεις περισσότερες πιθανότητες. Αν ο λογαριασμός σου στο Ticketmaster είναι παλιός, πάλι έχεις περισσότερες πιθανότητες.»
Το πρόβλημα είναι ότι οι αποφασισμένοι επαγγελματίες καταφέρνουν να ξεπερνούν αυτά τα εμπόδια.
Σύμφωνα με τον Koebler, σήμερα υπάρχει ολόκληρη μαύρη αγορά όπου πωλούνται λογαριασμοί Ticketmaster, ακόμα και «παλαιωμένοι» λογαριασμοί που φαίνονται πιο αυθεντικοί. Η μεταπώληση εισιτηρίων — αυτό που πολλοί απογοητευμένοι φαν αποκαλούν «scalping» — είναι μια παλιά, επαγγελματική δραστηριότητα. (Ακόμα και στην Αρχαία Ρώμη υπήρχαν «scalpers» που πουλούσαν τα καλύτερα καθίσματα για αγώνες μονομάχων στο Κολοσσαίο.) Διαθέτουν δικά τους συνέδρια και ασκούν lobbying για φιλική νομοθεσία. Ένας απλός μεταπωλητής ίσως να μην έχει τα χρήματα για να αγοράσει μαζικά λογαριασμούς Ticketmaster, αλλά αυτοί που λειτουργούν σε «βιομηχανική κλίμακα» σίγουρα τα έχουν.
«Ας πούμε ότι θέλω να δω την Taylor Swift στο Λος Άντζελες», εξηγεί. «Ως απλός φαν, συμμετέχω στην κλήρωση μια φορά με τον ένα μου λογαριασμό Ticketmaster. Ένας μεταπωλητής, όμως, μπαίνει στην Verified Fan κλήρωση 20.000 φορές με 20.000 λογαριασμούς Ticketmaster.»
Η ίδια ανισότητα ισχύει σχεδόν για κάθε μέθοδο αγοράς εισιτηρίων για “καυτές” συναυλίες. Προπώληση μέσω πιστωτικής κάρτας με προνόμια για συναυλίες; Οι επαγγελματίες έχουν όχι μία αλλά όλες τις σχετικές κάρτες. Προπώληση για τα μέλη του fan club του καλλιτέχνη; Οι scalpers απλώς πληρώνουν το αντίτιμο και εγγράφονται. Υπάρχουν επίσης ιστοσελίδες όπου μπορεί κανείς να αγοράσει κωδικούς πρόσβασης για προπωλήσεις, παρακάμπτοντας κάθε εγγραφή πιστωτικής. Το Ticketmaster προσπαθεί να περιορίσει τα bots, αλλά τα εξελιγμένα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι scalpers προσαρμόζονται διαρκώς. Οι μεταπωλητές επενδύουν μεγάλα ποσά σε επαγγελματικά εργαλεία που τους επιτρέπουν να είναι ταχύτεροι και να αγοράζουν περισσότερα εισιτήρια απ’ ό,τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος μόνος του — όπως browsers με συνδρομή όπου κάθε tab εμφανίζεται ως ξεχωριστός χρήστης σε εικονική ουρά. Διαθέτουν δεκάδες «burner» τηλέφωνα και πιστωτικές κάρτες. Η μάχη για τον περιορισμό τους είναι ένα ατέρμονο παιχνίδι «γάτας και ποντικιού». Αν και η μεταπώληση εισιτηρίων δεν είναι παράνομη — μόνο λίγες Πολιτείες στις ΗΠΑ έχουν περιορισμούς στις τιμές μεταπώλησης — η χρήση bots είναι. Όμως η επιβολή του νόμου σε όσους τα χρησιμοποιούν είναι ελάχιστη.
Αυτό σημαίνει ότι, στην πράξη, οι προσπάθειες να περιοριστούν οι μεταπωλητές έχουν κάνει πολύ πιο δύσκολη — για όλους, ακόμα και για τους πραγματικούς φαν — την αγορά εισιτηρίων. Η καταστροφική πρώτη κυκλοφορία εισιτηρίων για την περιοδεία της Swift πέρυσι άφησε πολλούς φαν χωρίς καμία δυνατότητα αγοράς. Όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με έναν μεταπωλητή, οι πιθανότητες δεν είναι υπέρ σου. «Ανταγωνίζεσαι ανθρώπους των οποίων το βιοποριστικό μέσο εξαρτάται από το να μπορούν να αγοράζουν και να πουλούν αυτά τα εισιτήρια», λέει ο Koebler.
