18.5 C
Chania
Thursday, May 15, 2025

“ΜΟΙΡΟΛΟΓΙΑ”: Απ’ το βιβλίο του Ευτύχη Ι. Λαμπουσάκη “ΤΟ ΣΕΛΙΝΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ”

Ημερομηνία:

Σας μεταφέρομε απ’ το παραπάνω βιβλίο μοιρολόγια μαννάδων που έχασαν τα παιδιά τους στις επαναστάσεις εναντίον των Τούρκων. Και όχι μόνο! Γιατί όλες οι Μάννες πονούν το ίδιο όταν χάνουν τα παιδιά τους. και λένε μοιρολόγια. Από την μάννα του Χριστού μέχρι την μάννα του γυιού της Παλαιστίνης. Της Ουκρανίας, της Ρωσίας, της Συρίας.

Για τον κάθε θάνατο παιδιού της αναντικατάστατου θρηνεί η Μάννα.

Μοιρολόι από τη μάνα του παλληκαριού Παύλου Ζαμπέτη από την Ανώπολη, που σκοτώθηκε στις μάχες κατά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770

Μαρμαρωμένο σε θωρώ, Πωλιό μου,

αγρίμι τω Μαδάρω κι εδικό μου,

μιλώ σου και δε μου μιλείς, κλωνάκι μου,

πιάνω σε και μου φεύγεις, παλληκάρι μου.

Ακολουθεί ένα ερώτημα τραγικό, που κάνει τον ακροατή ν’ ανατριχιάζει:

Που πάεις με τέθοιαν άνοιξη, καλέ μου,

Που πάεις με τέθοιον ήλιο, σύντροφέ μου;

Για τον νεκρό Ζαμπέτη ειπώθηκε και το παρακάτω μοιρολόι από τη μητέρα της αρραβωνιαστικιάς του από τους Κομητάδες, που ήλθε στην Ανώπολη φέρνοντας και την πλεξίδα της άτυχης κόρης της. Αφού την απόθεσε πάνω στον νεκρό, κατά το έθιμο, άρχισε:

Γιε μου, θλιφτή παραγγελιά

σου  φέρνω απού τα όρη,

χαιρετισμό μιας άμοιρης

που να ‘ρθει δεν εμπόρει.

Ξαθά μαλλιά π’ ανάθρεφε

επά και χρόνια τόσα

να στρώνει προσκεφάλι σου,

Κι ιδέ πως αποδώσα.

Κάθε κλωνί κι απαντοχή

και κάθε τρίχα ολπίδα

μα οψές ούλες τα’ απαντοχές

τσι σύγκοψε η λεπίδα…

Ύστερα γύρισε το μοιρολόι σε θέματα γενικά και φιλοσοφεί:

Ρωτώ τον καπετάνιο σου

το Δάσκαλο το Γιάννη

όντεν αθούσι τα κλαδιά,

πόλεμο γιάντα κάνει

και παίρνει ο ήλιος πούλουδα

και παλληκάρια ο Χάρος

και τα παντέρμα τα Σφακιά

διπλόν το ‘χουν το βάρος…

Θρήνος και μοιρολόι από τη μάνα του ξακουστού Σήφη Λιάπη μπροστά στον έκτο γιο που της έφεραν νεκρό στο σπίτι της. Τον έκτο και τον τελευταίο.

Ώφου ν’ υγιέ μου Σήφη μου,

κι είντα ‘ναι που σου κάμα

ποιοι, γιέ μου, σε σκοτώσασι,

ποιοι σκύλοι σ’ αποθάνα.

Ζητά ευθύνες από τον νεκρό σαν Σπαρτιάτισσα:

Σήφη μου, δε σου το ‘λεγα

πάντα να ‘χεις το νου σου,

να μη θαρρεύγεσαι ποτές

γή φίλου γή οχθρού σου;

Σήφη μου, πού ‘χες την αντρειά,

τη παλληκαροσύνη,

και πού την είχες αφητή

την ογρηγοροσύνη

κι άφηκες και σε σκότωσαν…

Επειδή τον Σήφη, το πρωτοπαλλήκαρο των Χανίων,  δεν τον σκότωσαν οι Τσιριντάνηδες που είχαν με τους Λιάπηδες παλιά πολυαίμαχτη βεντέτα, αλλά ένας ξένος και άσημος άντρας, ξεσπά το μεγάλο της παράπονο:

Απού τσι Τσιριντάνηδες ΄

αν είχε του βαρούσι,

δεν ήτανε παράπονο

γιατί κι αυτοί πονούσι.

