Γράφει ο Γιώργος Λιμαντζάκης
*Απόφοιτος Τουρκικών Σπουδών, κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος (ΜΑ) στις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές, Υποψήφιος Διδάκτωρ στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Πάντειου Πανεπιστημίου.
Η εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας για την Εγγύς Ανατολή
Τους τελευταίους μήνες έχουμε γίνει μάρτυρες ιδιαίτερα απρόσμενων εξελίξεων στην Εγγύς Ανατολή, ιδιαίτερα στο Ιράκ και τη Συρία, όπου η συνεχής εδαφική εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους από τον Ιούνιο του 2014 έχει αποκτήσει πλέον ανησυχητικό χαρακτήρα (Βλέπε σχετικό χάρτη). Η κατάσταση στη Συρία τείνει να θεωρείται πιο προβληματική από αυτή στο Ιράκ, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου ελέγχεται από δυνάμεις ακόμη φίλιες προς τη Δύση -τους Κούρδους και την Ιρακινή κυβέρνηση, παρότι η Βαγδάτη (μια μητρόπολη 7,2 εκατομμυρίων ψυχών, με βάση την απογραφή του 2012) έχει γίνει επανειλημμένα στόχος των τζιχαντιστών. Παρά ταύτα, οι ανωτέρω δυνάμεις καταφέρνουν μέχρι στιγμής να τους κρατήσουν σε απόσταση από τα μεγαλύτερα κέντρα στα δυτικά και νότια της χώρας, απόδοση σχετικά ικανοποιητική, δεδομένου ότι οι περισσότερες δυτικές κυβερνήσεις διστάζουν να στείλουν χερσαίες δυνάμεις, και περιορίζουν τη συνδρομή τους σε σποραδικούς βομβαρδισμούς θέσεων των τζιχαντιστών, χωρίς να περιορίζουν σημαντικά την επιθετική τους ικανότητα. Σημαντικές πιέσεις να αναμιχθεί δέχεται η Τουρκία, ζήτημα που επανήλθε έντονα πρόσφατα με αφορμή την πρόσφατη πολιορκία του Κομπάνι (Kobanê), μια ελεγχόμενη από τους Κούρδους πόλη κατά μήκος της μεθορίου με τη Συρία, παρότι είναι προφανές ότι η ανομοιογενής συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους εξακολουθεί να μην έχει σαφές σχέδιο για την επόμενη μέρα στην περιοχή.
Είναι εφικτή η ανεξαρτησία για το Ιρακινό Κουρδιστάν;
Ταυτόχρονα, η εντεινόμενη δράση του Ισλαμικού Κράτους φαίνεται να επιταχύνει την κατάρρευση του Ιρακινού κράτους, προσφέροντας μια εξαιρετική ευκαιρία στην Περιφερειακή Κυβέρνηση του Κουρδιστάν, ένα defactoκράτος στον Ιρακινό Βορρά, να διευρύνει τον έλεγχό του σε αμφισβητούμενες περιοχές. Ως αποτέλεσμα, οι στρατιωτικές του δυνάμεις -επίσης γνωστές ως πεσμεργκά– κατέλαβαν τον περασμένο Ιούνιο την πόλη του Κιρκούκ και τις γειτονικές πετρελαιοπηγές, μήλον της έριδος στις σχέσεις με τη Βαγδάτη από την αμερικανική εισβολή το 2003.[1] Ο πρόεδρος του Ιρακινού Κουρδιστάν από το 2005, Μασούντ Μπαρζανί, δήλωσε μάλιστα σχετικά ότι η κυβέρνησή του δεν προτίθεται να επιστρέψει την αμφισβητούμενη περιοχή ακόμη και όταν η παρούσα κρίση τελειώσει, και έκανε ένα βήμα παραπέρα, ζητώντας τον περασμένο Ιούλιο από το Κουρδικό Κοινοβούλιο στο Βόρειο Ιράκ να οργανώσει προσεχώς ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της περιοχής.
