8.8 C
Chania
Wednesday, December 25, 2024

«Έχει φουρτούνα στον γιαλό»

Ημερομηνία:

Στην Ελπίδα Λυρατζάκη- Κουρκουτάκη

Θεία μου,

Μικρά κοριτσάκια εγώ και η αδελφή μου, ξαπλωμένες στο «καλό κρεβάτι» που ‘χε η γιαγιά από τον Πύργο του Καστελιού για τις εγγόνες της, τις  “Χανιωτοπούλες”, να μας πας στη θάλασσα σου γυρεύαμε.

Στην Πλάκα που ‘χε και ο παππούς καλύβα για το μποστάνι, να κολυμπήσουμε.

Άκουγα τα κύματα και σου φώναζα: «Θεία Ελπίδα, θεία Ελπίδα, θέλω να μας πας στη θάλασσα».

-Έχει ο γιαλός φουρτούνα σήμερα! Άμα γίνει μπονάτσα θα σας πάω.

Άμα γίνει μπονάτσα…

Κάθε φορά, μετά που μεγάλωσα όταν άκουγα κύματα, σε σκεφτόμουν με αγάπη: «Έχει ο γιαλός φουρτούνα, άμα γίνει μπονάτσα».

Θεία μου, η μικρότερη αδελφή της μάνας μου. Κοπελίτσα, σε θυμάμαι στον αργαλειό. Και ‘γω καθισμένη δίπλα σου μέσα στον αργαλειό στο πάνω σπίτι. Να βλέπω τα χέρια σου να περνούν τις σαΐτες τα πόδια σου να χτυπούν τους πατητήρες τ’ αργαλειού.

-Τι ‘φαίνεις; Σου ‘λεγα.

-Τραπεζομάντηλο. Αχ θε μου να πάνε καλά, μου ‘λεγες.

Κοπελίτσα, ανύπαντρη, ούτε 20 χρονών. Ήσουν μικρή και όμορφη και κρεμόμαστε στα φουστάνια σου όταν ερχόμαστε στο Καστέλι.

-Να μας πας στο αμπέλι να κόψομε σταφύλια. Ροζακί, φράουλες και κουμενάτα. Τρελαινόμασταν! Να μας πας στο γιαλό».

Απέναντι από το σπίτι ήταν ένα πατητήρι και από κει κατεβαίναμε κάτω. Σταματούσαμε λίγο στο σπίτι της Τασούλας και της Κατίνας και κουβεντιάζατε, περνούσαμε τα χωράφια και τον φοίνικα που ήταν στη μέση (μόνο αυτός έχει μείνει, όλα τ’ άλλα είναι κτίρια τώρα) και πηγαίναμε στην Πλάκα. Και ο παππούς στην καλύβα να φυλά τα πεπόνια και τα καρπούζια και να ποτίζει με την βλιχάδα απ’ το πηγάδι τα φιστίκια.

Τί ευτυχία ήταν αυτή ! Τι ωραία παιδικά χρόνια. Γεμάτα από  σένα. Όλο το Καστέλι μετά τη μάνα μου, ήσουν εσύ. Και τις άλλες θείες, την Βασιλικώ, τη Λούλα, την Αντωνία, τους θείους Γιώργο και Κώστα, τους αγαπούσαμε.

Αλλά εσένα, πιο πολύ από όλους. Ήσουν η πιο μικρή απ’ όλα τα αδέλφια σου και δενόμαστε πιο πολύ μαζί σου. Θυμάμαι, που δεν έτρωγα κρέας γιατί μου ‘χαν σφάξει το γουρουνάκι μου. Και για να τιμωρήσω τη μαμά μου και τον μπαμπά μου και τη γιαγιά μου τη Σμυρνιά που «συμμετείχαν» στη σφαγή σφράγισα το στόμα μου και δεν ξανάφαγα κρέας μέχρι που ‘γινα 15 χρονώ.

Από 5 περίπου ξεκίνησα την απεργία πείνας.  Ήμουν η πρώτη χορτοφάγος. Όσο προσπαθούσαν να με ταΐσουν κρέας με τα χάδια ή με το ζόρι, τίποτα εγώ. Σφράγιζα το στόμα μου και δεν το άνοιγα με τίποτα.

Σε άκουσα λοιπόν μια μέρα στο Καστέλι να παραγγέλνεις του παππού να φέρει ψάρι να μας φτιάξεις ψαρόσουπα.

-Το παιδί δεν τρώει κρέας, να φτιάξομε ψαρόσουπα, του ‘λεγες.

Πήγε ο παππούς ξημερώματα και έφερε ψάρι. Θυμάμαι το ‘χαν βάλει σ’ ένα γουβά νικέλινο. Κι εσύ όλο χαρά, μου πες.

