Εισηγητής: Γιάννης Τσαλουχίδης | Αίσθημα ευφορίας επικρατεί, όταν αποδεικνύεται ότι σημαντικά τμήματα του ελληνισμού, όπως η Κρήτη και ο Πόντος, συνδέονται με σημαντικούς σταθμούς της Εθνικής μας ιστορίας. Ο δεσμός αυτός υπογραμμίζει τα μηνύματα και προβάλλει τον Πανεθνικό και Παλλαϊκό χαρακτήρα της αρμονικής αυτής συμμετρίας του λαού. Αυτές οι ενότητες πρέπει να βρουν τον άνετο χώρο προβολής και να λαμβάνουν εκάστοτε τον εορταστικό χαρακτήρα της ιστορικής μνήμης, με όλα τα μέσα ενημέρωσης για να εμφανίζεται η Κοινή παρουσία του λαού.
Η άγνοια των γεγονότων, η απόκρυψη, ο εκφυλισμός οδηγούν τον τόπο στην καθίζηση και αποτελούν το αντι-σύμβολο στην Εθνική αυτογνωσία.
Από τις διάφορες περιοχές της χώρας σι πηγές συγκλίνουν στο μεγάλο Εθνικό Ποταμό, που ενώνει τους Έλληνες και χαράσσει το δρόμο του Έθνους.
Ως λαός εσωτερικά διερχόμεθα και κάποιες κρίσεις διχασμού, εμπρός όμως στο έθνος υπάρχουν τα ορόσημα του 1992 της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς, του 1996 των Ολυμπιακών Αγώνων και του 2000 της αλλαγής του αιώνα και της εκκολαπτόμενης Ευρωχώρας των 320 εκ. πολιτών, που συμμετέχουμε ως ενεργοί πολίτες.
Για την ύπαρξή μας λοιπόν ως έθνους, ως λαού, ως πολιτισμού και γλώσσας, ως φυλετική οντότητα και ως κοινωνικού συνόλου, με εθνικές ιδιαιτερότητες, απαιτείται η μέγιστη δυνατή συνεκτικότητα. ομοψυχία και σύμπνοια και αυτό όταν καταστεί απαίτηση του λαού, των πολιτών, θα επιβληθεί και στην ηγεσία.
Η εργασία αυτή δεν έχει αξιώσεις να αναδιφήσει πηγές και να θεμελιώσει ιστορία, ερανίζεται στοιχεία που αποδεικνύουν τους ακατάλυτους δεσμούς αίματος και φιλαλληλίας μεταξύ Κρητών και Ποντίων.
Αφετηρία των σχέσεων Κρήτης και Πόντου, αποτελεί η ναυτική εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά από την Κωνσταντινούπολη, για την ανακατάληψη της Κρήτης από τους Σαρακηνούς Το 961 δηλ. πριν 1027 χρόνια και στην οποία συμμετέσχαν ενεργά οι Πόντιοι για την απελευθέρωση της Κρήτης. Ο κύκλος της φιλαλληλίας έκλεισε το 1922 δηλ. 961 έτη ύστερα από το 961, οπότε η φιλόξενη γη των Κρητών δέχθηκε τους Πόντιους Πρόσφυγες με την επελθούσα Μικρασιατική Καταστροφή και τους παρέσχε τη θαλπωρή της φιλοξενίας.
Προηγουμένως οι Κρήτες την περίοδο 1905-1917 πολέμησαν και πότισαν με αίμα την Μακεδονία για την απελευθέρωσή της, προετοιμάζοντας ελεύθερη πατρίδα για τους Πόντιους που την αποίκισαν μετά το 1922.
Μεταξύ Κρητών και Ποντίων υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν τις στενές σχέσεις μεταξύ τους. Η ιστορία αναφέρει πλήθος από μετακινήσεις πληθυσμών από τον Πόντο προς την Κρήτη.
Πέρα από τις γραπτές μαρτυρίες υπάρχουν ερείπια, τοπωνυμίες λαογραφικά στοιχεία που συμπληρώνουν τα ιστορικά γεγονότα.
Στον Β’ τόμο του βιβλίου – οδηγού του Στελ. Σπανάκη «Τουρισμός – Ιστορία – Αρχαιολογία» αναφέρονται τα παρακάτω:
«Τραπεζούντα» η απέναντι προς Νότο από τη πόλη της Σητείας σε ένα μικρό επίπεδο ύψωμα σώζονται τα ερείπια του συνοικισμού Τραπεζόντα.
«Ο οικισμός αναφέρεται από το 1414. Το έτος αυτό ο Abroynus Anteron ζήτησε από τη Βενετία να επιτρέψει την εγκατάσταση στην Κρήτη 880 οικογενειών της Τραπεζούντας, που εκδιώχθηκαν από τους Τούρκους.
«Στην Τραπεζόντα που ήταν φέουδο της οικογένειας Καρνάρων, γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1553 και ο Βιτσέντζος ο πιθανότερος ποιητής του Ερωτόκριτου;
Το 1538 ο Πειρατής Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα κατέστρεψε την Τραπεζόντα. «Τελευταία βρέθηκε ένα οικόσημο με τον μονοκέφαλο αετό των Κομνηνών που βρίσκεται στο Μουσείο Ηρακλείου (περ. «Μύσων» Β’ 14ος) Ποντιακής καταγωγής ήταν και ο Γεώργιος Τραπεζούντιος που γεννήθηκε το 1396 στον Χάνδακα Κρήτης. Είναι γνωστό ότι από τον 9ο αιώνα μετά την ανακατάληψη της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά και την εκδίωξη των Σαρακηνών, οι οποίοι αποδεκάτισαν τον ελληνικό πληθυσμό του νησιού, οργανώθηκε ομαδική μετανάστευση μικρασιατικών και ποντιακών πληθυσμών στη Μεγαλόνησο για την συμπλήρωση των κενών του πληθυσμού της. Ανάμεσά τους διέπρεψε ο όσιος Νίκων ο
Μετανοείτε τέκνο του Πολεμονιακού Πόντου, που παρέμεινε στην Κρήτη επτά έτη και επανέφερε πολλούς Κρήτες στον Χριστιανισμό.
