Συνεχίζεται η έκθεση “Κωνσταντίνος Μάνος – A GREEK PORTFOLIO, 50 χρόνια μετά”. Τα εγκαίνια της έκθεσης έγιναν στις Αίθουσες Περιοδικών Εκθέσεων του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης στις 15 Νοεμβρίου και συνεχίζεται έως τις 14 Φεβρουαρίου.
Πιο αναλυτικά, η Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών ολοκληρώνει τον κύκλο των περιοδικών της εκθέσεων για το έτος 2014 με μία νοσταλγική έκθεση του Μουσείου Μπενάκη με τίτλοΚωνσταντίνος Μάνος | A GREEK PORTFOLIO |50 Χρόνια μετά. Την έκθεση επιμελήθηκε, τον περασμένο χρόνο, ο Γιάννης Δήμου. Με άξονα τη δημιουργική συνεργασία του Ιστορικού Μουσείου με το Μουσείο Μπενάκη, η παρούσα έκθεση διαδέχεται την περιοδική έκθεση Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος μεταξύ Βενετίας και Ρώμης στο πλαίσιο του εορτασμού του Έτους Γκρέκο (2014), η οποία εγκαθίσταται στο Μουσείο Μπενάκη και θα εγκαινιαστεί στην οδό Πειραιώς στις 20 Νοεμβρίου 2014.
Στη νέα περιοδική έκθεση του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης ενενήντα τέσσερις (94) φωτογραφίες από τον φακό του διακεκριμένου φωτογράφου Κωνσταντίνου Μάνου θα μας μεταφέρουν στα απομακρυσμένα χωριά και νησιά της Ελλάδας -με έμφαση στην Κρήτη- της δεκαετίας του 1960, όπου ο Μάνος μας καλεί συνοδοιπόρους σ’ ένα σκηνικό αγροτικής απλότητας και γαλήνης. Πέρα από το εθνολογικό-ιστορικό ενδιαφέρον, η ποιητική ικανότητα του φακού του Μάνου δημιουργεί εικόνες διαχρονικές που αποπνέουν τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του.
Το Ιστορικό Μουσείο και η Περιφέρεια Κρήτης ανέλαβαν την άρτια παρουσίαση της έκθεσης στο Ηράκλειο, την οποία σχεδίασε και επιμελήθηκε -σε συνεργασία με την ομάδα του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης- η κυρία Αλίκη Τσίργιαλου, υπεύθυνη του Φωτογραφικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη. Για την έκθεση στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης η Αλίκη Τσίργιαλου γράφει:
«Με αφορμή τη συμπλήρωση των 50 χρόνων από τη δημιουργία της πολυβραβευμένης ενότητας φωτογραφιών A Greek Portfolio, ο Κωνσταντίνος Μάνος επανεξετάζει τις λήψεις που πραγματοποίησε κατά το διάστημα 1961-1964 (και συμπληρώθηκαν το 1967), όταν περιηγήθηκε τη γη των γονιών του από άκρη σε άκρη, ως ένας φιλικός παρατηρητής, δίχως βιασύνη και συγκεκριμένο σχέδιο και μας προσφέρει μια διαφορετική ανάγνωση του υλικού του. Οι μεγάλου μεγέθους πρωτότυπες εκτυπώσεις αποτελούν λήψεις που επέλεξε ο ίδιος το 1972 για να εικονογραφήσει το ομότιτλο λεύκωμά του.
Αντίθετα, τα θέματα που παρουσιάζονται στα μικρότερα κάδρα σταχυολογήθηκαν από τα 219 πρωτότυπα τυπώματα που πρόσφατα δώρισε ο δημιουργός στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη και τα οποία δεν συμπεριέλαβε κατά τη σύνθεση του βιβλίου A Greek Portfolio. Οι δύο αυτές ενότητες έρχονται σε διάλογο καθώς στο σύνολό τους αποτελούν αξιόλογα δείγματα της γραφής του. Μολονότι δεν είχαν την ίδια προβολή, οι εικόνες που για πρώτη φορά μας αποκαλύπτει ο Μάνος αποπνέουν χάρη στην ποιητική του ικανότητα τη μοναδικότητα του τοπίου και των κατοίκων του. Η προσέγγιση των θεμάτων του ξεχωρίζει από την έως τότε φωτογραφική απεικόνιση της χώρας και λειτουργεί ως εφαλτήριο στους νέους φωτογράφους για μια διαφορετική απόδοση της ελληνικής υπαίθρου».
Ο κατάλογος της έκθεσης και τα λευκώματα του Κ. Μάνου A Greek Portfolio καιAmerican Color θα διατίθενται στο Πωλητήριο του ΙΜΚ.
Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε στην πόλη Κολούμπια της Νότιας Καρολίνας των Η.Π.Α. από έλληνες γονείς. Με τη φωτογραφία ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά στα δεκατρία του χρόνια, ως μέλος της φωτογραφικής λέσχης του σχολείου του. Στο πανεπιστήμιο ανακάλυψε τον Henri Cartier-Bresson και το έργο του. Έχοντας βρει τον μέντορά του, απέκτησε αμέσως την πρώτη του μηχανή Leica με την οποία πραγματοποίησε τις πρώτες του λήψεις σ’ ένα μικρό νησί απέναντι από τα παράλια της Νότιας Καρολίνας, όπου κατοικούν απόγονοι σκλάβων που εργάζονταν σε φυτείες. Σε ηλικία μόλις δεκαεννέα ετών προσλήφθηκε ως επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης για το καλοκαιρινό της φεστιβάλ. Η συνεργασία του αυτή οδήγησε το 1961 στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου με τίτλο Portrait of Α Symphonyπου περιλαμβάνει στιγμιότυπα από πρόβες και παραστάσεις της ορχήστρας στο ωδείο της πόλης.
Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας το 1954 με πτυχίο στην αγγλική λογοτεχνία και για τα επόμενα δύο χρόνια υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και εργάστηκε ως επαγγελματίας φωτογράφος για τα περιοδικά Esquire, Life και Look. Από το 1961 έως το 1963 ο Μάνος έζησε στην Ελλάδα όπου και φωτογράφησε για το λεύκωμα A Greek Portfolio το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1972. Το βιβλίο απέσπασε διακρίσεις στο φωτογραφικό φεστιβάλ της Arles και στο φεστιβάλ βιβλίου της Λειψίας. Το 1999 επανεκδόθηκε με αφορμή την έκθεση των φωτογραφιών του στο Μουσείο Μπενάκη. Εικόνες από τη σειρά αυτή έχουν παρουσιαστεί εκτός των άλλων στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου και στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού.
Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ εγκαταστάθηκε στη Βοστόνη και συνεργάστηκε με τις εκδόσεις Time-Life συμβάλλοντας μάλιστα στην εικονογράφηση του βιβλίου τους για την Αθήνα. Το 1974, εργάστηκε ως κύριος φωτογράφος του Where’s Boston?, μιας παραγωγής πολυμέσων με θέμα τη ζωή της πόλης 200 χρόνια μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία. Με το πρόγραμμα αυτό συνδέθηκε τόσο η έκδοση του βιβλίου του Bostonians όσο και μια υπαίθρια έκθεση με 152 ασπρόμαυρες φωτογραφίες στις οποίες αποτυπώνεται η ποικιλομορφία των κατοίκων της πόλης.
Από το 1963 ο Μάνος είναι μέλος του διεθνούς πρακτορείου Magnum Photos. Φωτογραφίες του συμπεριλαμβάνονται στις μόνιμες συλλογές σημαντικών ιδρυμάτων όπως του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγου, του Μουσείου Καλών Τεχνών του Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, του Μουσείου Τέχνης Chrysler στο Νόρφολκ, του George Eastman House στο Ρότσεστερ, του Μουσείου Τέχνης της Ατλάντα καθώς και του Μουσείου Μπενάκη.
Το 1982 ο Μάνος πέρασε από την ασπρόμαυρη φωτογραφία στην έγχρωμη. Τα πρώτα δείγματα από το εν εξελίξει έργο του American Color δημοσιεύτηκαν στο ομότιτλο βιβλίο το 1995. Το 2000 δημοσιεύτηκε η συνέχεια αυτής της δουλείας με τον τίτλοAmerican Color 2. To 2003 απέσπασε το βραβείο Leica Medal of Excellence ανάμεσα σε 250 συναδέλφους για την έγχρωμη δουλειά του.
ελc: Οι Έλληνες ήταν επίσης πολύ φτωχοί την περίοδο που κάνατε το ελληνικό πορτοφόλιο σας το 1961…
Κ.Μ.: Ήταν πολύ φτωχοί και εγώ δούλεψα σε χωριά που δεν είχαν καθόλου ρεύμα. Ο κανόνας ήταν ότι έψαχνα να βρω τον πιο υποτυπώδη τρόπο ζωής. Δεν υπήρχαν ψυγεία, τηλεοράσεις, ούτε καν ραδιόφωνα. Ήταν φτωχοί, αλλά υπήρχε αρκετό φαγητό, είχαν στέγη και ρούχα και ήταν περήφανοι. Δεν ήταν καταπιεσμένοι. Είχαν τη ζωή τους, ήταν πολύ ανεξάρτητοι και παρήγαγαν όλα αυτά που χρειάζονταν. Ήταν πολύ φιλόξενοι.
Στην Αμερική δούλεψα πολύ με φτωχούς ανθρώπους. Ακόμα και στο American Color πήγα σε μέρη που θα πήγαινε η εργατική τάξη, οι καθημερινοί άνθρωποι. Δεν πήγα ποτέ σε μέρη που πήγαιναν οι πλούσιοι. Έψαχνα την πρώτη ύλη, ακατέργαστο υλικό για να φτιάξω μια εικόνα made in America, αλλά δεν προσπαθούσα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για την Αμερική.