Παρότι οι εξελίξεις αυτές προκαλούν ανησυχία και επιτείνουν το κλίμα αναστάτωσης στην περιοχή -δεδομένης και της εντεινόμενης δράσης των τζιχαντιστών- οι περισσότεροι διεθνείς παρατηρητές συμφωνούν ότι οι απειλές των Κούρδων δεν θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη, επειδή αποσκοπούν κυρίως στο να πιέσουν τη Βαγδάτη να τους παραχωρήσει περισσότερα υπουργικά χαρτοφυλάκια, και ενδεχομένως μεγαλύτερο μέρος στην κατανομή των πόρων του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Ο κύριος λόγος για αυτή την εκτίμηση είναι ότι παρότι το Ιρακινό Κουρδιστάν είναι φαινομενικά πιο εύρωστο από την υπόλοιπη χώρα -για παράδειγμα, ο ρυθμός ανάπτυξής του το 2013 ήταν 8,2%, συγκρινόμενο με το 4,2% για το σύνολο της χώρας- τα οικονομικά του μεγέθη παραμένουν περιορισμένα και ανεπαρκή για να υποστηρίξουν τις ανάγκες ενός ανεξάρτητου κράτους,[2] και πολύ λιγότερο αν αυτό επιχειρήσει να ενσωματώσει νέες περιοχές ή εμπλακεί σε μια σειρά πολέμων με τις γειτονικές του χώρες. Υπό το φως αυτών των δεδομένων, η εφικτότητα μιας τέτοιας προοπτικής φαντάζει ακόμα μικρότερη, αν λάβουμε υπόψη τις έκτακτες στρατιωτικές δαπάνες που ήδη βαρύνουν το Ιρακινό Κουρδιστάν για να κρατήσει μακριά τους τζιχαντιστές.
Ο κύριος τρόπος να αυξήσουν τα έσοδά τους οι Κούρδοι του Ιράκ θα ήταν να εξάγουν ακατέργαστο πετρέλαιο μέσω του τουρκικού λιμανιού του Τζεϊχάν (Ceyhan), αλλά η ανακοίνωση της Τουρκίας τον περασμένο Μάιο ότι άρχισε να παραδίδει πετρέλαιο τέτοιας προέλευσης στις διεθνείς αγορές ήταν αρκετή για να προκαλέσει τη μήνι της Βαγδάτης, και οι διμερείς σχέσεις έκτοτε ακροβατούν σε τεντωμένο σκοινί. Το αποτέλεσμα είναι μια αδιέξοδη κατάσταση, με την Ιρακινή κυβέρνηση να επιχειρεί να διατηρήσει τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της, ενώ την ίδια στιγμή οι Κούρδοι απειλούν με απόσχιση αν τα κεκτημένα τους -ή ότι αυτοί αντιλαμβάνονται ως τέτοια- αμφισβητηθούν. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσαμε ακόμη και να υποστηρίξουμε ότι η πρόσφατη δράση του Ισλαμικού Κράτους έχει ουσιστικά ενισχύσει τη θέση των Κούρδων του Ιράκ, βοηθώντας τους να επαναδιαπραγματευτούν τη σχέση τους με τη Βαγδάτη από πλεονεκτική θέση. Παρά ταύτα, θα αναγκαστούν σύντομα και οι ίδιοι να κάνουν τις επιλογές τους, καθώς γίνεται ολοένα και πιο εμφανές ότι η περαιτέρω συνεργασία με την Άγκυρα και η υποστήριξη των Κούρδων της Συρίας είναι δύο πολιτικές που δύσκολα μπορούν να συνδυαστούν.
Πόσο σημαντική είναι η στάση της Τουρκίας;
Η Άγκυρα έχει εκφράσει επίσημα την πρόθεσή της να μετάσχει σε μια συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους, και μάλιστα η Τουρκική Εθνοσυνέλευση έχει ήδη εξουσιοδοτήσει τις ένοπλες δυνάμεις να επέμβουν στη Συρία. Αυτό ωστόσο εξακολουθεί να μην έχει συμβεί μέχρι στιγμής, και η παρατεινόμενη παθητική στάση της χώρας οδήγησε τις τελευταίες εβδομάδες στην εκδήλωση αιματηρών διαδηλώσεων στο εσωτερικό της, τόσο στα νοτιοανατολικά, όπου οι Κούρδοι αποτελούν την πλειονότητα, όσο και σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Κωνσταντινούπολη, η Άγκυρα και η Σμύρνη, όπου επίσης υπάρχουν μεγάλοι κουρδικοί πληθυσμοί. Περισσότεροι από 40 διαδηλωτές έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής σε συγκρούσεις με την αστυνομία, ενώ ο φυλακισμένος ηγέτης του PKKΑμπντουλάχ Οτζαλάν απείλησε να διακόψει τις διαπραγματεύσεις με την Άγκυρα αν οι Κούρδοι στη Βόρεια Συρία δε βοηθηθούν άμεσα.
Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει θέσει ωστόσο τους όρους του για επέμβαση στη Συρία. Δεν εμπιστεύεται τους Κούρδους της Συρίας, τους οποίους κατηγορεί ότι συνεργάστηκαν στο παρελθόν με τον Μπασάρ αλ-Άσαντ, ενώ θεωρεί ότι ακόμα διατηρούν στενές σχέσεις με το PKK, το οποίο στην Τουρκία θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση εξίσου επαίσχυντη -αν όχι περισσότερο- από τους τζιχαντιστές. Η Άγκυρα επίσης εκτιμά ότι η στήριξη των Κούρδων της Συρίας θα οδηγούσε στην αναβίωση του αυτονομιστικού κινήματος εντός της Τουρκίας, και προκειμένου να δώσει ένα αυστηρό μήνυμα κατά της προοπτικής αυτής, οι δυνάμεις της έπληξαν την περασμένη Δευτέρα, 13 Οκτωβρίου, βάσεις του ΡΚΚ στην περιοχή του Χάκκιαρι (Hakkâri) κοντά στο χωριό Ντάγλιτζα (Dağlıca), όπου κουρδικές ένοπλες ομάδες είχαν επιτεθεί την προηγουμένη σε αστυνομικό τμήμα. Το PKKκατηγόρησε την Άγκυρα ότι παραβίασε την εκεχειρία που εφαρμοζόταν από το Μάρτιο του 2003, και οι δύο πλευρές φαίνεται να προετοιμάζονται για νέο γύρο συγκρούσεων. Στο πλαίσιο αυτό, οι διεθνείς πιέσεις προς την Τουρκία να ανοίξει τα σύνορά της με τη Συρία σε Κούρδους μαχητές έχουν ενταθεί, καθώς αυτό θα κατεύναζε κάπως τα πνεύματα στο εσωτερικό και θα δημιουργούσε ευνοϊκότερες συνθήκες για επέμβαση στη Συρία.
Οι περισσότεροι παρατηρητές εκτιμούν ότι δεν θα έπρεπε να αναμένεται κάποια δυναμική επέμβαση άμεσα, κατά συνέπεια η αναταραχή στο Ιράκ και τη Συρία πιθανότατα θα εξακολουθήσει το επόμενο διάστημα, με πιθανή παράπλευρη απώλεια την εξασθένιση της όποιας τουρκικής και σαουδαραβικής επιρροής στης χώρες αυτές υπέρ των τζιχαντιστών. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θα έπρεπε να αποκλείεται το ενδεχόμενο της επαναπροσέγγισης Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν,[3] με προοπτική να χρησιμοποιηθούν πολιτικά -ή και στρατιωτικά- οι Σιίτες του νοτίου Ιράκ για να καλυφθεί το κενό εξουσίας που έχει δημιουργηθεί λόγω της δράσης των τζιχαντιστών. Πολλοί εκτιμούν ότι αυτό το σενάριο δεν είναι ιδιαίτερα ρεαλιστικό, με δεδομένο ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν διακοπεί από την Ισλαμική Επανάσταση το 1979 και το Ιράν βρίσκεται ακόμη υπό καθεστώς κυρώσεων. Κατά τρόπο ειρωνικό ωστόσο, οι ριζοσπάστες ισλαμιστές του Ισλαμικού Κράτους προσφέρουν στην Ισλαμική Δημοκρατία μια εξαιρετική ευκαιρία όχι μόνο να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και να συνεργαστεί μαζί τους. Παρότι οι εκτιμήσεις αυτές μπορεί να φαντάζουν πρόωρες προς το παρόν, μένει να δούμε αν γεγονότα όπως η πολιορκία του Κομπάνι ή η εντατικοποίηση του ένοπλου αγώνα των Κούρδων στο εσωτερικό της Τουρκίας θα μπορούσαν να επιταχύνουν τέτοιες εξελίξεις.
[1] Για περισσότερα σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες η πόλη έπεσε, βλέπε άρθρο του TheGuardian, “KurdishPeshmergaseizeachaoticvictoryinKirkuk”, διαθέσιμο και στην ιστοσελίδα: http://www.theguardian.com/world/2014/jun/12/kurdish-peshmerga-kirkuk-iraq-maliki.
[2] “Quel avenir pour le djihadistan?”, Περιοδικό Carto, No 25, Σεπτ-Οκτ 2014, σελ.50-51.
[3] Για περισσότερα σχετικά με το πως και υπό ποιές συνθήκες αυτό θα μπορούσε να γίνει, βλέπε επίσης το άρθρο της WashingtonPost, “ISISisthebestthingtohappentoIran-U.S. relationsinyears”, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://www.washingtonpost.com/posteverything/wp/2014/06/19/isis-is-the-best-thing-to-happen-to-iran-u-s-relations-in-years/.