Ο εποικισμός της Κρήτης έγινε κυρίως επί Αλεξίου Β’ Κομνηνού. Το 1182 και επί Ισαακίου Αγγέλου το 1185 αμφοτέρων της δυναστείας των Κομνηνών που κατάγονταν από τον Πόντο.
Η εγκατάσταση στην Κρήτη σημαντικού αριθμού Ποντίων είναι αναμφισβήτητη. Τα αμφισβητούμενα και άγνωστα είναι ο αριθμός των μετακινηθέντων περίπου και οι χώροι εγκατάστασης στην Κρήτη, πλην της περίπτωσης της Τραπεζόντας Σητείας.
Καλέ-σσα χωριό στο νομό Ηρακλείου (επαρχία Μαλυβυζίου), η λέξη Καλέσσα είναι άγνωστη στην Κρητική διάλεκτο ενώ είναι συχνότατη στην Ποντιακή με την κατάληξη -εσσα ως δηλωτική των θηλυκών όπως: καλέσσα, η καλή, κακ-έσσα κακή, άσπρεσσα, έμμορφεσσα κ.α.
Στην Ποντιακή υπάρχουν πολλές λέξεις που συναντώνται στην Κρήτη και κυρίως από τον Ερωτόκριτο.
Π.χ. αρχινίζω, γερώ (γερνώ), τσάτσαλα (ράκη) τάσσιμο (τάξιμο) φοβερίζω, φέγγος, φουρκίζω (πνίγω), εποίκεν, εύκαιρος, κωλιοσαύρα (κωλισσάφρα), καλεσμένες, κομπώνω (απατώ) πορπατώ (περπατώ), τρυφεραίνω, λιγόνομαι (λιγούμαι) κ.α.
Οι Έλληνες του Πόντου είναι άποικοι της αρχαίας ελληνικής πόλης Μιλήτου που ιδρύθηκε κατά τους Μινωικούς χρόνους από τον Σαρπηδόνα αδελφό του Μίνωα, είτε από τον Μίλητο που κατήγετο από την ομώνυμη πόλη της Κρήτης και θεωρούσε μητρόπολη την Κρητική Μίλητο.
Οι Μιλήσιοι απέκτησαν μεγάλη ναυτική δύναμη και ίδρυσαν πολλές αποικίες ιδιαίτερα στον Εύξεινο Πόντο όπως τη Σινώπη κατά το 750 π.Χ. και την Αμισό.
Η Σινώπη του Ε’ π.Χ. έστειλε αποίκους στην Κερασούντα, τα Κοτύωρα και αλλού.
Οι Έλληνες μέχρι την εμφάνιση του Μ. Αλεξάνδρου δεν συνέπηξαν ενιαίο κράτος, αλλά κάθε ελληνική πόλη αποτελούσε ίδιο κράτος. Ο συνδετικός κρίκος που ένωνε τους Έλληνες ως έθνος και ως λαό έναντι των άλλων, υπήρξαν η κοινή γλώσσα, τα κοινά θρησκευτικά και άλλα έθιμά τους.
Εκτός από τα ιστορικά και γλωσσολογικά δεδομένα και η λαογραφία συμβάλλει στην εθνογενετική έρευνα.
Η λύρα είναι το κύριο μουσικό όργανο της Κρήτης. Τη λύρα έχει συντροφιά ο βοσκός σα βόσκει τα πρόβατά του.
Ο Πόντιος λαογράφος Π. Ακρίτας παραδέχεται ότι η ποντιακή λύρα («κεμεντζές») που παίζεται στον Καύκασο έχει κρητική καταγωγή. Ομοιότητες φορεσιάς ανδρών: Βράκα, μπότες, κεφαλόδεσμος, άρματα. Μέσα σ’ αυτό τον μακραίωνα πολιτισμό υπάρχει χώρος για να εντάξουμε τις σχέσεις Κρητών και Ποντίων με αφετηρία το 961 όταν Πόντιοι πήραν μέρος στην στρατιά του Νικηφόρου Φωκά για την απελευθέρωση της Κρήτης και μέχρι το 1922 όπου η φιλόξενη γη των Κρητών μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα δέχθηκε τους Έλληνες πρόσφυγες από τον Πόντο και την Μ. Ασία.
Η Βυζαντινή αυτοκρατορία κληρονόμος του αρχαίου ρωμαϊκού κράτους ήταν η επικαθημένη στα όρη της Δύσης και της Ανατολής επί 1000 έτη.
ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΣΤΟΝ 9ο ΚΑΙ 10ο ΑΙΩΝΑ
Οι βυζαντινοί και μουσουλμανικοί στόλοι στον 9ο και 10ο αιώνα εξελίχθηκαν ραγδαία. Αμφότεροι οι στόλοι είχαν εκπληκτικές επιτυχίες και προκαλούν έκπληξη, όπως οι αρχικές τολμηρές κατακτήσεις τους τον 7ο αιώνα.
«Υγρόν πυρ» διέθεταν και οι Βυζαντινοί και οι Άραβες. Γενικά τα μουσουλμανικά πολεμικά πλοία όπως και τα βυζαντινά, ήταν τρικάταρτα και παράλληλα με τα ιστία, χρησιμοποιούσαν μεγάλο αριθμό κωπηλατών περί τους διακόσιους.
Οι βυζαντινοί συγγραφείς ονομάζουν «κουμβάρια» τα μουσουλμανικά πλοία που αντιστοιχούν στο βυζαντινό «δρόμωνα».
Η κατάκτηση της Κρήτης έγινε από τους Ανδαλουσίους Μουσουλμάνους. Οι Ανδαλούσιοι κατακτητές διώχτηκαν από την πατρίδα τους Κόρδοβα ύστερα από μια αιματηρή επανάσταση εναντίον του Χαλίφη της Ισπανίας Hakam (796-822). Ένα μέρος από τους επαναστάτες μετανάστευσε στο Φεζ της Β. Αφρικής, ένα μέρος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και όταν την εγκατέλειψαν μπόρεσαν να καταλάβουν την Κρήτη περί το 824.
Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο οι Ανδαλούσιοι ήλθαν από την Σικελία διέσχισαν τα νησιά λεηλατώντας και κατέληξαν στην Αλεξάνδρεια που έγινε ορμητήριο για την κατάληψη της Κρήτης. Μετά την ανάκτηση της Κρήτης το πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι Βυζαντινοί, όπως φαίνεται από τον Βίο του Νίκωνος του Μετανοείτε δεν ήταν η επαναφορά του πληθυσμού στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό, αλλά η επιστροφή στο Βυζαντινό τρόπο ζωής γιατί τα 137 χρόνια συμβίωσης με τους Άραβες -όπως και στην περίπτωση των Μοζαράβων της Ισπανίας- επηρέασαν έμμεσα τα ήθη και τα έθιμά τους.
Η οικονομία κατά τη διάρκεια της αραβοκρατίας βελτιώθηκε σημαντικά και αυτό ήταν φυσικό δεδομένο διότι πριν την Αραβοκρατία η Κρήτη ανήκε στο κλειστό βυζαντινό οικονομικό κύκλωμα.
Το 904 προηγήθηκε η φοβερή επιδρομή εναντίον της Θεσσαλονίκης από τον Λέοντα Τριπολίτη.
Στην κατάσταση αυτή έδωσε τέλος η επιτυχημένη τελικά εκστρατεία και η ανάκτηση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά (961) που εσήμανε και την αρχή του τέλους του αγώνα του Βυζαντίου κατά των Αράβων.
Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΦΩΚΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
Η Κρήτη, η αρχαία εκατόμπολις νήσος, τοποθεσία στο μέσον της χριστιανικής Ευρώπης και της Μουσουλμανικής Αφρικής, το 824 είχε εκφύγει από την κυριαρχία των Ελλήνων.
Με στρατηγό τον Εμίρη Αβουχάψ οι τολμηροί τυχοδιώκτες του Ισλάμ εξ απίνης κατέλαβαν την Κρήτη ανυπεράσπιστη, αφού εδήλωσαν και ενέπρησαν τις πεδιάδες και τις πόλεις, με βία εξισλάμισαν τους κατοίκους και τελευταία ίδρυσαν την απόρθητη και περιώνυμο πόλη του Χάνδακα, παραλλαγή της λέξης Κανδία, σημερινό Ηράκλειο.
Με τρομακτική μονοτονία επαναλαμβάνονται οι αιματηρές περιπέτειες της Κρήτης, αλλά καμμία δεν φτάνει τους φόνους τη λαφυραγωγία και τον εξανδραποδισμό τις τραγικές ημέρες της άλωσης και της λεηλασίας της Θεσσαλονίκης από τους Άραβες το 904.
Μόνον το γεγονός ότι πρόσβαλαν την μεγαλούπολη αυτή την πρώτη μετά το Βυζάντιο πόλη της αυτοκρατορίας δείχνει το τόλμημα των ανηλεών πειρατών υπό την ηγεσία του Λέοντος Τριπολίτη. Πλην των απείρων λαφύρων απήγε είκοσι και δύο χιλιάδας παίδων αμφοτέρων των φύλων στα σκλαβοπάζαρα.
Από το 825 πέντε μεγάλες αλληλοδιάδοχες βυζαντινές εκστρατείες κατά της θεολέστου Κρήτης αθλίως απέτυχαν. Στην εκστρατεία του 902 που ηγείτο ο Ιμέριος ο βυζαντινός στρατός ανήρχετο σε 28.000 και περιελάμβανε 9.000 ιππείς. Ο Νικηφόρος Φωκάς ένας των μεγίστων στρατηγών του Βυζαντίου, Μάγιστρος (ένας από τους είκοσι τέσσαρες) περιβληθείς λειτουργίαν εκλαμπροτάτην και Μέγας Δομέστικος των Σχολών της Ανατολής δηλ. Αρχιστράτηγος προετοίμασε την εκστρατεία της Κρήτης. Ήταν ο εξόχως ενδεδειγμένος παρά τις αντικρουόμενες διαβεβαιώσεις των ιστορικών οι οποίοι ή τυφλοί θαυμαστές ή βιαιοπαθείς κακόλογοι αυτού υπήρξαν.
Οι προπαρασκευές επιδιώχθηκαν και έγιναν με εξαιρετική δραστηριότητα στον Κεράτιο κόλπο, με τον φοβερότερο στόλο της εποχής. «Για την εκστρατεία ετοιμάστηκαν εκλεκτά στρατεύματα. Τα πειθαρχικότατα συντάγματα των ευρωπαϊκών Θεμάτων, που ήταν ο πυρήνας των αρίστων στρατιών της αυτοκρατορίας, οι τραχείς αγρότες των απεράντων θρακικών πεδιάδων και των μακεδονικών ορέων συνωθούντο εκεί με τους Ανατολίτες, στρατιώτες από τα ασιατικά Θέματα των εν Καππαδοκία οικούντων και Λυκαονία και Πόντω, καταγομένων δε εκ των γότθων αποίκων του Οψικίου και της Γαλατίας τουτέστι μετά στρατευσίμων σχεδόν αγρίων συνήθως, αλλά μετά θαυμαστής μαχομένων ανδρείας… Τα αρμενικά δε τάγματα εν πολλή όντα τότε τιμή, ήσαν πολυάριθμα εν τω στρατώ του Νικηφόρου Φωκά» γράφει ο Schlumberger και συνεχίζει για τους Ρώσους μισθοφόρους σκανδιναβικής καταγωγής, που ήρχοντο καθ’ ομάδας στην Κωνσταντινούπολη επί μονοξύλων εκ κορμών δένδρου.
Διοικητικά ο Πόντος περιλαμβάνει τα Θέματα Παφλαγονίας, Αρμενιακό και Χαλδίας με αρχή τις πόλεις Σινώπη, Αμισό μέχρι Τραπεζούντα και νότια την Αμάσεια – Κολώνεια – Σεβάστια.
Η ύπαρξη στρατιωτών από τον Πόντο καταφαίνεται και από το γεγονός, ότι ο Νικηφόρος Φωκάς εγκατέστησε στην Κρήτη ομάδες από στρατιώτες προερχόμενους από τα ασιατικά Θέματα του Πόντου για να ενισχύσει τον χριστιανικό πληθυσμό.
