Η ιστορική διαστρέβλωση και η εργαλειοποίηση της Κύπρου για την υπονόμευση της αλληλεγγύης προς τον παλαιστινιακό λαό
Ζούμε σε μια εποχή όπου το παράλογο συχνά παρουσιάζεται ως λογική, και το ανιστόρητο βαφτίζεται πατριωτισμός. Σε μια τέτοια συνθήκη, όπως σημειώνει καυστικά ο λαός, «τα πόδια σηκώνονται να χτυπήσουν το κεφάλι» – και όσο αυτό επαναλαμβάνεται, τόσο περισσότερο τείνουμε να το θεωρούμε φυσιολογικό. Μα δεν είναι.
Το τελευταίο διάστημα, ένα συγκεκριμένο τμήμα της εγχώριας ακροδεξιάς έχει βάλει στο στόχαστρο τους πολίτες που συμμετέχουν σε διαδηλώσεις αλληλεγγύης για τη Γάζα, επιλέγοντας να τους επιτεθεί όχι μόνο πολιτικά αλλά και “πατριωτικά”. Με τρόπο σκόπιμα αντιφατικό, επικαλούνται την Κύπρο και την τουρκική κατοχή ως αντιπαράδειγμα, υπονοώντας ότι όσοι διαδηλώνουν για την Παλαιστίνη αδιαφορούν για τα εθνικά θέματα.
Η Κύπρος ως εργαλείο στοχοποίησης
Το επιχείρημα αυτό δεν είναι απλώς έωλο· είναι βαθιά υποκριτικό. Η Κύπρος δεν “χάθηκε” εξαιτίας της σημερινής κοινωνίας των πολιτών, αλλά από το πραξικόπημα της Χούντας και τις εγκληματικές επιλογές των δικτατόρων της περιόδου 1967–1974, που άνοιξαν τον δρόμο για την τουρκική εισβολή. Πολλοί από εκείνους που σήμερα διαδηλώνουν για τη Γάζα, είναι οι ιδεολογικοί και πολιτικοί απόγονοι των ανθρώπων που αντιστάθηκαν στη Χούντα – και που τότε βρίσκονταν σε φυλακές ή εξορίες.
Αντιθέτως, πολλοί από αυτούς που σήμερα ζητούν «πορείες για την Κύπρο» ως αντίβαρο στις κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη, είναι άνθρωποι που, κατά πάσα πιθανότητα, επί Χούντας θα βρίσκονταν… από την άλλη πλευρά: στην πλευρά των υποστηρικτών του καθεστώτος που ευθύνεται ιστορικά για την κυπριακή τραγωδία.
Ακροδεξιά υποκρισία με το δάχτυλο υψωμένο
Η ειρωνεία γίνεται πιο οξεία όταν αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι τολμούν σήμερα να υψώνουν το δάχτυλο και να κατηγορούν για «έλλειμμα πατριωτισμού» εκείνους που δίνουν το παρών σε πορείες αλληλεγγύης. Πρόκειται για μια προσπάθεια αντιστροφής της πραγματικότητας, όπου η ηθική και η ιστορική αλήθεια υποχωρούν μπροστά στη μικροπολιτική και στη ρητορική του διχασμού.
Η πρακτική αυτή θυμίζει έντονα τη ρητορική της Χούντας, η οποία κατηγορούσε τους αντιφρονούντες για «προδότες» και τους αντιστεκόμενους για «ανθέλληνες». Και, δυστυχώς, σήμερα επανέρχεται μέσω απογόνων και θαυμαστών εκείνης της περιόδου, που χρησιμοποιούν την ίδια επιχειρηματολογία για να στοχοποιήσουν κάθε φωνή αντίστασης στην αδικία και τον αυταρχισμό.
Η παγίδα της συνειδητής ιστορικής διαστρέβλωσης
Το πλέον ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι μια μερίδα πολιτών φαίνεται να υιοθετεί αυτή τη σαθρή επιχειρηματολογία, χωρίς να συνειδητοποιεί τις ιστορικές της ρίζες και τις πολιτικές της προεκτάσεις. Ο εθνικισμός παρουσιάζεται ως αυτονόητη στάση, ενώ η διεθνιστική αλληλεγγύη –θεμελιώδης αξία των δημοκρατικών κοινωνιών– δαιμονοποιείται ως προδοσία.
Η λογική αυτή δεν πλήττει μόνο την πολιτική συνοχή της κοινωνίας· υπονομεύει τις θεμελιώδεις αρχές της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς και της ιστορικής συνείδησης. Όταν ο πατριωτισμός γίνεται εργαλείο καταστολής του δικαιώματος στη διαμαρτυρία, τότε η Δημοκρατία απειλείται από τις ίδιες δυνάμεις που την τραυμάτισαν στο παρελθόν.
Αλληλεγγύη και ιστορική μνήμη πάνε μαζί
Η αλληλεγγύη στους λαούς που υποφέρουν –στη Γάζα, στην Κύπρο, παντού– δεν είναι επιλογή, είναι χρέος. Και η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να διαστρεβλωθεί για να εξυπηρετήσει μικροπολιτικές σκοπιμότητες ή εθνικιστικά παραληρήματα.
Η Κύπρος δεν ξεχνιέται – ούτε όμως μπορεί να εργαλειοποιείται από εκείνους που σιώπησαν όταν καταπατήθηκε. Οι αγώνες για δικαιοσύνη δεν ακυρώνουν ο ένας τον άλλο. Τους συνδέει η ίδια βαθιά ανάγκη για ελευθερία, ισότητα και ειρήνη.