13.8 C
Chania
Sunday, November 24, 2024

Οι μασίστες της Αθήνας: Από τον Κουταλιανό στον Γιώργο Τρομάρα

Ημερομηνία:

Οι νεότεροι Αθηναίοι σίγουρα αγνοούν την ύπαρξή τους. Όμως οι μεγαλύτεροι -υπήρξαν κι αυτοί κάποτε παιδιά- κάποια Κυριακή με χειμωνιάτικη λιακάδα, σίγουρα σε κάποια βόλτα με τον πατέρα τους θα έτυχε να δουν και να θαυμάσουν από κοντά κάποιον από τους θρυλικούς Μασίστες της Αθήνας.

Η λέξη «Μασίστας» δεν ξέρουμε ακριβώς πώς προέκυψε. Μία εκδοχή λέει πως ίσως να προέρχεται από το ισπανικό «machismo», το οποίο στη διεθνή αργκό έγινε γνωστό ως «macho man» κλπ.

Η εκδοχή αυτή έχει αρκετές πιθανότητες, καθώς η ισπανική γλώσσα μέσω των Ελλήνων ναυτικών, έχει συνεισφέρει αρκετές λέξεις στην ευρύτερη ελληνική αργκό. Η δεύτερη εκδοχή λέει πως ίσως να προέρχεται από τον Μασίστιο, που ήταν  γαμπρός του αυτοκράτορα των Περσών, Δαρείου.

Ο Μασίστιος μέσα από τη χλαμύδα του φορούσε έναν θώρακα από πλάκες μετάλλου, και ήταν άτρωτος στα χτυπήματα από τα βέλη και τα σπαθιά. Οι Πέρσες τον θεωρούσαν αθάνατο, ενώ οι  Έλληνες τον θαύμασαν που ενώ είχε δεχτεί τόσα χτυπήματα δεν είχε σωριαστεί, και τελικά σκοτώθηκε όταν χτυπήθηκε με κοντάρι στο πρόσωπο.

Οι «Μασίστες» όμως της Αθήνας, ήταν λαϊκοί ήρωες και μάλιστα άρρηκτα συνδεδεμένοι με το εθνικό φαντασιακό εκείνων των εποχών.

Η καριέρα τους άρχιζε όταν παιδιά ακόμη ανακάλυπταν τη δύναμή τους, κι άρχιζαν να κάνουν διάφορα κατορθώματα για να εντυπωσιάσουν την παρέα τους.

Αργότερα, καθώς η «πενία τέχνας κατεργάζεται» έστηναν μικρές αυθόρμητες παραστάσεις κάνοντας διάφορες παληκαριές ενώ στο τέλος ένας συνεργάτης τους έβγαζε καπέλο κι έκανε γύρο μαζεύοντας φραγκοδίφραγκα από τους παριστάμενους.

Λαϊκοί ήρωες και πατριώτες παλαιστές

Παλαιότερα, στις δεκαετίες του 1930, υπήρχαν και οι λαϊκοί παλαιστές, που έδιναν αγώνες «μέχρι τελικής πτώσεως» με αντίπαλους Τούρκους μασίστες, κεντρίζοντας τον πατριωτισμό του φιλοθεάμονος κοινού. Τότε ο κόσμος τα πίστευε αυτά τα πράγματα.

Οι «μασίστες» ένιωθαν πως κατάγονταν από τον Ηρακλή, και ήταν οι συνεχιστές του έργου του ένδοξου παλαιστή και μασίστα Παναγή Κουταλιανού τον οποίο απεικόνισε ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, και του επίσης μασίστα παλαιστή Αποστολάρα.

Βέβαια οι παλαιστές που έρχονταν υποτίθεται από την Ανατολή, ήταν Έλληνες που παρίσταναν τους Τούρκους φορώντας σαρίκια και φέσια. Ένας ονομαστός παλιός τέτοιος παλαιστής ήταν ο «Τρομάρας από την Περσία».