Ο απειροπληθής στόλος, αν όφειλε να πιστεύσει κανείς μερικές υπερβολικές μαρτυρίες όπως του Μαγίστρου Συμεών, ανήρχετο σε 3300 πάσης τάξεως πλοία, δηλ. 2.220 χελάνδια και 1100 δρόμωνες.
Τα πλοία που τα καθιστούσε απείρως φοβερά για τους Σαρακηνούς, ήταν τα τρομακτικά «πυροφόρα πλοία» με το ιδιάζον μηχάνημα που εξεμούσε πυρ κατά πλοίων και ανθρώπων με καταχθόνιο μείγμα που εχύνετο σε είδος πύρινης και θανατηφόρου βροχής και προκαλούσε φρικώδη φόβο.
Ο εθνικός των Ρώσων ιστοριογράφων, αφηγείται: «Οι Έλληνες έχουσε πυρ προσόμοιον τη αστραπή του ουρανού εκσφενδονίσαντες αυτό καθ’ ημών κατέκαυσαν ημάς, του δ’ ένεκα δεν ηδυνήθημεν να νικήσωμεν αυτούς».
Η ΑΝΑΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ
Στην εποχή του δραστήριου αυτοκράτορα Ρωμανού ΙΙ(959-963) η «θεόλεστος» Μουσουλμανική Κρήτη ανακατελήφθηκε από τον Δομέστικο Νικηφόρο Φωκά.
Η επιτυχημένη αυτή εκστρατεία σύμφωνα με τον χρονικογράφο Θεοφάνη Κοντινουάτο έλαβε χώρα «μηνί Ιουλίου ινδικτιώνος Πέμπτης» δηλαδή τοποθετείται στο τέλος Ιουλίου 960.
Οι πληροφορίες για την εκστρατεία αυτή δυστυχώς είναι μονομερείς στηριζόμενες σε βυζαντινές πηγές.
Η σύνθεση του στρατού του Νικηφόρου Φωκά στον οποίο συμμετείχε μεγάλος αριθμός Αρμενίων, Ρώσσων και Σλάβων καθώς και η προπαρασκευή, ήταν γνωστή, εκτός από την περιοχή απόβασης του στρατού και την άμυνα των Μουσουλμάνων της Κρήτης.
Ο Θεοφάνης Κοντινουάτος αναφέρει ότι τα πλοία του Νικηφόρου Φωκά ήταν 700 και ο στρατός των Βυζαντινών ανήρχετο σε 72.000 από τους οποίους 5.000 ιππείς, αλλά ο αριθμός αυτός θεωρείται υπερβολικός. Ένα προσφάτως ανακαλυφθέν απόσπασμα από τη Ζωή του Αθανασίου Αθωνίτη μειώνει τον αριθμό των πολεμικών πλοίων στο ρεαλιστικό αριθμό των 250.
Στρατιωτικός ηγέτης υπεύθυνος για τον τεράστιο βυζαντινό στόλο ήταν ο μέλλων αυτοκράτορας Νικηφόρος Φωκάς που την περίοδο εκείνη ήταν Δομέστικος του στρατού της Ανατολής.
Οι βυζαντινές πηγές είναι βαθειά διηρημένες για την αμφιλεγόμενη μεγάλη προσωπικότητα του Νικηφόρου Φωκά. Η εξωτερική του παράσταση, η λιτότητα, οι πολιτικές απόψεις, εξήψαν βαθιά μια φλόγα αηδίας και μίσους αριθμού βυζαντινών συγγραφέων (Σκυλίτζης, Ζωναράς κ.ά.). Από την άλλη πλευρά και από αριθμό άλλων συγγραφέων η στρατιωτική του ευφυΐα έσωσε το Βυζάντιο από μεγάλους εχθρούς, τους Μουσουλμάνους της Κρήτης, και ενέπνευσε μεγάλο ενθουσιασμό γι’ αυτόν.
Η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Φωκά εικονογραφείται πλήρως από τις δραστηριότητές του στην Κρήτη. Κατά την διάρκεια της πολιορκίας του Χάνδακα (Ηράκλειο) σε μια ωμή έκρηξη του παραλόγου χιούμορ, εκσφενδόνισε ένα γάιδαρο στους πεινώντες Μουσουλμάνους στρατιώτες χρησιμοποιώντας τις πολιορκητικές μηχανές. Αλλά μετά την κατάληψη της πόλης φιλόπονα προσπάθησε να περιορίσει τους στρατιώτες του από τον φόνο των αιχμαλώτων.
Η γενναία συμπεριφορά του Νικηφόρου Φωκά απεικονίζεται και από δύο επεισόδια. Στο πρώτο έπιασε και μετακίνησε με τα χέρια του μια βαριά πέτρα που έρριξαν οι Άραβες στο μέσο του στρατού του. Στο δεύτερο στάθηκε σταθερά ενάντια σ’ ένα γιγαντόσωμο Άραβα τον οποίο εφόνευσε με ένα μόνο πλήγμα του σπαθιού του.
Το δρομολόγιο του Νικηφόρου Φωκά περιγράφεται από το σταδιοδρομικόν και ο χώρος απόβασης της στρατιάς του φαίνεται να είναι στην αμμώδη ακτή του Αλμυρού δυτικά του Χάνδακα (Κάντια και τώρα Ηράκλειο). Εκεί ο Φωκάς έκανε οχυρωματικά έργα, εγκατέστησε το επιτελείο του και με επιμέλεια σχεδίασε την ανακατάληψη του νησιού.
Άλλοι συγγραφείς αναφέρουν ως σημείο απόβασης τη θέση Φοινίκια και τα κείμενα αναφέρονται στη Ζωή του Αθανασίου Αθωνίτη. Η Ζωή αναφέρει, ότι ο Νικηφόρος Φωκάς κατέλαβε πρώτα τη νησίδα Δίας κι από κει εξαπέστειλε κατασκόπους και με ευφυές στρατήγημα κατέλαβε την Κρήτη.
