Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση από το ίδιο το ξεκίνημά της και από την ίδια τη φύση της είναι μια εναλλακτική κι όχι παραδοσιακή εκπαιδευτική διαδικασία. Πρωτοξεκίνησε κι αυτή στη δεκαετία του ’60 κι άρχισε να αναγνωρίζεται ως αναγκαιότητα και να θεσμοθετείται από τη δεκαετία του ’70 κι έπειτα.
Ήταν η πλημμυρίδα των κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60, το πνεύμα του Μάη του 1968 που δημιούργησε το κίνημα της Αντιαυταρχικής Εκπαίδευσης με αποκορύφωμα το σχολείο του Σάμμερχιλ αλλά και το οικολογικό κίνημα ως κίνημα αμφισβήτησης της βιομηχανικής κοινωνίας και των επιπτώσεών της στη φύση και στον άνθρωπο.
Στο σχολείο του Σάμμερχιλ καταργήθηκαν οι βαθμοί, οι εξετάσεις, τα παραδοσιακά μαθήματα, οι υποχρεωτικές παρακολουθήσεις, η ιεραρχία μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών αντικαταστάθηκε από την κοινή συνέλευση μαθητών κι εκπαιδευτικών.
Παιδί αυτής της εποχής η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση λειτούργησε από τότε χωρίς βαθμούς κι εξετάσεις, με εθελοντική συμμετοχή μαθητών κι εκπαιδευτικών, με ενεργό συμμετοχή των μαθητών, με από κοινού σχεδιασμό των δράσεων που θα αναπτυχθούν, με αναζήτηση λύσεων σε προβλήματα, με συνδυασμό διαφορετικών πηγών κι απόψεων που αντιπαρατίθενται και συντίθενται.
Όσο κι αν προσπάθησαν από τότε να ενσωματώσουν την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, να την καταντήσουν άλλο ένα μάθημα που θα διδάσκει ένας ειδικός «που ξέρει», δεν τα κατάφεραν, μιας κι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αξιοποιεί μεν τις συγκεκριμένες γνώσεις των ειδικών, αμφισβητεί όμως την εξουσία τους, προτιμά τους ενεργούς πολίτες με κριτική σκέψη και διάθεση και τις συμμετοχικές διαδικασίες όπως η Συνέλευση μαθητών κι εκπαιδευτικών του Σάμμερχιλ. Άλλωστε, ειδικοί ήταν αυτοί που έφτιαξαν τα πυρηνικά όπλα και τους θαλάμους αερίων, ειδικοί στην πολιτική μας κυβερνάνε κι ιδού τα αποτελέσματά τους: η κρίση, η φτώχεια κι η εξαθλίωση, οι πόλεμοι, η καταστροφή του περιβάλλοντος.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση λοιπόν επιχειρεί να φτιάξει ενεργούς πολίτες με ευαισθησία για ό,τι συμβαίνει γύρω τους στη φύση και στην κοινωνία, πολίτες που θα πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, που θα αναλάβουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία.
Τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης λειτουργούν με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση (κρατικά κονδύλια δεν έχουν διατεθεί από το 2012) και υπάρχει συνεχής έλεγχος ιδίως στις δαπάνες τους: Κάθε μήνα υποβάλλονται τιμολόγια και δαπάνες στο Ίδρυμα Νεολαίας και Δια Βίου Μάθησης που διαχειρίζεται την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, κάθε χρόνο συντάσσεται προϋπολογισμός, κάθε δυο μήνες υποβάλλονται στατιστικά στοιχεία (πόσοι συμμετείχαν σε δράσεις των ΚΠΕ), κάθε έξι μήνες συγκεντρωτικά απολογιστικά, κάθε χρόνο σχεδιασμός επισκέψεων σχολείων με έγκριση του Υπουργείου, κάθε χρόνο αναλυτικά απολογιστικά στοιχεία, κάθε εκδήλωση – σεμινάριο – δράση υποβάλλεται για έγκριση από το αρμόδιο Τμήμα του Υπουργείου. Οι δράσεις των ΚΠΕ δεν είναι λοιπόν ανεξέλεγκτες, δεν επιδιώκουμε να διαχειριζόμαστε εν λευκώ δημόσιο χρήμα, όπως θα ήθελαν να μας εμφανίσουν κάποιοι καλοθελητές. Παράλληλα κάθε μας δράση αξιολογείται από τους συμμετέχοντες σε αυτήν (μαθητές, εκπαιδευτικούς και πολίτες), ενώ επιπροσθέτως ιδιωτική εταιρεία, ανέλαβε την αξιολόγηση της δουλειάς των ΚΠΕ για την προηγούμενη χρηματοδοτική περίοδο.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση χρησιμοποιεί τεχνικές αποτίμησης- αξιολόγησης των γνώσεων των μαθητών στο ξεκίνημα και στο τέλος μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας για να δει τι πρόσθεσε στις γνώσεις τους η διαδικασία που ακολουθήθηκε. Ενθαρρύνει το διάλογο και τις παρατηρήσεις των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των εκπαιδευόμενων, προσπαθώντας στη συνέχεια να βελτιώσει πρακτικές. Αλλά είναι άλλο αυτό κι άλλο η βαθμολογία κι η κατάταξη ανθρώπων σε κατηγορίες με δεδηλωμένη την πρόθεση της κυβέρνησης για απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση προσπαθεί να αλλάξει τους ανθρώπους και την κοινωνία, όχι να απορρίψει και να εξοβελίσει κάποιους.
Μέσα σε όλα αυτά δεν είναι απλώς παράταιρο ένας Υπεύθυνος Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης να συμμετέχει σε διαδικασίες αξιολόγησης σαν κι αυτές που επιχειρούνται να επιβληθούν στα σχολεία και στο Δημόσιο συνολικά, βαθμολογώντας τους συναδέλφους του και κατατάσσοντάς τους με αυτόν τον τρόπο. Καταρχάς ο Υπεύθυνος ενός Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης δεν είναι διευθυντής, δε διευθύνει κανέναν. Οι συνάδελφοί του στο Κέντρο δεν είναι υφιστάμενοι, υπάλληλοί του αλλά συνάδελφοι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν στην Παιδαγωγική Ομάδα του Κέντρου κι από κοινού σχεδιάζουν και υλοποιούν προγράμματα και δράσεις Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Η Περιβαλλοντική εκπαίδευση αμφισβητεί την ιεραρχία, την κατάταξη ανθρώπων σε κατηγορίες, σε ανώτερους και κατώτερους κι αντίθετα προωθεί την ισότητα, τη συμμετοχή, τον ενεργό πολίτη.
Συνεπώς, η συμμετοχή σε διαδικασίες αξιολόγησης ανθρώπων αντιστρατεύεται την ίδια τη λογική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Η δουλειά μας είναι ανοιχτή και δημόσια σε όλους. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, ως εναλλακτική παιδαγωγική διαδικασία δεν μπορεί να υποταχθεί σε παραδοσιακές μεθόδους ελέγχου και λειτουργίας, χωρίς να απολέσει τον ίδιο το χαρακτήρα της, χωρίς να χάσει τον εαυτό της.
Σε μια τέτοια διαδικασία δε θα συμβάλλουμε ούτε ως αξιολογητές ούτε ως αξιολογούμενοι, συμμετέχοντας στην απεργία – αποχή που έχουν κηρύξει οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες (ΔΟΕ-ΟΛΜΕ) και η ΑΔΕΔΥ. Θα συνεχίσουμε με πυξίδα το όνειρο για μια διαφορετική εκπαίδευση, μέσα στη φύση, με τη φύση και για τη φύση, χωρίς βαθμολογίες κι ιεραρχίες, με ενεργό συμμετοχή των μαθητών και των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση κάθε εκπαιδευτικής δράσης, για ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία και στα προβλήματά της κι όχι ανοιχτό στις επιχειρήσεις για διαφήμιση αμαρτωλών πολυεθνικών και μεταλλαγμένων που θα μας επιβάλλουν τι επιτρέπεται να λέμε και τι όχι.
Φώτης Ποντικάκης,
Υπεύθυνος του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Βάμου
Παύλος Δασκαλάκης,
Υπεύθυνος του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ιεράπετρας-Νεάπολης