Το αντίπαλο δέος αυτών των Τούρκων παλαιστών ήταν οι ντόπιοι «Τουρκοφάγοι», όπως κάποιος Διάκος από τη Φαρκαδώνα, ή ο ξακουστός Αντώναρος ο «Γίγαντας» από τα Σπάτα. Αργότερα για να μην αναγνωρίζονται από τους θεατές, μερικοί γηγενείς παλαιστές που παρίσταναν τους Τούρκους, φορούσαν μάσκα, ένα αξεσουάρ που τους καθιστούσε ακόμη πιο τρομερούς!

Οι «Τούρκοι» παλαιστές μπαίνοντας στο ρινγκ ερέθιζαν το κοινό, απειλώντας με σπαστά ελληνικά και κάποιες υποτιμητικές κουβέντες τους Έλληνες παλαιστές. Φώναζαν σε στιλ Βεληγκέκα: «Θα σε πατήσω κάτω Έλληνα! Θα σε φάω ζωντανό!» Το κοινό απαντούσε γιουχάροντας «Όξω Τουρκαλά

Η σκηνοθεσία του αγώνα

Στην αρχή ο Έλληνας έτρωγε κάποιες γερές σβουριχτές, και το κοινό αγωνιούσε καθώς το έζωναν τα φίδια. Στη συνέχεια, και ενώ προσπαθούσε να ανακάμψει, δεχόταν κάποιο χτύπημα που τον ξάπλωνε κάτω. Ο «Τούρκος» κορδωνόταν και φούσκωνε τους μυώνες του, επιδεικνύοντας τη δύναμη και την αλαζονεία του. Το κοινό τον έβριζε: «Κερατά Τουρκαλά!», και με αγωνία φώναζε στον Έλληνα «Σήκω πάνω πατριώτη!»

Ο Έλληνας έκλεινε πονηρά το μάτι στους πιτσιρικάδες και σηκωνόταν. Η μαρίδα κράταγε την αναπνοή της. Τότε ο Έλληνας ξεχυνόταν και τον έκανε τον Τούρκο του αλατιού. Οι πιτσιρικάδες -αλλά και οι ενήλικοι- ξέσπαγαν σε πανηγυρισμούς και τρελά χειροκροτήματα!

Όσο αφελές και αν ακούγεται το σκηνικό αυτό, οι «μασίστες» ήταν αγνοί λαϊκοί άνθρωποι που διέθεταν μια φυσική – υπερφυσική δύναμη και δεν έθεσαν ποτέ τα προσόντα τους στην υπηρεσία του υποκόσμου, ούτε μπήκαν ποτέ σε κυκλώματα με μπράβους κλπ.

Αργότερα μετά τον πόλεμο, τα «αθλήματα» αυτά έχασαν τη λαϊκότητά τους, και επικράτησαν τα κυκλώματα των στοιχημάτων, διαμορφώνοντας τον ευρύτερο κύκλο της πάλης του «κατς».

Θυμάμαι τη δεκαετία του 1980, κάποιος απογοητευμένος είχε γράψει με μαύρο μαρκαδόρο σε όλα τα καρτοτηλέφωνα της Αθήνας: «Κατς = Απάτη».

Οι πιο διάσημοι «Μασίστες» της Αθήνας, που έγραψαν το όνομά τους με χρυσά ανεξίτηλα γράμματα στο λαϊκό φαντασιακό, ήταν λίγοι και μετρημένοι.

Παναγής Κουταλιανός (1847-1916)

Γεννήθηκε στην Κούταλη της Προποντίδας. Ήταν ναυτικός, πολύ χειροδύναμος και έγινε διάσημος στην Αμερική, όταν κατανίκησε πολλούς μεγάλους παλαιστές της εποχής. Στους αγώνες φορούσε το δέρμα μιας τίγρης, την οποία είχε στραγγαλίσει σε αγώνα.