Τα στρατιωτικά εγχειρίδια του δέκατου αιώνα μας προσφέρουν ολοκληρωμένη περιγραφή για τη Βυζαντινή στρατιωτική τακτική που εφαρμόσθηκε την περίοδο αυτή, όπως η επιτήδεια και ευφυής στρατηγική του Νικηφόρου Φωκά.
Οι βυζαντινοί έκαναν περιορισμένη χρήση υπονόμευσης και υγρού πυρός για να καταστρέψουν τα τείχη του Χάνδακα. Η πραγματική χρήση εγίνετο μόνο από τη θάλασσα, όπως αποδεικνύεται και από το βυζαντινό εγχειρίδιο «Τειχομαχία».
Οι Άραβες τον δέκατον αιώνα ήταν γνωστοί για την προχωρημένη τειχομαχία τους.
Ιδού μερικές περιγραφές:
«Τοις μαγγάνοις βάλλοντες εις βάθρον πέτρας… οι Κρητικοί» (Θεόδωρος Διάκων), «των δε πετροβόλων βάρη θαμινά των λίθων επαφιέντων, ευπετώς οι βάρβαροι ανεστέλλοντο» (Λέων Διάκονος).
Στη συνέχεια ο Φωκάς ανήγειρε νέον τείχος που ονομάστηκε τέμενος.
Η μόνη σοβαρή καθυστέρηση του Φωκά ήταν η ήττα και ο θάνατος του Παστίλα στρατηγού των Θρακών οι οποίος αιφνιδιάστηκε και εκμηδενίστηκε. Οι ανάγκες του βυζαντινού στρατού για εφοδιασμό καλύφθηκαν χάρη στις προσπάθειες του Ιωσήφ Βρίγγα και ιδίως το βαρύ χειμώνα του 960-961.
Ο Άραβας Nuwayri εξογκώνει τον αριθμό των φονευθέντων σε 200.000 και ότι η σφαγή έγινε αντίθετα με τις οδηγίες του Νικηφόρου Φωκά, που απαγόρευσε τον βιασμό των γυναικών: «και τούτο της σης προσταγής, εκηπτοκράτορ μη προς γυναίκες πορνικώς καθυβρίσαι…» (Θεόδ. Διάκονας).
Η εκστρατεία κατά της Κρήτης είχε προετοιμαστεί πολιτικά και διπλωματικά. Οι βασιλείς της Μουσουλμανικής Ισπανίας Αβδάν – Ραχμάν ΙΙΙ (912-961) και Hakam (961-976) δηλ. πριν και μετά την κατάληψη της Κρήτης είχαν σε υψηλό σημείο εγκάρδιες σχέσεις με τον Νικηφόρο Φωκά. Η δραστική αλλαγή της πολιτικής της Αιγύπτου θεωρείται η μεγίστη δικαιολογία για την πτώση της Κρήτης.
Μερικοί άλλοι καταλυτικοί παράγοντες για την πτώση της Κρήτης ήταν η ειρηνική περίοδος με την Βουλγαρία και ως εκ τούτου δεν υπήρχε φόβος δευτέρου μετώπου.
Ενώ λοιπόν ο Νικηφόρος Φωκάς υπηρετούσε ως στρατηγός του Ρωμανού ΙΙ, προετοίμαζε τον δρόμο με την δόξα της στρατιωτικής νίκης για να ανέλθει στο θρόνο του Βυζαντίου.
Δυστυχώς όλα τα έγγραφα για τα 137 χρόνια παρουσίας των Μουσουλμάνων στην Κρήτη κατεστράφησαν και τα πολύτιμα είδη μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Το Εμιράτο της Κρήτης γενικά θεωρείται ως ένα μουσουλμανικό κρατίδιο και όχι απλό ορμητήριο πειρατών.
Ο Μιχαήλ Ατταλειώτης αφηγείται ότι δεν υπήρχε λιμένας στο χώρο της απόβασης και «ενώ οι βυζαντινοί τοξότες και σφενδονήτες ανάγκαζαν τους Άραβες να απομακρύνονται της ακτής, οι μεγαλύτεροι των δρομώνων εξωθήσαν δια κωπηλασίας επί της όχθης• αυθωρεί δε ηνοίχθησαν αι θύραι αυτών και επικλινείς σανίδες διετέθησαν πάραυτα».
Η περιγραφή θυμίζει την απόβαση επί της ευρωπαϊκής ηπείρου στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο!
Το δρομολόγιο του Νικηφόρου Φωκά είναι 792 μίλια, αρχίζει από την Κωνσταντινούπολη – Ηράκλεια – Άνυδος – Φυγέλα (Κουσάντασι) – νησί Δία – Χάνδαξ.
Στα πλαίσια της προπαρασκευής της εκστρατείας του Νικηφόρου Φωκά, ιδιαίτερη σημασία είχε μεταξύ των άλλων λαών και η επιλογή Ποντίων μαχητών καθώς και Ποντίων πνευματικών ανθρώπων.
ΤΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ
Στην περιοχή του Πόντου το ελληνικό φρόνημα, η μαχητικότητα, οι πολεμικές αρετές ήταν σε ακμή την περίοδο του φεουδαρχισμού στην αυτοκρατορία. Διατηρήθηκε η μορφή της μικρής αγροτικής καλλιέργειας και το αυτοκρατορικό καθεστώς τους πρόσφερε ατέλειες και οικονομικά κίνητρα για την καθήλωση του πληθυσμού στην Περιοχή ώστε να αποτελέσει το θώρακα της αυτοκρατορίας απέναντι στους πολυάριθμους εχθρούς. Υπήρχαν οι ένοπλοι καλλιεργητές στα λεγόμενα στρατιωτόπια που υπεράσπιζαν αποφασιστικά τα μικρά ατομικά κτήματα και επιστρατεύοντο άμεσα σε ώρα πολέμου.
Η στρατηγική σημασία του Πόντου φαίνεται, όταν από τον 5ο αιώνα στάθμευε η Legio Prima Pontica (Πρώτη Ποντιακή Λεγεώνα) και το αντελήφθηκε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός. Απόηχος των πολεμικών αρετών, θρύλων και παραδόσεων βρίσκεται στο ακριτικό δημοτικό τραγούδι «Βασίλειος Διγενής Ακρίτας» (Το πρώτο χειρόγραφο ανακαλύφθηκε στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά το 1873 από τον Πόντιο ιστορικό Σάββα Ιωαννίδη).