-Έλα Αννούλα να δεις τι έφερε ο παππούς να ψήσομε να φας.

Σκύβω κι εγώ στο γουβά όλο χαρά και τι να δω; Ένα πράγμα πελώριο κουβαριασμένο μαύρο και κίτρινο.

Ωωω! Δίνω ένα πήδο όλο τρόμο. Τι είναι αυτό; Κάνω πανικόβλητη τρέχοντας να φύγω. Φίδι μου φέρατε;

Ήταν σμύνιερα μεγάλη που τη θεωρούσαν εκλεκτό μεζέ.

Η θεία μου η Ελπίδα με πήρε στην αγκαλιά της και με φίλαγε.

-Παιδάκι μου, τρόμαξες, δεν είναι φίδι, είναι ψάρι , ωραίο!

-Δεν θέλω, δε θέλω, πάρτε το από δω να μη το βλέπω. Εγώ δεν θέλω ούτε κρέας ούτε ψάρι. Στάκα με τα αυγά, μόνο.

Εεε, όταν είμαστε στο χωριό, τέλειωνε η στάκα της γιαγιάς και το λαδοτύρι της.

Κι έπειτα, ήρθε η ώρα που αρραβωνιάστηκες. Φέρανε τα προικιά σου στο σπίτι μας στα Χανιά γιατί στα Χανιά θα ‘μενες πια μέχρι να τελειώσει το σπίτι σου. Παντρεύτηκες τον θείο τον Μάνο και μας έμαθες να τον αγαπάμε και να τον σεβόμαστε.

-Ο θείος σας ! μας έλεγες. Σαν να ήταν κάτι πολύ σπουδαίο.

Και ‘μεις λέγαμε: «Αφού η θεία λέει έτσι, έτσι θα είναι» Και τον αγαπούσαμε !

Περιεργαζόμαστε, τα ωραία σου κεντήματα, τα προικιά σου. Αλλά πιο πολύ, εμένα τουλάχιστον, με μάγευε εκείνη η μπαλαρίνα, που τη κουρντίζαμε και χόρευε στο ένα της πόδι με μουσική.

Την τελευταία φορά που ήρθαμε να σε δούμε την είχες ακόμα. Πάνω στο τραπέζι, στην τραπεζαρία.

-Για δες, λέω από μέσα μου, η μπαλαρίνα! Η θεία μου τελειώνει και η μπαλαρίνα είναι ακόμα ίδια.

Καλή μου ψυχή! Τα κεντήματα που μου ‘χες φτιάξει, τα μωρουδιακά στα παιδιά μου. Πέθανε η μάνα μου και έλεγα: Στη θέση της μάνας μου θα ‘χω τη θεία Ελπίδα να φτιάξομε τα ξεροτήγανα, όταν παντρεύονται.

Μα εσύ πέθανες ! Και δεν προλάβαμε!

Η κάθε μέρα που φεύγει, φεύγει για πάντα. Και η ζωή μας, μαζί της. Η κάθε μέρα που ξημερώνει ας φαίνεται ίδια, δεν είναι ποτέ ίδια. Αυτή η μέρα που έφυγε, έφυγε για πάντα. Και ‘μεις ξεγελιόμαστε και λέμε: «Ξαναξημερώνει» !

Και έτσι φεύγει η ζωή και δεν το καταλαβαίνομε. Και όλα μας φαίνονται ξαφνικά. Όπως και ο θάνατος σου.

Θεία Ελπίδα, αγαπημένη θεία Ελπίδα, δεν σβήνεις έτσι. Δεν χάνεσαι έτσι. Σαν ένα μικρό αστεράκι σε ουρανό σκοτεινό. Γιατί σε έχομε μέσα μας, στη σκέψη μας και θα σε θυμόμαστε πάντα με αγάπη.

Άννα Κωνσταντουδάκη- Αγγελάκη

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

32 επιζώντες από τους 67 επιβαίνοντες από το αεροπορικό δυστύχημα στο Καζακστάν

Τριάντα δύο επιζώντες υπάρχουν μετά το αεροπορικό δυστύχημα στο Καζακστάν, σύμφωνα...

Από όλους εμάς στον “Αγώνα της Κρήτης”, ευχές από καρδιάς για Καλά Χριστούγεννα!

Αγαπητοί αναγνώστες, Ευχαριστούμε που είστε δίπλα μας και μας εμπνέετε...

Χριστούγεννα στην Κρήτη με απρόβλεπτη χιονόπτωση

Η ψυχρή αέρια μάζα που έφτασε στην Κρήτη, σε...