Έκανε επιδείξεις λυγίζοντας σίδερα, σπάζοντας αλυσίδες, βράχια κλπ. Ένα από τα κατορθώματά του ήταν να κουβαλά τρία κανόνια, ένα στους ώμους και δύο στα πλευρά του δεξιά και αριστερά, ενώ ο ίδιος τα πυροδοτούσε και παρέμενε ατάραχος στην θέση του. Φωτογραφίες του σήμερα στολίζουν τα καφενεία της Νέας  Κουτάλης  Λήμνου, ενώ προς τιμήν του έχει στηθεί άγαλμα στην πλατεία του χωριού.

Τζιμ Λόντος (Χρήστος Θεοφίλου 1897-1975)

Γεννήθηκε το 1897 στο Κουτσοπόδι της Ηλείας και το 1910, σε ηλικία 13 χρόνων πήγε στη Νέα Υόρκη ως μετανάστης. Η ζωή του άλλαξε όταν έφηβος μπήκε σε ένα γυμναστήριο πάλης και άρχισε να ασχολείται με το άθλημα. Σε έναν από τους πρώτους αγώνες του στην αρένα του Πόρτλαντ, ο αθλητικογράφος Ρόσκο Φόσετ του έδωσε το όνομα «Τζιμ Λόντος», που επρόκειτο να γίνει το διασημότερο και θρυλικό στην ιστορία του επαγγελματικού κατς της Αμερικής, όπου κατόρθωσε να κυριαρχήσει για τρεις δεκαετίες.

Αγαλματένιο σώμα, αρρενωπό πρόσωπο, ηράκλεια δύναμη, ευκινησία αιλουροειδούς, δεξιοτεχνία μεγάλου μάστορα, πανουργία και κυρίως θεαματικότητα που μπορούσε να ξυπνήσει και να συναρπάσει τα πλήθη, ειδικά όταν έκανε το «αεροπλανικό» κόλπο του, πιάνοντας τον αντίπαλο σηκώνοντάς τον στον αέρα και φέρνοντάς τον σβούρες, πριν τον ρίξει κοπανώντας τον στο καναβάτσο.

Ο Τζιμ Λόντος είχε ανακηρυχτεί από την Ομοσπονδία Πάλης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης παγκόσμιος πρωταθλητής. Οι Έλληνες τον είχαν απολαύσει στο καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο, όταν ερχόταν κατά καιρούς για να κατατροπώσει τον Κβαριάνι, τον Μεχμέτ Αλή, τον Βάντερβαλντ, ενώ το 1959 (στα 64 χρόνια του!) διέλυσε κάποιον Άγγλο 30άρη παλαιστή.

Γιάννης Κεσκελίδης «Σαμψών» (1929-2019)

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1929 από οικογένεια προσφύγων. Ασχολήθηκε από μικρός με τον αθλητισμό, καθώς εντάχθηκε στον Πειραϊκό Σύνδεσμο, ως αθλητής ελευθέρας  πάλης. Ανδρώθηκε στους δρόμους και στις πλατείες και εκεί δημιούργησε το μύθο του. Για να βιοποριστεί μασούσε σίδερα, σήκωνε βάρη που ζύγιζαν τόνους, έσπαζε πέτρες πάνω στο κεφάλι και στο  σώμα  του, τραβούσε με τα δόντια  κάρα και αυτοκίνητα, λύγιζε σιδερένιες βέργες στο στομάχι του, τέντωνε σούστες, ξάπλωνε σε γιγάντιες πρόκες, και έσκιζε χοντρούς τηλεφωνικούς καταλόγους.

Τζίμης Αρμάος (1939-1999)

Γεννήθηκε στο Βόλο το 1939. Η μητέρα του πέθανε στη γέννα και ο πατέρας του ένα χρόνο αργότερα. Ο μικρός Δημήτρης μεγάλωσε στο Ορφανοτροφείο Βόλου, και είχε υπερφυσική δύναμη. Μια μέρα περνούσε ένας καστανάς με το γαϊδούρι του, το γαϊδούρι πείσμωσε κι έμεινε ακίνητο.