Την ιστορική εποχή του 10ου αιώνα εμφανίζονται δύο μεγάλες πνευματικές μορφές στον Πόντο που δημιουργούν ένα θρησκευτικό και πνευματικό υπόβαθρο για όλο τον ελληνισμό: Πρόκειται για τον Αθανάσιο Αθωνίτη και τον Νίκωνα τον Μετανοείτε που ήταν και οι δύο φίλοι και ευνοούμενοι του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, που είχε αναχωρητική διάθεση.
Όταν το 961 ο Νικηφόρος Φωκάς εκστράτευσε στην Κρήτη κάλεσε τον φίλο του Αθανάσιο να στηρίξει το φρόνημα του στρατού με τις ευχές και τις συμβουλές του. Ο Νικηφόρος Φωκάς για ανταμοιβή του έργου στην απελευθέρωση της Κρήτης, έστειλε μεγάλο μέρος από τα λάφυρά του για να χτίσει, όπως και έγινε, στα 963, τη Μεγίστη Λαύρα, το πρώτο και μεγαλύτερο Μοναστήρι του Άθω. Τον ίδιο χρόνο ο Νικηφόρος ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας. Το 971 επί Ιωάννου Τσιμισκή ο Αθανάσιος συνέταξε τον πρώτο καταστατικό χάρτη του Αγίου Όρους, το Τυπικόν ή Κανονικόν της μοναστικής Πολιτείας τον «τράγο» όπως ονομάστηκε διότι γράφηκε πάνω σε δέρμα τράγου και σήμερα φυλάσσεται στη
Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Ο Νίκων ο Μετανοείτε έχει ξεχωριστή δράση στην Κρήτη το 961, προσκαλεσμένος από τον Νικηφόρο Φωκά, συχνά επαναλάμβανε την λέξη «μετανοείτε!», επανέφερε τους εξισλαμισμένους Κρητικούς στη χριστιανική πίστη και συνέβαλε στη μόρφωση των κληρικών του νησιού. Για όλα αυτά οι Κρητικοί συγκαταλέγουν τον Νίκωνα ανάμεσα στους αγίους τους.
ΟΙ ΕΚ ΠΟΝΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΚΟΜΝΗΝΟΙ ΚΑΙ Η ΚΡΗΤΗ
Η Κρήτη παρέμεινε στο Βυζάντιο δύο περιόδους.
Η Α’ Βυζαντινή Περίοδος αρχίζει με την ίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 323 και διαρκεί μέχρι το 823 με την κατάληψή της από τους Σαρακηνούς, δηλ. 500 έτη. Η Βυζαντινή Περίοδος αρχίζει με την ανάκτηση της Κρήτης το 961 και διήρκεσε μέχρι το 1204 που παραχωρήθηκε στους Ενετούς.
Εκτός από την συμμετοχή Ποντίων μαχητών στην εκστρατεία για την ανάκτηση της Κρήτης, η διασύνδεση της Κρήτης με τον Πόντο εντείνεται κατά την Β’ Βυζαντινή Περίοδο επί της δυναστείας των Κομνηνών, που ήσαν διάδοχοι του Ν. Φωκά με ιδρυτή τον Μανουήλ Κομνηνό από την Κασταμώνα της Παφλαγονίας του Πόντου. Από τον γενάρχη αυτόν αναδείχθηκαν οκτώ αυτοκράτορες και δέκα οκτώ Βασιλείς.
Αιτία του εποικισμού της Κρήτης από τους Βυζαντινούς ήταν ο δια πυρός και σιδήρου από τους Μουσουλμάνους αφανισμός του χριστιανικού πληθυσμού για να αλλαξοπιστήσουν. Όσοι αρνούνταν, οδηγούνταν στα κάτεργα.
Η Κρήτη το 800 είχε περίπου 300.000 χριστιανούς κατοίκους και έμειναν 30.000 κατά την απελευθέρωση από τον Νικηφόρο Φωκά. Ο πρώτος εποικισμός έγινε από τα στρατεύματα του Ν. Φωκά από το Θέμα Αρμενιακό και Θέμα Χαλδίας του Πόντου και ο όσιος Νίκων ο Μετανοείτε εκ Πολεμονιακού Πόντου έμεινε 7 χρόνια στην Κρήτη και έγινε άγιός της.
Ο εποικισμός της Κρήτης έγινε κυρίως επί Αλεξίου Β’ Κομνηνού το 1182 και επί Ισαακίου Αγγέλου το 1185, όταν εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη αρχικά 12 ευγενείς «Αρχοντόπουλα μετά των οίκων αυτών» κατά το διασωθέν Χρυσόβουλο.
Οι αναφερόμενοι ευγενείς που εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη ήσαν: 1. Φωκάς, 2. Γαβαλάς, 3. Σκορδίλης ανεψιός του Αυτοκράτορα και Μέγας Στρατάρχης, 4. Αρχολέων, 5. Χορτάτζης, 6. Μουσούρος, 7. Βαρούχας, 8. Μελισσινός, 9. Λίθινος, 10. Αργυρόπουλος – Αγιοστεφανίτης, 11. Βλαστός, 12. Καλαφάτης με 2-8 μέλη συγγενικά έκαστος. Όλοι αυτοί προέρχονται από συνοικίες της Κωνσταντινούπολης ονομαζόμενες από τις εκκλησίες. Σε «ορισμό» του 1185 καταχωρούνται οι περιοχές που εκχωρήθηκαν ως τιμάρια στα «Αρχοντόπουλα».
Στην περίοδο 1185-1204 έγινε η επαναφορά στο «κλίμα του Βυζαντίου» και υπάρχουν πολλά κοινά σημεία που δείχνουν την διαδικασία της επικοινωνίας και των δεσμών.
— Οι αρχικοί έποικοι ήταν συγγενείς και πιστοί υπήκοοι των Κομνηνών Αυτοκρατόρων που προήρχοντο από τον Βυζαντινό Πόντο. Αυτό συνάγεται από ιστορικά και λαογραφικά δεδομένα:
— Από πλήθος των παραγωγών οικογενειών και τις συγγένειες με εντόπιους.
