Επιμέλεια – Κείμενα: Στρατής Παπαμανουσάκης
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ – S. BASILIUS MAGNUS
(Νεοκαισάρεια, Πόντος 329-Καισάρεια, Καππαδοκία 379)
Μέγας ιεράρχης, Πατέρας της Εκκλησίας, Μητροπολίτης Καππαδοκίας. Καταπολέμησε τον αρειανισμό και συνέβαλε στην ανάπτυξη του μοναχισμού. Αντλεί επιλεκτικά από την αρχαιοελληνική φιλοσοφία για την θεμελίωση της χριστιανικής θεολογίας.
Έργα: Περί του Αγίου Πνεύματος, Ομιλίαι εις την εξαήμερον, Προς τους νέους, Φιλοκαλία, Επιστολαί.
Βιβλιογραφία: [Έκδ. J.P. Migne, Ελληνική Πατρολογία, Παρίσι (1856), 29-32], Γ. Φλωρόφσκυ, Βυζαντινοί ασκητικοί και πνευματικοί Πατέρες, 1993, Γ. Μαρτζέλος, Ουσία και ενέργειαι του Θεού κατά τον Μέγαν Βασίλειον, 1993.
Εικονογραφία: Μικρογραφία, 15ος αι., Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος.
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ – S. GREGORIUS THEOLOGUS
(Αριανζός, Ναζιανζός, Καππαδοκία 327/328-390)
Από τους Τρεις Ιεράρχες της ορθόδοξης Εκκλησίας, συμφοιτητής στην Αθήνα του Μ. Βασιλείου και του Ιουλιανού, Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολεως, αγωνιστής κατά των αρειανοφρόνων. Βαθυστόχαστος θεολόγος, διάσημος για τους πέντε θεολογικούς αντιαιρετικούς κατά των αρειανών λόγους του, και εξαίρετος ποιητής.
Έργα: Λόγοι, Ποιήματα, Επιστολαί, Εις τον εαυτού βίον.
Βιβλιογραφία: [Έκδ. J.P. Migne, Ελληνική Πατρολογία, Παρίσι (1856), 35-38], N. Winogradoff, Η δογματική διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, 1887, Βασίλειος, Μητροπολίτης Αγχιάλου, Μελέτη περί του Γρηγορίου του Θεολόγου, 1908, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (άρθρ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου).
Εικονογραφία: Τοιχογραφία, Μονή Χώρας, Κωνσταντινούπολη.
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ – S. IOHANNES CHRYSOSTOMUS
(Αντιόχεια, Συρία 349-Κόμανα, Πόντος 407)
Μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, μαθητής του περίφημου εθνικού Λιβανίου και αργότερα της θεολογικής σχολής Αντιοχείας. Μέγιστος εκκλησιαστικός ρήτορας και συγγραφέας, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως με μεγάλη δράση για την εξυγίανση της Εκκλησίας.
Έργα: Ομιλίαι, Επιστολαί, Περί ιεροσύνης.
Βιβλιογραφία: [Έκδ. J.P. Migne, Ελληνική Πατρολογία, Παρίσι (1856), 47-64], Στ. Παπαδόπουλος, Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, 1999, Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου, Εγκυκλοπαιδεία Πάπυρος – Λαρούς, Βικιπαίδεια.
Εικονογραφία: Μωσαϊκό, Ναός Αγίας Σοφίας, Κωνσταντινούπολη.
ΚΕΙΜΕΝΑ: ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ, ΟΠΩΣ ΑΝ ΕΞ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΩΦΕΛΟΙΝΤΟ ΛΟΓΩΝ
* * *
Στη χριστιανική σκέψη της βυζαντινής περιόδου εισάγεται στο γνωσιολογικό πρόβλημα ο εκστατικός χαρακτήρας της ανθρώπινης ύπαρξης και η διάκριση ανάμεσα στην ουσία και στις ενέργειες της ουσίας.
Ουσία είναι το γεγονός της μετοχής στο είναι, ως τρόπος και λόγος σχέσεων κάθε υπαρκτού. Από τις σχέσεις αυτές, άλλες είναι μοναδικές, συνιστούν την ενική ταυτότητα του υποκειμένου και άλλες είναι κοινές, συνιστούν την κοινή τους ουσία (ατομικά και φυσικά ιδιώματα). Η ουσία επομένως είναι δυναμικά ενεργούμενο γεγονός σχέσεων. Ανταποκρίνεται όχι στο τί της υποστάσεως των όντων, αλλά στο πώς, στον τρόπο πραγματοποίησης των σχέσεων. Η ύλη των αισθητών πραγμάτων είναι επομένως αποτέλεσμα ενεργειών, ενεργούμενων σχέσεων, οπότε η υπόσταση των όντων δεν ταυτίζεται με δεδομένη μορφή και περιεχόμενο της ύλης των αντικειμένων ατομικοτήτων. Τα όντα δεν είναι ούτε φαινόμενα ούτε καθεαυτά.
Και παραπέρα, η ουσία του ανθρώπου διακρίνεται από τις ενέργειές του, δηλαδή από τη δυνατότητά του να εξ-ίσταται, να ίσταται εκτός της ουσίας του (εκτός του κοινού τρόπου μετοχής στο είναι), χωρίς να παύει να είναι αυτό που είναι. Ενέργειες του ανθρώπου είναι οι ικανότητές του, που χαρακτηρίζουν τον κοινό τρόπο μετοχής στο είναι, ενώ επιτρέπουν ταυτόχρονα την υπαρκτική έκσταση ως προς αυτόν τον κοινό τρόπο. Αυτή η έκσταση συνιστά την ετερότητα κάθε ανθρώπου και τη γνώση – μέθεξη στην ετερότητα των άλλων, ουσιών ή ατόμων. Ο άνθρωπος εξίσταται από την ουσία του, κατά την ενέργεια, όχι όμως για να ταυτιστεί με την ουσία των άλλων όντων, αλλά για να μετάσχει στην ενέργεια της ουσίας τους, στη δυναμική των σχέσεων που συνιστούν τη μετοχή στο είναι. Η δυνατότητα της γνώσης είναι κοινή σε κάθε άνθρωπο, μας γίνεται όμως προσιτή μόνο μέσω του ατομικού φορέα της γνωστικής ενέργειας. Με την έκσταση η ουσία φανερώνεται, γίνεται πράγμα της ενέργειας. Το αποτέλεσμα της ενέργειας ουσιώνεται (Γιανναράς, Σχεδίασμα εισαγωγής στη φιλοσοφία).