Ο λαός της Ελλάδας κατέβαινε στα συλλαλητήρια για να καταγγείλει το ΝΑΤΟ. Για να εκφράσει την αγάπη του στον κατασπαρασσόμενο λαό. Άνοιγε την μεγάλη του αγκαλιά. Απ’ την Μακεδονία μέχρι την Κρήτη. ή μήπως η Μακεδονία δεν είναι Ελλάδα; Ή μήπως η Κρήτη δεν είναι Ελλάδα; Ή μήπως είμαστε εθνικιστές επειδή είμαστε Έλληνες;
Άνοιγε την μεγάλη του αγκαλιά, τη μεγάλη του καρδιά. Φιλοξενούσε τα κατατρομαγμένα παιδιά απ’ τις αγριότητες ενός πολέμου που δημιούργησε το ΝΑΤΟ. Τα έπαιρνε στα σπίτια του, μήνες, για να επουλώσει τις πληγές τους. Μήπως είμαστε εθνικιστές γι’ αυτό; Υιοθέτησε τα ορφανά τους. Μήπως είμαστε ακραίοι γι’ αυτό;
Και τώρα ένα κομμάτι της κατασπαραγμένης απ’ το ΝΑΤΟ χώρας ζητά την δική μας ταυτότητα για να μπει στο ΝΑΤΟ.
Τι ειρωνεία αλήθεια. Τι τραγική ειρωνεία! Ζητούν να πάρουν αυτό που είμαστε για να προσχωρήσουν σ’ αυτούς που τους κατασπάραξαν. Αλήθεια! Τι εμποδίζει το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. να τους δεχθεί; Το όνομα; Πρέπει να έχουν όνομα; Να έχουν. Πρέπει να λέγονται «Μακεδονία» για να γίνει αυτό; Ή μήπως είναι το ΝΑΤΟ που ζητά να έχουν το όνομα Μακεδονία; Και γιατί αυτή η προτίμηση; Τους αρέσει; Έτσι όπως στα βαφτιστήρια διαλέγομε ένα όνομα να μας αρέσει; Γιατί το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. πιέζουν ύπουλα γι’ αυτήν την ονομασία; Τι ετοιμάζουν για το μέλλον; Μου θυμίζει ένα παραμύθι που μου ‘λεγαν μικρή. «Τον κακό λύκο με το χαζό αρνί».
Ο λύκος ορέχτηκε να φάει το αρνί. Αλλά το αρνί ήταν στο σπίτι του κλειδωμένο και ασφαλές. Δεν μπορούσε ο λύκος να μπει μέσα. Και αρχίζει πονηρά: «Καλό μου αρνάκι, καλό μου γειτονάκι, εγώ θέλω να είμαστε για πάντα γείτονες καλοί. Ποτέ εγώ δεν θα σε πειράξω. Να σε φάω εγώ; Να μην σώσω, καλό μου αρνάκι. Τι μας χωρίζει εμάς; Τίποτα, μια πόρτα μόνο. Άνοιξέ την λίγο, τόσο δα, ίσα να μπει το ένα μου ποδαράκι να ζεσταθώ λιγάκι. Τι θα πάθεις με το ένα μου ποδαράκι;». Ανοίγει το χαζό αρνί και βάζει ο λύκος το ένα ποδαράκι. Μετά από λίγο ξαναρχίζει ο λύκος: «Καλό μου αρνάκι, καλό μου γειτονάκι ζεστάθηκα λιγουλάκι το καημένο. Άνοιξε λίγο ακόμα να βάλω και τ’ άλλο μου ποδαράκι». Ανοίγει το χαζό αρνί και βάζει και τ’ άλλο ποδαράκι.
Ύστερα από λίγο ξανά ο λύκος: «Καλό μου γειτονάκι λίγο ακόμα, πάγωσε το χεράκι μου. Άνοιξε ακόμα λίγο να ζεσταθώ λίγο το καημένο». Ανοίγει το αρνί βάζει το ένα χέρι βάζει και τ’ άλλο, δίνει μια ο λύκος μπαίνει όλος μέσα, τρώει το χαζό αρνί.
Περιμένομε, αυτός που μας παρουσιάστηκε και πήρε την ψήφο μας παριστάνοντας τον σύγχρονο «Τσε Γκεβάρα» – τι ιεροσυλία αλήθεια – να μην φερθεί σαν το χαζό αρνί. Γιατί τότε ο λύκος δεν θα φάει μόνο το χαζό αρνί, αλλά την πολλαπλώς χτυπημένη χώρα μας και τον λαό της τον δοκιμαζόμενο τόσο άγρια.
Βασιλική Κοντεκάκη