Διατήρηση βυζαντινών ονομάτων σε οικογένειες.
Διατήρηση βυζαντινών τοπωνυμίων Κασταμονίτσα, Σκαρδίλω, Σκορδιλιανά, Σκορδιλοκαλλιεργιανά, Λιθίνες, Τραπεζόντα, Μονσούρω.
Η επίδραση των τραγουδιών του Ακριτικού κύκλου, άσματα που τραγουδιούνται από τις εσχατιές της Καππαδοκίας μέχρι τα Ιόνια νησιά και από τη Μακεδονία μέχρι την Κρήτη και Κύπρο.
Τοπικός εποικισμός όπως φαίνεται από τα τοπωνύμια. Αρμένοι, Βαρβάροι, Σκλαβοπούλα.
Από τα ριζίτικα τραγούδια.
Τοπωνύμια χωριών από βυζαντινές οικογένειες: Αβδραβάστοι, Δραγγάροι, Μορώνη, Βόϊλα, Αρώνη, Σωκάρα, Καμηλάρι, Γερακάρι, Μαγκασά, Στραβοδοξάρι, Φουρφουρά, Δαράτσο, Κατσιδώνη, Μαργαρίτες κ.ά. Από τα αλληγορικά τραγούδια φαίνεται η ψυχή του Κρητικού με κορυφαίο δημοφιλές τραγούδι «Πότες θα κάνει ξαστεριά…» ξεκινημένο από τη βυζαντινή εποχή και είναι φανερή η προέλευση, η συγγένεια των συγχρόνων τραγουδιών με την παλαιότερη βυζαντινή εποχή που εκφράζουν κατά κύριο λόγο τον ίδιο λαϊκό πολιτισμό και ο Πόντιος τραγουδά το «Έναν άστρεν εξέβεν».
Υπάρχουν προφανώς ομοιότητες της Κρητικής λύρας προς την Ποντιακή καθώς και στην ενδυμασία με την χαρακτηριστική Παρουσία μεγάλου μαχαιριού στη μέση.
Κατά τον 14ο αιώνα με την εξάπλωση των Τούρκων στη Μ. Ασία και τη Βαλκανική, πολλοί Έλληνες άφηναν τα μέρη που είχαν ζήσει και κατέφευγαν σε μέρη που ήταν υπό την ελληνική επήρεια ή τη βενετική διοίκηση. Αυτό συνέβη σε πολλές περιοχές της Μ. Ασίας και του Πόντου για τον οποίο και θα αναφερθούμε.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και της Τραπεζούντας το 1461 από τον Μωάμεθ Β’ έχουμε μετανάστευση προς την Κρήτη όπου η διοίκηση της Βενετίας εξασφάλιζε τους πολίτες από την Τουρκική εισβολή.
Χαρακτηριστικά είναι όπως αναφέραμε στην αρχή, το χωριό Τραπεζόντα στην περιοχή Σητείας και ο γνωστός για τη φιλολογική του δραστηριότητα στην Ιταλία Γεώργιος Τραπεζούντιος.
Ανάλογη προέλευση με την Τραπεζόντα Σητείας είναι η προέλευση του τοπωνυμίου Κασταμονίτσα.
Το 1414 με έγκριση της Βενετικής Δημοκρατίας μετανάστευσαν από την Τραπεζούντα 880 οικογένειες και εγκαταστάθηκαν στην Τραπεζόντα Σητείας.
Ο ιστορικός Joinville (1305) ονομάζει την Τραπεζούντα “La profonde Grece’’ (Η βαθειά Ελλάδα).
Το 961 άρχισε η εκστρατεία του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά για την απελευθέρωση της Κρήτης, την οποία με τα σημερινά στρατιωτικά δεδομένα θα την ονομάζαμε αποβατική εκστρατεία. Ήταν γενικά ένα στρατιωτικό και ειδικά ένα ναυτικό επίτευγμα περιωπής, αντικείμενο μελέτης των στρατιωτικών συγγραφέων.
Το 1922 δηλ. ύστερα από 961 χρόνια, έγινε μια άλλη αποβατική εκστρατεία των Ελλήνων στην Ιωνία που κατέληξε στην μεγαλύτερη καταστροφή της σύγχρονης ιστορίας και την συρροή του ποντιακού και μικρασιατικού ελληνισμού στην πάτρια γη της Ελλάδας.
Στην Κρήτη μετά την μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκαν 33.900 πρόσφυγες και λίγοι Πόντιοι. Ύστερα από 961 χρόνια δηλ. το 1922 ολοκληρώθηκε ένας «κύκλος του Ελληνισμού» που αρχίζει το 961 με την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά για την απελευθέρωση της Κρήτης και κλείνει το 1922 όταν οι Κρήτες ανάμεσα στους άλλους Έλληνες ανταπέδωσαν την αγάπη με τη φιλοξενία των προσφύγων και των Ποντίων στην πάτρια γη, αφού συνέβαλαν στην απελευθέρωση της Μακεδονίας και με το αίμα των Κρητών, για να εγκατασταθούν οι αδελφοί των Κρητών, οι Πόντιοι.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η μεγαλόνησος Κρήτη υπήρξε μια μήτρα από όπου γεννήθηκαν λαμπροί πολιτισμοί που έδωσαν λάμψη στην Ελλάδα και μετά στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Στην αλληλοδιαδοχή των ιστορικών χρόνων μέχρι τις μέρες μας ο λαός της Κρήτης συναντήθηκε με άλλα τμήματα του Ελληνισμού της Διασποράς, όπως του Πόντιου Ελληνισμού που είναι και το θέμα της ομιλίας.
Αιματηρά Παιχνίδια της ιστορίας, ένωσαν τον «άπω βορειοανατολικό» Πόντιο Ελληνισμό με τον «νότιο» Ελληνισμό της Κρήτης.
Ελληνισμός, πάντα Ελληνισμός, ο ίδιος Ελληνισμός, ο ακατάλυτος δεσμός του Ελληνισμού υπό την σκέπη του Ξένιου Δία και του Χριστού.