Χρησιμοποιούσα αυτά τα μέρη, το χρώμα, τη στιγμή και το φως για να φτιάξω μια πιο σουρεαλιστική εικόνα, πιο περίπλοκη.
Υπάρχουν δύο είδη φωτογραφιών: Εκείνες που τις κοιτάς και δεν τις ξανακοιτάς, όπως με τις περισσότερες φωτογραφίες στις εφημερίδες, είναι η φύση τους. Είναι εφήμερες. Οι φωτογραφίες όμως που μπορείς να τις κρεμάσεις στον τοίχο ή που μπορούν να χαραχτούν στη μνήμη σου επειδή είναι πιο περίπλοκες και γεννούν ερωτήματα δεν είναι τόσο πολλές.
ελc: Από ποια οπτική βλέπετε τον άνθρωπο; Σας φαίνεται παράξενος; Τον συμπαθείτε;
Κ.Μ.: Τα ανθρώπινα όντα τα βρίσκω ενδιαφέροντα. Βρίσκω τη σχέση μεταξύ τους ενδιαφέρουσα. Επίσης, τραβά την προσοχή μου ό,τι συμβαίνει σε ένα μέρος, σε συνδυασμό με το φως, το χρώμα και τη διάθεση. Βρίσκω ακόμα και το πιο αμόρφωτο ανθρώπινο ον σαν σώμα και πλαίσιο ενδιαφέρον και μου αρέσει να το χρησιμοποιώ σε σχέση με το περιβάλλον. Η δουλειά μου προσπαθεί να ξεπεράσει τα όρια της τεκμηρίωσης. Κάνω μια τεκμηρίωση προσωπικού είδους, αν χρειάζεται ένας τίτλος.
ελc: Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είστε ένας καλλιτέχνης…
Κ.Μ.: Δε μου άρεσαν ποτέ οι άνθρωποι που δίνουν στον εαυτό τους αυτόν τον τίτλο. Είμαι ένας φωτογράφος. Αν γίνω καλλιτέχνης, αυτό θα συμβεί επειδή με σέβονται και έχω κάνει εκθέσεις. Το θεωρώ αλαζονικό κάποιος να αποκαλεί τον εαυτό του καλλιτέχνη. Είναι ένας τιμητικός τίτλος.
ελc: Πώς ξέρετε πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να πατήσετε το κουμπί για να βγάλετε μια φωτογραφία;
Κ.Μ.: Είναι η στιγμή της απόφασης. Κάθε πλαίσιο είναι σαν σκηνικό θεάτρου. Από την απόσταση που βλέπεις μια κατάσταση που προκύπτει. Υπάρχει ένα ενδεχόμενο να συμβεί. Και βλέπεις το σκηνικό και θέλεις να είσαι μέσα στο κάδρο. Οπότε μετά κάνεις ότι φωτογραφίζεις την εκκλησία, το δρόμο, τα αμάξια και δεν κοιτάζεις στα μάτια τους ανθρώπους που θέλεις να φωτογραφίσεις, εσύ απλά κλικάρεις, κλικάρεις και τελείωσε. Εγώ φωτογραφίζω ανθρώπους χωρίς να το γνωρίζουν. Δεν τους μιλάω ποτέ, δεν ξέρουν ποτέ τι κάνω, δεν ξέρουν ότι παίρνω δική τους φωτογραφία. Και ποτέ δεν αλλάζω τα περιθώρια στις φωτογραφίες. Ακόμα και στο Greek Portfolio ήμουν εκεί, ήξεραν ότι ήμουν εκεί, αλλά δεν ήξεραν πότε φωτογράφιζα. Περιμένω να κάνουν ό,τι κάνουν και μετά φωτογραφίζω. Και πάντα χρησιμοποιώ ευρυγώνιους φακούς και είμαι πολύ κοντά τους.
ελc: Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που πρέπει να ξέρει ένας νέος φωτογράφος;
Κ.Μ.: Πιστεύω ότι ένας νέος φωτογράφος πρέπει να σκεφτεί το θέμα με το οποίο θα ασχοληθεί, πώς θα είναι οι φωτογραφίες του, τι φως θέλει να έχουν. Αν θα χρησιμοποιήσει έγχρωμο ή ασπρόμαυρο φιλμ. Και πρέπει να εστιάσει στο να είναι η άποψή του συγκεκριμένη και ξεκάθαρη, μια προσωπική άποψη, όχι γενικότητες. Υπάρχουν γενικότητες και λεπτομέρειες. Έχουμε δει στο παρελθόν τις γενικότητες. Ο καθένας έχει δει πώς είναι όλα. Οι ζούγκλες, ο ουρανός, το φεγγάρι, πώς μοιάζουν. Ένας φωτογράφος πρέπει να μας δείξει κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί και που δε θα ξαναδούμε ακριβώς λόγω του τρόπου που εκείνος βλέπει. Και του τρόπου που επιλέγει. Αυτό είναι το επίκτητο προσόν ενός καλού φωτογράφου. Βλέπεις κάτι που κανένας άλλος δεν έχει δει.
Η συνέντευξη από elculture.gr