Σήμερα το πρωί με μια ανακοίνωση στην επίσημη σελίδα της  Rebound στο Facebook ενημερωθήκαμε ότι ο ιδιοκτήτης του αγαπημένου μας μαγαζιού της Πλατείας Αμερικής, Ηλίας Γεωργουλέας «έφυγε» από τη ζωή. Η ανάρτηση ανέφερε:

«Αγαπητοί.
Με μεγάλη λύπη σας ανακοινώνω ότι ο αγαπημένος Ηλίας έφυγε τα ξημερώματα από κοντά μας.
Η τελετή θα γίνει αύριο στο κοιμητήριο Παιανίας στις 15:30.
Καλό Ταξίδι Ηλία και Καλό Παράδεισο
Θα σε θυμόμαστε για πάντα».

Ο Ηλίας Γεωργουλέας υπήρξε μια από τις μυθικές μορφές της αθηναϊκής νύχτας. Ήταν ο έμπνευστης του Σφιγγα bar, του Blueberry, του Punk Βear Bar, και τέλος, της Problem και της θρυλικής Rebound. Μεταξύ άλλων υπήρξε στενός φίλος και συμμαθητής του Παύλου Σιδηρόπουλου και του Αλέξη Γκόλφη (τελείωσαν μαζί το Όγδοο Γυμνάσιο Αθηνών), κι επίσης ήταν λάτρης του μποξ και ερασιτέχνης πυγμάχος.

Η Blueberry Hill ήταν ένα από τα στέκια της νεολαίας και έπαιζαν συγκροτήματα, όπως οι Stormies και οι Storm, προτού μετονομαστούν σε Aphrodite’s Child, πριν φύγουν από την Ελλάδα. Τη θέση της Blueberry Hill πήρε η Problem που υπήρξε το καταφύγιο όλων των φρικιών, που δρούσαν στην Αθήνα. Το 1986, η Problem αλλάζει ύφος και όνομα, και ονομάζεται σε Rebound. Η γνωστή αλλόκοσμη υπόγα που βρισκόταν μέχρι πριν από την καραντίνα στην οδό Μηθύμνης 43, στην Πλατεία Αμερικής.

Στο μπαρ ΣΦΙΓΓΑ . Από αριστερά : Αλέξης Γκόλφης, Ηλίας Γεωργουλέας, Χαρά Αγγελούση και ο Παύλος Σιδηρόπουλος. Φωτό αγνώστου, 1978

Εκεί υποδεχόταν όλη την underground Αθηνα επί 40 χρόνια. Ψηλός, γεροδεμένος, καλοντυμένος και ιδιαίτερα σοβαρός, με το ένα χέρι άνοιγε την πόρτα της υπόγας και με το άλλο χέρι σε υποδεχόταν με μια ευγενική αποστασιοποίηση, καθώς έλεγε με βραχνή φωνή εκείνο το χαρακτηριστικό: «Καλησπέρα σας», οδηγώντας σε προς τα σκοτεινά κόκκινα σκαλοπάτια, με μια σεμνότητα που θύμιζε εποχές άλλες.

Σίγουρα ο Ηλίας Γεωργουλέας προσέφερε πολλά στη νυχτερινή ζωή της Αθηνας και ειδικότερα στην underground, punk και goth σκηνή. Η Rebound ήταν για τη γενιά μας η εποχή που πάντα θέλαμε να ζήσουμε, τα δικά μας αλήτικα 80s που βλέπαμε στις ταινίες και στα βιντεοκλίπ. Καθώς κατέβαινες τη σκάλα της, με μιας έμπαινες σε ένα παράδοξο βαριετέ. Γκοθάδες κουστουμαρισμένοι, μαυροντυμένα φρικιά, eye-liner μέχρι τ’αφτιά, τούλια, σκινάδες και γκοθούδες με μαλλιά κρεπαρισμένα μέχρι τον Θεό και πάνκηδες με πολύχρωμες μοϊκάνες.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Η Rebound ήταν επίσης υπεύθυνη για την μουσική διαπαιδαγώγηση πολλών από εμάς. Εκεί μάθαμε τους Bauhaus, τους Mecano, τους South of No North, τους Αντί, τους Yell o Yell, τους Clown και μεθυσμένοι τραγουδούσαμε τσιριχτά: «Λευκά κελιά για σένα» με εκείνο το χαρακτηριστικό άτσαλο μπρος πίσω. Άλλοτε με τις σπασμωδικές κινήσεις του Ian Curtis, προσπαθούσαμε να ξορκίσουμε εκείνη την νεανική ένταση που είχαμε μέσα μας, έναν παράδοξο συνδυασμό απογοήτευσης, κι ελπίδας. Πάνω στην ξύλινη πίστα άκουγες τα κτυπήματα από τις αρβύλες, ενώ στα τραπεζάκια με τα κόκκινα τραπεζομάντιλα που ήταν περιμετρικά τοποθετημένα γύρω από την πίστα, κάθονταν οι πιο σοβαροί και ρομαντικοί γκοθάδες, Άλλοι με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι ή καθισμένοι στα σκαλάκια κρυμμένοι πίσω από τις κολόνες μέχρι να έρθει η δική τους σειρά, με ίσως ένα κομμάτι των This Mortal Coil. Σε εκείνη την πίστα συλλογικοποιούσαμε την θλίψη μας, κι  αυτό μας έφερνε τρομερή χαρά. Αυτό που ήταν σίγουρο είναι πως το θεατρικό σκηνικό της υπόγας έδινε το tempo για περφόρμανς και μια περίεργη αναστοχαστικότητα που μόνο εκείνες τις περίεργες ώρες μπορεί να λάβει χώρα.

Το στέκι της Πλατείας Αμερικής είναι η δική μας πολιτισμική κληρονομιά. Ένας δημόσιος χώρος των παθών, των εξομολογήσεων, του νεο-ρομαντισμού, ένας χώρος αισθησιολογικός, ένα σκοτεινό καταφύγιο όπου πηγαίναμε για να εξαφανιστούμε καθώς πολλοί από εμάς νιώθαμε ότι δεν «κολλούσαμε» σε πιο mainstream μαγαζιά. Εκεί ποτέ δεν ένιωθες περίεργα και μπορούσες να είσαι ότι θες. Βελούδινα βλέμματα, μουσικάρες, μπύρες και ποτά στην οβάλ μπάρα.  Με το που με το που άνοιγες την πόρτα του, ο χρόνος και ο χώρος θόλωναν γλυκά και χανόσουν μέσα σε σκοτεινούς ρυθμούς.

Για κάθε υπέροχη στιγμή που ζήσαμε στη σκοτεινή υπόγα… Καλό ταξίδι Ηλία Γεωργουλέα.