Η φυλετική, η εθνογενετική, η γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα, οι δεσμοί αίματος, η ιστορική διαδρομή συγκλίνουν και φέρνουν πλησιέστερα τους σύγχρονους συνέλληνες της Κρήτης και του Πόντου για μια στενότερη επαφή με την διαπλάτυνση της «γέφυρας γνωριμίας των Κρητών και Ποντίων. Γ’ αυτό μπορούν να συμβάλλουν και τα δύο υπάρχοντα σωματεία στην Κρήτη, της «Ένωσης Ποντίων Κρήτης» στο Ηράκλειο και του «Ποντιακού Συλλόγου Παναγία Σουμελά» στα Χανιά. Είμαι ευτυχής αν θεωρήσουν οι ακροατές ότι συνέβαλα στη δημιουργία, την διεύρυνση αλλά και γνώση για τη «γέφυρα γνωριμίας» των Κρητών και Ποντίων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Αναφερόμενοι στους Κρήτες συμπατριώτες μας κρίναμε σκόπιμο να περιλάβουμε το παράρτημα αυτό, τα πολύτιμα στοιχεία του οποίου σταχυολογήσαμε από το βιβλίο του Άρη Πουλιανού «Η Καταγωγή των Κρητών».
Στο παράρτημα αυτό υπάρχουν τα κυριώτερα φυλετικά στοιχεία των Κρητών που θα είναι χρήσιμα στον αναγνώστη.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Η φυλετική είναι ο κλάδος της Ανθρωπολογίας που ασχολείται γενικά με τις φυλές του ανθρώπινου γένους και με τις μορφολογικές ομοιότητες ή διαφορές μιας ομάδας πληθυσμού ή λαού για την εξαγωγή συμπερασμάτων του εθνογενετικού προβλήματος.
Η εθνογενετική έρευνα του λαού της Κρήτης απέδειξε ότι οι Κρήτες κατά τα τελευταία έξι χιλιάδες χρόνια ανθρωπολογικά είναι ο ίδιος λαός μέχρι σήμερα. Μπορεί να άλλαξαν κάποτε γλώσσα, έθιμα και κοστούμια, βασιλιάδες και συστήματα. Μπορεί να δέχτηκαν επιδράσεις διαφόρων πολιτισμών κατά τη μακραίωνη ιστορία τους όμως τον αρχικό πυρήνα τίποτε απ’ όλα αυτά δεν τον αλλοίωσε και οι Κρήτες στην πλειοψηφία τους παρέμειναν ο ίδιος φυλετικός τύπος.
Με την ευκαιρία αυτή ένα γνώρισμα για το ανάστημα των Κρητών: Μέσος όρος αναστήματος ανδρών 1.68 εκατ., γυναικών 1,57 εκ. Οι πιο ψηλοί Κρητικοί ζουν στην περιοχή των Σφακιών με ύψος 1,71 εκατ. και οι κοντοί στο Δυτικό Λασήθι 1,66 εκατ.
Από τους Σφακιανούς οι πιο ψηλοί είναι οι «καλόσειροι» του χωριού Καλλικράτης που φτάνουν τα 1,75 εκ. και οι «κακόσειροι» φτάνουν στα 1,70 εκατ..
Οι πιο χαμηλοί Κρητικοί είναι του οροπεδίου στον Κρούστα που έχουν ύψος 1,63 εκατ.
Οι πιο ψηλές Κρητικές συναντώνται στους Λάκκους, τα Ριζίτικα 1,60 εκ. και στον Καλλικράτη έχουν ανάστημα 1,59 εκ.
Οι Κρητικοί και οι Κρητικές σαν σύνολο έχουν ανάστημα άνω του μετρίου όπως στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και ο γενικός χαρακτηρισμός του ανθρωπολογικού τύπου στην Κρήτη τον κατατάσσει στον Αιγιακό τύπο.
Από τα ανθρωπολογικά στοιχεία, πληθυσμιακών ομάδων, πέρα από τα νησιά που αναφέραμε, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι τα νότια Βαλκάνια (περιοχή Στάρα Ζαγκόρα Βουλγαρίας δίνουν ακριβώς την ίδια εικόνα που έχουμε και στην Κρήτη όμοιο κεφαλικό δείκτη, ίδιο πλάτος προσώπου, ύψος και πλάτος μύτης, χρώμα τριχών και χρώμα ματιών κ.α. Δηλ. από τον Αίμο ως την Κρήτη έχομε ένα ανθρωπολογικό τύπο που αποτελούσε πιο μεγάλη ενότητα την Βαλκανοκαυκασιανή, ενώ δεν έχει καμμιά ομοιότητα με λαούς της Αφρικής. Ο ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός στο βιβλίο του «Η Καταγωγή των Κρητών» δίνει μια θαυμάσια εικόνα του λαού της Κρήτης:
«Η Κρήτη στάθηκε το χωνευτήρι των προϊστορικών πολιτισμών της Ανατολικής Μεσογείου. Τους αφομοίωσε και τους μετουσίωσε κι έδωσε τα δικά της φώτα. Πρώτα στην Ελλάδα, κατόπι σ’ όλη την Ευρώπη κι ύστερα στον άλλο κόσμο. Η περίοδος των Μινώων την δοξάζει στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου. Χωρίς την Κρήτη δεν θα είχαμε τις χρυσές Μυκήνες ούτε την κλασική Ελλάδα. Ο πολιτισμός της διατήρησε την λάμψη του σ’ όλους τους αιώνες ακόμη κι όταν την κατακτήσανε σι διάφοροι βάρβαροι.
Άφησε τα ίχνη του αγνά, ατόφια, και στο πιο μακρινό χωριό της… (τα κρητικά είναι) πάντα ελκυστικά και ανθρώπινα. Πάντα από καρδιάς θα σου μιλήσει ο Κρητικός… τη φιλοξενία του, χάρισμα προπατορικό σπάνια τη συναντάει κανείς σ’ αυτό το βαθμό σ’ άλλους τόπους. Όλα απόσταγμα του μακραίωνα πολιτισμού του».
Πηγή: Β’ παγκόσμιο Συνέδριο Ποντιακού Ελληνισμού 31 Ιουλίου – 7 Αυγούστου 1988, Θεσσαλονίκη.