Η αγοραπωλησία εισιτηρίων συναυλιών είναι ουσιαστικά ένας τρόπος για να “τυπώνει” κανείς χρήματα, αν είναι ικανός μεταπωλητής — και γι’ αυτό υπάρχει ολόκληρη βιομηχανία scalping. Τα κανονικά (όχι VIP) εισιτήρια για τις στάσεις της περιοδείας της Swift στη Βόρεια Αμερική πέρυσι κυμαίνονταν από $49 έως $449, ενώ, σύμφωνα με ανάλυση του Pitchfork, τα εισιτήρια μεταπώλησης για τις ίδιες συναυλίες πωλούνταν κατά μέσο όρο για $3.801. Τα εισιτήρια της ήταν τόσο πολύτιμα που ακόμα και απλοί άνθρωποι μπήκαν στο παιχνίδι: η StubHub ανέφερε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εισιτηρίων της περιοδείας Eras που πωλούνταν στην πλατφόρμα της προέρχονταν από νέους λογαριασμούς — κάτι που δείχνει ότι δεν ήταν επαγγελματίες μεταπωλητές, αλλά φαν που αποφάσισαν ότι προτιμούν να βγάλουν μια μικρή περιουσία αντί να παραστούν.
Οι scalpers είναι αναμφισβήτητα ένα μεγάλο πρόβλημα που κάνει τη συναυλιακή εμπειρία χειρότερη — όμως στη ρίζα του χάους βρίσκεται μια ανεξέλεγκτη, εκρηκτική ζήτηση που έχει αλλοιώσει πλήρως την εικόνα του τι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι άνθρωποι για να παρακολουθήσουν μια συναυλία.
Θα μπορούσε άραγε η λύση για τις εκτοξευμένες τιμές μεταπώλησης να είναι… υψηλότερες τιμές εισιτηρίων εξ αρχής;
Για να αντιμετωπιστεί η εκρηκτική ζήτηση, οι καλλιτέχνες μπορούν να προσπαθήσουν να δώσουν περισσότερες συναυλίες στα μεγαλύτερα στάδια. Αν αυτό δεν είναι αρκετό, τότε οι καλλιτέχνες και το Ticketmaster συχνά επιλέγουν να διοργανώσουν μια κλήρωση, ώστε τουλάχιστον όλοι να έχουν μια δίκαιη ευκαιρία να παρευρεθούν.
Δυστυχώς, οι «δίκαιες» κληρώσεις για δημοφιλή εισιτήρια δεν έχουν και το καλύτερο ιστορικό, επειδή το κίνητρο του κέρδους είναι πολύ ισχυρό. Ο Courty, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο της Βικτώρια, αποκαλεί αυτό το φαινόμενο «κατάρα της δίκαιης τιμολόγησης εισιτηρίων». Αν θέλεις να αποτρέψεις τους scalpers από το να εκμεταλλευτούν τις κληρώσεις, πρέπει να φροντίσεις να μην καταλήξουν στα χέρια τους μεγάλοι αριθμοί εισιτηρίων. Αλλά, όπως λέει ο Courty, αυτό είναι περίπλοκο. «Πρέπει να αρχίσεις να ελέγχεις όλους τους λογαριασμούς πωλήσεων, να εξετάσεις ποιοι ήταν οι αγοραστές, ποιοι οι μεταπωλητές — και συχνά μπορεί να βρίσκονται εκτός δικαιοδοσίας».
Η «μυστική» τρίτη επιλογή για να μειωθεί η ζήτηση δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, αλλά είναι απλή: Να γίνουν τα εισιτήρια πιο ακριβά από την αρχή, στην πρωτογενή αγορά.
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί οι καλλιτέχνες διστάζουν να τιμολογήσουν τα εισιτήριά τους σύμφωνα με το πόσο πουλιούνται στη StubHub ή σε άλλες πλατφόρμες μεταπώλησης. Οι φαν θα διαμαρτυρηθούν — και πολλοί μουσικοί θέλουν να δώσουν σε όλους τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν μια συναυλία τους. Ωστόσο, ένας σίγουρος τρόπος για να αποθαρρυνθούν οι scalpers είναι να αυξηθούν οι αρχικές τιμές και να περιοριστεί το περιθώριο κέρδους από την αγοραπωλησία εισιτηρίων. (Θεωρητικά, υπάρχει ένα ανώτατο όριο στο τι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι άνθρωποι για μια συναυλία, και αν το ξεπεράσεις, μειώνεις τη ζήτηση.) Υπάρχει μια λογική πίσω από αυτό για τους καλλιτέχνες: Αν ένα εισιτήριο πωλείται για 100 δολάρια στη δευτερογενή αγορά ενώ στην αρχική του τιμή κόστιζε 50 δολάρια, «ο μεταπωλητής βγάζει περισσότερα από σένα, που δημιούργησες την τέχνη και εργάστηκες γι’ αυτήν», σημειώνει ο Koebler.
