(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Επίκαιρα” στις 7/5/2015 )
Της Βασιλικής Σιούτη
Παρά την πληθωρική παρουσία του εντεταλμένου της καγκελαρίου Μέρκελ που πηγαινοερχόταν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, λίγοι πρόσεξαν την απουσία του εδώ και τρεις μήνες.
Ο Χανς Γιόακιμ Φούχτελ είναι πολύ δυσαρεστημένος μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και είναι ο μόνος γερμανός αξιωματούχος που δεν το κρύβει.
Όλο το προηγούμενο διάστημα περιόδευε στην Ελλάδα κι επισκεπτόταν τα υπουργεία, όπως μπαινοβγαίνει κανείς στα δωμάτια του σπιτιού του. Κι εκεί που όλες οι πόρτες της ελληνικής κυβέρνησης ήταν ανοιχτές γι’ αυτόν, από τις 25 Ιανουαρίου και μετά έχουν κλείσει.
Σήμερα, μη έχοντας άλλη επιλογή , παρακολουθεί τις ελληνικές εξελίξεις από μακριά και περιμένει, ελπίζοντας κι αυτός όπως και η κυβέρνησή του σε μια αποτυχία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που θα οδηγούσε στην ανατροπή του σκηνικού και θα επέτρεπε τη συνέχιση της προηγούμενης κατάστασης.
Σε συνέντευξή του σε τοπική εφημερίδα της εκλογικής του περιφέρειας, τη Pforzheimer Zeitung , πριν από λίγο καιρό δήλωνε ότι δεν περίμενε «τέτοια άρνηση διαλόγου και συνεργασίας από έναν άνθρωπο που κυβερνάει με δεξιούς λαϊκιστές». Ο ίδιος ισχυρίστηκε στη γερμανική εφημερίδα ότι είχε συναντήσει τον Αλέξη Τσίπρα στο Βερολίνο πριν από τις εκλογές και ότι παρότι του αναγνώρισε το έργο της «Ελληνογερμανικής Συνεργασίας» (της οποίας ο Φούχτελ είναι επικεφαλής) του είπε ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί μαζί του γιατί σε λίγο θα ήταν οι εκλογές και έπρεπε να κερδίσουν.
Το ρεπορτάζ της γερμανικής εφημερίδας ανέφερε ότι όποτε μια συζήτηση έρχεται στην Ελλάδα, ο Φούχτελ σιωπά και ζυγίζει καλά τις λέξεις και τις φράσεις πριν τις προφέρει. «Το άλλοτε αγαπημένο του θέμα, η Ελλάδα, τώρα αποφεύγει να το σχολιάσει» γράφει. «Από τότε που κέρδισε τις εκλογές ο Τσίπρας, έχει αλλάξει και τα μετρημένα λόγια του δείχνουν πόσο επώδυνη και συγκρουσιακή είναι η σχέση με την Ελλάδα».
Παρά τη μεγάλη δυσαρέσκεια του για τις κυβερνητικές πόρτες που έχουν κλείσει γι’ αυτόν, οι σχέσεις του με πολλούς τοπικούς άρχοντες, δήμαρχους και περιφερειάρχες (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ κυρίως) παραμένουν πολύ καλές.
Στην τουριστική έκθεση που έγινε στο Βερολίνο το Μάρτιο, συνόδευε τον περιφερειάρχη Πελοπονήσσου Πέτρο Τατούλη όλο χαμόγελα, ενώ κάτι παραπάνω από εγκάρδιες ήταν και οι συναντήσεις που είχε με Έλληνες δημάρχους. Είναι γνωστή η φιλική σχέση που διατηρεί και με το δήμαρχο Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη, η σύντροφος του οποίου είχε προσληφθεί ως συνεργάτης του στο γραφείο της «Ελληνογερμανικής Συνεργασίας» στη Θεσσαλονίκη.
Πριν από λίγες μέρες δημοσιεύθηκε και η “Έβδομη Έκθεση Προόδου της Ελληνογερμανικής συνέλευσης (DGV) Φεβρουάριος-Μάρτιος 2015» για την οποία είναι υπεύθυνος ο Χ.Γ. Φούχτελ. Κάτω από την ομπρέλα αυτή βρίσκονται και τα γερμανικά πολιτικά ιδρύματα, που έχουν ανοίξει τα τελευταία χρόνια παραρτήματα στην Ελλάδα, ακόμα και αυτό της αριστεράς, το Ρόζα Λούξεμπουργκ (ο απολογισμός της δράσης τους καταγράφεται στην έκθεση προόδου που συντάσσει ο Φούχτελ και αποστέλλει στη γερμανική κυβέρνηση).
Στον τελευταίο απολογισμό αναφέρεται ότι η συνεργασία σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης συνεχίζεται και ότι έχουν υπογραφεί διάφορες συμφωνίες.