Ο 13χρονος Δημήτρης πήρε το γαϊδούρι στην πλάτη και το έβγαλε από την αυλή. Ήρθε στην Αθήνα μ’ ένα θεατρικό μπουλούκι, ζούσε κάνοντας αγώγια στη Λαχαναγορά, ώσπου ο λαϊκός αθλητής, Γιάννης Καρανικόλας τον πήγε στο γυμναστήριο του «Μπόρα», και ο Δημήτρης σε ηλικία 17 ετών έγινε πρωταθλητής μεσαίων βαρών.

Ο Ελληνο-Αμερικανός Στιβ Χέμελ τον πήρε στις ΗΠΑ. Στο Σικάγο γυμνάζεται, κάνει τις πρώτες νίκες και κατακτά το πρωτάθλημα πάλης στο Αμβούργο, το 1958.

Στην Αμερική στέφτηκε «Πρωταθλητής Μυϊκής Δυνάμεως», έκοβε στα δύο πέταλα αλόγων και έσπαγε ξύλινα δοκάρια πάνω στο κεφάλι του. Γνώρισε τον Φρανκ Σινάτρα και τη Μπάρμπαρα Στρέιζαντ η οποία του ζήτησε να την προστατεύει.

Στην Ελλάδα, βρήκε πόρτες κλειστές, και άρχισε να παλεύει στο δρόμο για την επιβίωση. Στη Σάμο, πάλεψε και έπνιξε την αρκούδα ενός τσιγγάνου.

Έκανε παραστάσεις στο Μοναστηράκι, και μετά από ένα ατύχημα το 1984, αναγκάστηκε να πουλήσει τα μετάλλιά του. Επέζησε χάρη στη φροντίδα του μουσικού Βαγγέλη Παπαθανασίου. Πέθανε μόνος του, το 1999, σ’ ένα μικρό σπιτάκι της οδού Διπύλου.

Γιώργος Τρομάρας (1947-2022)

Γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1947, και από μικρός ανακάλυψε τη μυϊκή του δύναμη, και την κλίση του στην πάλη. Είχε σαν είδωλα τον Κουταλιανό και τον Σαμψών, και ασχολήθηκε με την ελεύθερη πάλη όπου έγινε δύο φορές πρωταθλητής Ελλάδος, ενώ διακρίθηκε και στην Ευρώπη παλεύοντας επαγγελματικά.

Μυστικό του όπλο ήταν η «αεροψαλίδα», όπου ο Τρομάρας πηδούσε στον αέρα και κάνοντας τα πόδια του ψαλίδα έπιανε τον αντίπαλο από το λαιμό ρίχνοντάς τον στο καναβάτσο.

Έπαιξε και σε ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου στο ρόλο του «κακού».

Βιοπορίζονταν δίνοντας δημόσιες παραστάσεις και επιδείξεις πετυχαίνοντας το λύγισμα χοντρών σιδερικών, το σπάσιμο χοντρών αλυσίδων, το σήκωμα αυτοκινήτων, το άνοιγμα ελατηρίων άνω των 400 κιλών με τα δόντια, ακόμα και το τράβηγμα αμαξοστοιχιών.

topontiki.gr

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Εργαζόμενοι: Ωράρια «κολλημένα» στα ‘80s – Γιατί δε μειώνεται ο χρόνος εργασίας;

Γιατί οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης, δεν έχουν δει καμία...

Ενδοοικογενειακή βία: Περισσότερες από 15.000 γυναίκες αλλά και πάνω από 5.000 άνδρες έπεσαν θύματα το πρώτο 10μηνο του 2024

Ιδιαίτερη αύξηση στα περιστατικά για αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας μέσα στο πρώτο...