Μια έκπληξη επιφύλαξε ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατά την ομιλία του στη Βουλή στο πλαίσιο της συζήτησης για τον νέο Ποινικό Κώδικα, καθώς τάχθηκε υπέρ της υπερψήφισης του νέου Ποινικού Κώδικα.
«Δεν θα είμαι μέλος της επόμενης Βουλής. Είμαι όμως, και θα είμαι πάντα μάχιμος και ενεργός πολίτης. Και πιστεύω, ότι αυτό είναι ό,τι σημαντικότερο μπορεί να κάνει κάποιος σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, όπως το δικό μας». Με αυτή την αποστροφή ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος έκλεισε, -μετά από μια συνεχή και αδιάλειπτη, όπως είπε ο ίδιος, παρουσία πάνω από σχεδόν 26 χρόνια στα κοινοβουλευτικά έδρανα- την τελευταία του κοινοβουλευτική παρουσία, χειροκροτούμενος από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που ήταν στην αίθουσα και μη μπορώντας να κρύψει τη συγκίνησή του.
Ο κ. Βενιζέλος, επέλεξε σήμερα, να κάνει την τελευταία κοινοβουλευτική παρουσία και παρέμβασή του, καθώς όπως ανέφερε, θεώρησε πολιτική και επιστημονική του υποχρέωση να τοποθετηθεί πάνω σε δύο θεμελιώδη, κορυφαία νομοθετήματα τα οποία συζητά η Ολομέλεια της Βουλής, όπως είναι ο Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τάχθηκε υπέρ της ψήφισης του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, επισημαίνοντας ότι οι αλλαγές του Ποινικού Κώδικα έχουν καθυστερήσει πολλά χρόνια. «Συμφωνώ με τις διαπιστώσεις ότι δεν είναι νομοθετική πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκεται για μια καθυστερημένη οφειλομένη ενέργεια που είχε υποχρέωση να πράξει η κυβέρνηση, όχι μόνο η παρούσα αλλά και η προηγούμενη και ίσως και οι πολλές προηγούμενες κυβερνήσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος.
Προσέθεσε δεν ότι «η ψήφιση των κωδίκων θα έπρεπε να γίνουν πολύ νωρίτερα σε πολιτικά ανύποπτο χρόνο και υπό συνθήκες πολιτικής συναίνεσης. Η κυβέρνηση θα έπειθε τότε ότι σέβεται πραγματικά το ποινικό φιλελευθερισμό και το κράτος δικαίου, γιατί οι αντιρρήσεις μου ότι τα σέβεται, είναι πολύ μεγάλες».
Όπως είπε, δεν μπορεί να υπάρξει καταστρατήγηση στο πεδίο του ποινικού νόμου μέσω μιας τεχνητής διάκρισης μεταξύ τυπικής και ουσιαστικής ισχύος του νόμου και τόνισε ότι πρέπει να προβλεφθεί ρητά ή η άμεση δημοσίευση και ισχύς του ή έστω ότι δεν θα εκδοθούν αποφάσεις μετά την 1η Ιουλίου.