Η «Ελληνογερμανική Συνεργασία» που στην πραγματικότητα δεν έχει καμία νομική υπόσταση, δημιουργήθηκε από την γερμανική κυβέρνηση, αλλά παρουσιάζεται περίπου ως μία κίνηση πολιτών, δημάρχων κ.α., Γερμανών και Ελλήνων, ενώ στην πραγματικότητα λογοδοτεί στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, τα συμφέροντα του οποίου προωθεί.
Σύμφωνα με γερμανικές πηγές , ο Γ.Χ. Φούχτελ έχει μία πολύ καλή εικόνα για την κατάσταση των Δήμων στην Ελλάδα -ακόμα και των οικονομικών της- και ίσως αυτό να εξηγεί και την πληροφόρηση της καγκελαρίου για τα αποθεματικά των Δήμων .
Πριν από λίγο καιρό, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, με αφορμή την συζήτηση για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας για την αποπληρωμή του χρέους, αποκάλυψε ότι η Αγκελα Μερκελ έστειλε τον Χανς Γιοακίμ Φούχτελ στην Αρχιεπισκοπή, για να συζητήσει μαζί του, χωρίς ωστόσο να αποκαλύψει και το περιεχόμενο των συνομιλιών.
Ένα θέμα στο οποίο επέμενε από την αρχή ο Φούχτελ και επανέφερε συνεχώς είναι τα “ολοκληρωμένα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων” που θα αναλάμβαναν γερμανικές εταιρείες. Στόχος να αγοραστούν από την Ελλάδα με κοινοτικά κονδύλια για την περιφέρεια, που θα επιστρέψουν στη Γερμανία.
Η «Ελληνογερμανική Συνεργασία» επιχειρεί να παρουσιάσει ως βοήθεια προς την Ελλάδα και την επιχείρηση κάλυψης χιλιάδων θέσεων μαθητείας στη Γερμανία που είναι κενές, καθώς και τη μεταφορά εργατικού δυναμικού από την Ελλάδα προς τη Γερμανία. Στο πλαίσιο αυτό έχει ξεκινήσει και η επιχείρηση επαγγελματικής εκπαίδευσης νέων στην Ελλάδα (με συγκεκριμένες ειδικότητες, όπως π.χ αυτές των τουριστικών επαγγελμάτων) σύμφωνα με τα γερμανικά επαγγελματικά πρότυπα και με βάση τις γερμανικές ανάγκες, κυρίως σε γεωργία, μεταφορές, Logistics, μηχανικοί αυτοκίνητων και μηχανικοί γενικά.
Η καγκελάριος Μέρκελ πάντως, δείχνει μία σταθερή επιμονή στο θέμα της ελληνογερμανικής συνεργασίας, για αυτό με το που διαπίστωσε ότι ο εντεταλμένος και πιστός της Φούχτελ δεν είναι καλοδεχούμενος στην ελληνική κυβέρνηση, ανάθεσε την αποστολή αυτή στον Μίκαελ Ροτ, υφυπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας. Ο Μίκαελ Ροτ είναι γνωστό ότι στο θέμα των αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου δηλώνει σταθερά ότι θεωρεί το θέμα λήξαν.
Ο Ροτ που ήταν στην Αθήνα πριν λίγες μέρες είχε συναντήσεις με τους Γ. Χουντή, Ν.Παππά, Γ. Σταθάκη και άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους, αλλά και με τον Σταύρο Θεοδωράκη.
Αυτή ήταν η δεύτερη αποστολή του Μίκαελ Ροτ, καθώς είχε προηγηθεί άλλη μια τον Φεβρουάριο, όμως δεν έγινε ούτε τότε γνωστό το περιεχόμενο των συνομιλιών του με τα στελέχη της κυβέρνησης, αλλά ούτε και ο λόγος για τον οποίο τον έστειλε η γερμανίδα καγκελάριος.
Σύμφωνα με γερμανικές πηγές ο σκοπός της επίσκεψης του Ροτ ήταν οι συμφωνίες του επιμέρους «ελληνογερμανικού μνημονίου συνεργασίας» που έχει υπογραφεί από τον Γιώργο Παπανδρέου και μετά από τον Αντώνη Σαμαρά, αλλά και γενικότερα οι διερευνητικού τύπου επαφές, καθώς ήταν το πρώτο μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης που συναντήθηκε με μέλη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ. Ο κ. Ροτ στην πρώτη του επίσκεψη είπε ότι η επικοινωνία αυτή θα συνεχιστεί και θα εντατικοποιηθεί , ενώ δήλωσε ότι «Το σημαντικότερο νόμισμα στην Ευρώπη δεν είναι το ευρώ, αλλά η εμπιστοσύνη».