Μα ένα θεριό που το ‘τρεμε

Ανατολή και Δύση

κρίμα ήτονε ένας κακουρές

για να το καταλύσει…

Ύστερα θυμάται τη θέση της, την κακοτυχία της, η μαύρη μάνα:

Έξ’ άντρες είχα η άτυχη

κι η μαύρη καμωμένους

και τσ’ έξε μου τσι φέρασι

στο σπίτι σκοτωμένους…

Μα είντα να κάμω η γι έρημη

κι αν κλάψω κι α δεν κλάψω,

ήρθε και τούτου η ώρα του

να σκύψω να το θάψω.

Σα θες ν’ ακούσεις κλάηματα κι όμορφα μοιρολόγια,

πρόβαλε εις τα Τσαλιανά κάτω στο Βασιλάκι,

ν’ ακούσεις τη Βαρδήναινα πώς έκλαιγε τσι γιους τση.

Απ’ το μικρό ‘βανεν αρχή κι επήαινεν στο μεγάλο:

Πωλιό μου σγουρομάλλη μου,

Σήφη μου τσελεπή μου,

Γιάννη μου καπετάνιο μου

και κοσμογυρευτή μου…

Γιάννη μου, δε σου τόλεγα,

Γιάννη μου, δε σου το ‘πα

πως είναι οι μπάλες δανεικές

δεν είναι εδά σαν πρώτα…

Τους τρεις Βαρδινογιάννηδες τους σκότωσε ένας Γιωργές εκδικούμενος τον αδελφό του που σκότωσε ο Γιάννης Βαρδινογιάννης.

Μια μάνα ερωτά τον γιό της, που της τον πήγαν σκοτωμένο, και του λέγει:

-Γιέ μου, πού σ’ ηύρε ο Χάροντας

Κι εμαχαιρόσφαξέ σε;

Κι α σ’ ηύρε στο ζευγάρι μας,

να το ξεζευγαρώσω,

κι α σ’ ηύρε στο κουράδι μας,

να το ξετσαφαρώσω,

κι α σ’ ηύρε στο περβόλι μας,

μπλειο να μη το ποτίσω,

κι α σ’ ηύρεν εις τ’ αμπέλι μας,

να το ξεκουρμουλώσω,

κι α σ’ ηύρεν εις την εκκλησιά,

να μην τη λουτρουήσω,

κι α σ’ ηύρεν εις τη γειτονιά

να μη τη χαιρετήξω…

-Μάνα, λουτρούγα τσ’ εκκλησιές,

χαιρέτα τις γειτόνους,

μα μέν’ ο Χάρος μ’ εύρηκε

στσ’ αγάπης μου την πόρτα.

Αυτό το μοιρολόγι έχει γίνει τραγούδι ριζίτικο. Το τραγουδούν με τον ίδιο σκοπό που τραγουδούν τα τραγούδια της τάβλας.

Παραθέτω ένα πρωτότυπο μοιρολόι, αναφερόμενο στο θάνατο νέου παλληκαριού, που η χαροκαμένη μάνα του το αποχαιρετά και του παραγγέλνει:

Άμε, παιδί μου, στο καλό, καμάρι μου,

και μη ξαναγυρίσεις, κοπελιάρη μου,

κι άψε λαμπάδα και κερί, παιδί μου,

τον Άδη να γυρέψεις, μερακλή μου.

Κι εις τη δεξιά σου τη μεριά, λιοντάρι μου,

ειν’ ένα κυπαρίσσι, ατσιποδιάρη μου.

Κρεμούν οι νέοι τ’ άρματα, κουμπέ μου,

κι οι νέες τα φουστάνια, μενεξέ μου,

κι άμε, λεβέντη μου, και συ, χρυσέ μου,

εκεί να τα κρεμάσεις, άμοιρέ μου.

Ψάξε να βρεις τσι συγγενείς, καμάρι μου,

τσι φίλους, τις δικούς μας, παλληκάρι μου,

να μου τις χαιρετήσεις, άγγελέ μου,

και να σε πάνε στσι γιατρούς, καλέ μου.

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