Έχοντας πια φύγει τρία χρόνια από το Ρέθυμνο και τον Φουρφουρά, ο δάσκαλος Άγγελος Πατσιάς, ο εμπνευστής του Σχολείου της Φύσης και των Χρωμάτων, ανοίγει ένα νέο μέλλον μπροστά του. Ένα μέλλον που ο ίδιος το φαντάζεται με την εκπαίδευση να στηρίζεται στις βιωματικές ευκαιρίες, για παιδιά που θα καλλιεργούν τις δεξιότητες τους και δεν θα αρκούνται στη στείρα γνώση των βιβλίων. Αυτό επιχείρησε και κατάφερε στο σχολείο του Φουρφουρά και σήμερα επιχειρεί να ιδρύσει ένα ανάλογο σχολείο στη Θεσσαλονίκη, όπου δραστηριοποιείται, έχοντας πια αποχωρήσει από τη δημόσια εκπαίδευση.
Ο Άγγελος Πατσιάς παρουσίασε το απόγευμα της Τρίτης στο βιβλιοπωλείο «Κλαψινάκης» το βιβλίο του με τίτλο τι άλλο; «Το σχολείο της Φύσης και των Χρωμάτων», το οποίο μιλώντας στην Κρητική Επιθεώρηση χαρακτήρισε «μία συναισθηματική καταγραφή των εμπειριών που ζήσαμε όλα τα χρόνια στο σχολείο του Φουρφουρά. Είναι ό,τι μου έμεινε φεύγοντας πια από το χωριό, ό,τι με έδεσε συναισθηματικά με το χωριό».
Κοντά του βρέθηκαν άνθρωποι που γνώρισαν την αγάπη του για τα παιδιά και την εκπαίδευση και όπως είπε ο ίδιος, «είναι σαν να βρεθήκαμε για να πιούμε καφέ και να συζητήσουμε».
Το βιβλίο παρουσιάζει ένα εκπαιδευτικό ταξίδι, για το πώς μέσα σε πέντε χρόνια, ένα μικρό σχολείο, κατέληξε να είναι μια από τις πιο πολυσυζητημένες εκπαιδευτικές προτάσεις της χώρας με εκατοντάδες επισκέψεις από την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο.
Είναι σελίδες γεμάτες αγάπη, κατάθεσης ψυχής, αναμνήσεων, αυτογνωσίας, παιδαγωγικών απόψεων και πρακτικών. Με απλή και άμεση γραφή, απευθύνονται σε εκπαιδευτικούς, γονείς και απλούς πολίτες που γνωρίζουν καλά ότι για να αλλάξει το μέλλον αυτής της χώρας, πρέπει να αλλάξει η παιδεία της.
«Μια καταγραφή πολεμικών ιστοριών που μοναδικός μαχητής και εχθρός είναι ο ίδιος σου ο εαυτός. Ιστοριών που κλονίζουν τις σταθερές σου και σε κάνουν περιπατητή στα πιο δύσκολα μονοπάτια της ζωής. Αυτά που μόνο τα παιδιά ξέρουν να περπατούν».
Ο Άγγελος Πατσιάς σημειώνει πως στην Ελλάδα του 2018 δυστυχώς δεν υπάρχει όραμα στην εκπαίδευση, με αποτέλεσμα οι αλλαγές που επιχειρούνται να είναι κυρίως επικοινωνιακές και όχι ουσιαστικές.
«Νομίζω ότι το σχολείο πρέπει να γίνει ένας χώρος, που θα καλλιεργούνται οι δεξιότητες. Που θα καλλιεργούνται η ανθρωπιά, οι σχέσεις και τα συναισθήματα. Δηλαδή η εποχή της παπαγαλίας έχει φύγει χρόνια τώρα και αργούμε να το αντιληφθούμε. Βγάζουμε παιδιά που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε κανένα μέλλον έχοντας μόνο γνώσεις, που δεν έχει βγει καν σε δική τους έρευνα», λέει ο ίδιος και εκτιμώντας το πώς εφάρμοσε ο ίδιος το δικό του όραμα σημειώνει: «Τίποτα δεν σου δίνεται έτοιμο. Ήμασταν όμως τυχεροί γιατί πήγαμε στην αρχή τρία άτομα, ο Γιάννης Μανωλακάκης και η Γιούλη Μποσδελεκίδου και είχαμε ταύτιση σε αυτό που σκεφτόμασταν. Ήμασταν πολύ καλοί στο να ακούμε τα παιδιά και μετά όποιος έρχεται στο σχολείο προσαρμόζεται σε αυτό που υπήρχε. Και η δυσκολία το να φτιάξεις κάτι αντίστοιχο σε μεγάλο σχολείο δεν αφορά τα παιδιά, αλλα ότι οι εκπαιδευτικοί δεν συντονίζονται. Αν αποκτήσουν οι εκπαιδευτικοί κοινό όραμα, τότε μπορεί να γίνει κάτι σπουδαίο».