Και κάτι που ίσως σας εκπλήξει
Όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, οι οικονομολόγοι λένε ότι ένας τρόπος να σταθεροποιηθούν οι εξωφρενικά υψηλές τιμές μεταπώλησης είναι η αύξηση της αρχικής τιμής πώλησης των εισιτηρίων. Μπορείς να επιτεθείς στο πρόβλημα προσφοράς και ζήτησης από δύο πλευρές: να αυξήσεις την προσφορά (οι καλλιτέχνες να δώσουν περισσότερες συναυλίες στα μεγαλύτερα στάδια του κόσμου) ή να περιορίσεις τη ζήτηση (θέτοντας υψηλές τιμές που θα αποθαρρύνουν πολλούς καταναλωτές).
Η λύση που προτείνει ο Courty για μια πραγματικά δίκαιη κλήρωση εισιτηρίων συναυλιών μοιάζει περισσότερο με την εμπειρία κράτησης πτήσεων: το εισιτήριο να είναι δεσμευμένο στο όνομα του αγοραστή και, σε περίπτωση ακύρωσης, να επιστρέφεται στον αρχικό πάροχο, ο οποίος το διαθέτει στον επόμενο στη λίστα αναμονής. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι οι μεταπωλητές πιθανότατα θα πολεμούσαν με κάθε τρόπο ένα τέτοιο μέτρο, ενώ αυξάνεται και το λειτουργικό κόστος για τις εταιρείες έκδοσης εισιτηρίων και τους διοργανωτές, καθώς θα απαιτείται ταυτοποίηση του αγοραστή με το πρόσωπο που τελικά εμφανίζεται στον χώρο της εκδήλωσης.
Όσο δεν υπάρχει νομοθεσία που να καθιστά αδύνατη τη μαύρη αγορά εισιτηρίων (scalping), και όσο εξακολουθεί να υπάρχει τεράστια απόκλιση μεταξύ της τιμής που ορίζουν οι καλλιτέχνες και αυτής που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι θεατές, οι μεταπωλητές θα έχουν κίνητρο να καταστρέφουν την εμπειρία αγοράς εισιτηρίων για όλους.
Ο ανταγωνισμός για μια θέση είναι τόσο αδυσώπητος που ορισμένοι φαν προτείνουν ένα σύστημα βασισμένο στην αξία — ή σε ό,τι εκείνοι θεωρούν αξία — αντί της τύχης. Οι πιο αφοσιωμένοι φαν, όσοι έχουν ακούσει τις περισσότερες ώρες μουσικής, έχουν αγοράσει τα περισσότερα άλμπουμ, βινύλια ή προϊόντα, θα πρέπει, λένε, να έχουν προτεραιότητα. Αλλά δεν είναι σαφές ότι αυτό είναι πραγματικά πιο δίκαιο. Ο χρόνος είναι επίσης προνόμιο, όπως και η οικονομική δυνατότητα να αγοράζει κανείς merchandise. Η συζήτηση αυτή αναδεικνύει το επίπεδο αγανάκτησης που δημιουργεί η άνιση σχέση προσφοράς και ζήτησης: Ποιος πραγματικά «αξίζει» να βρεθεί στην πρώτη σειρά σε μια συναυλία της Taylor Swift; Αυτός που έχει τα περισσότερα χρήματα; Τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο; Αν κάποιος εργάζεται όταν ανοίγει η πώληση εισιτηρίων, πρέπει απλώς να συμβιβαστεί με το ότι δεν θα δει τη συναυλία;
Οι μεγάλοι σταρ της ποπ ήδη κάνουν ό,τι μπορούν για να κλείνουν τα μεγαλύτερα στάδια και να προσθέτουν επιπλέον εμφανίσεις για να καλύψουν μέρος της ζήτησης. Αλλά για λίγους καλλιτέχνες, όπως η Taylor Swift, η επιθυμία των φαν να τους δουν ζωντανά μοιάζει ακόρεστη — και υπάρχει φυσικό όριο στον αριθμό των συναυλιών που μπορεί ένας άνθρωπος να δώσει.
«Στην ουσία, αυτό που συζητάμε είναι η πρόσβαση σε έναν άνθρωπο», λέει ο Koebler. «Ο χώρος είναι περιορισμένος. Ο χρόνος είναι περιορισμένος».