Για ακόμα μία χρονιά, οι αγρότες της Κρήτης βρίσκονται αντιμέτωποι με σημαντικά μειωμένες επιδοτήσεις, καθώς τα ποσά που καταβλήθηκαν πρόσφατα για το υπόλοιπο 30% της βασικής ενίσχυσης κρίνονται εξαιρετικά χαμηλά. Οι παραγωγοί δηλώνουν αγανακτισμένοι, ενώ καταγγελίες για το νέο σύστημα παρακολούθησης καλλιεργειών, το λεγόμενο monitoring, έρχονται να επιδεινώσουν την κατάσταση.
Όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Συνεταιριστικών Οργανώσεων Ελλάδας, Μιχάλης Καμπιτάκης, στην εκπομπή της Ρένας Σημειαντωνάκη στο Ράδιο Κρήτη 101,5, τα ποσά που κατατέθηκαν στους λογαριασμούς των αγροτών ήταν απογοητευτικά. “Μιλάμε για ποσά πολύ πιο κάτω των 1.000 ευρώ για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών,” ανέφερε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι η κατάσταση επιδεινώνεται κάθε χρόνο.
Η “παγίδα” του monitoring
Η αγανάκτηση των αγροτών εντείνεται λόγω του συστήματος παρακολούθησης καλλιεργειών με τεχνητή νοημοσύνη (monitoring), που αφήνει εκτός πληρωμής χιλιάδες παραγωγούς. Το σύστημα ελέγχει την επιλεξιμότητα των αγροτεμαχίων, όμως, σύμφωνα με τον κ. Καμπιτάκη, έχει οδηγήσει σε αδικίες και σοβαρές οικονομικές απώλειες για τους παραγωγούς της Κρήτης.
“Η τελευταία ενημέρωση από τον ΟΠΕΚΕΠΕ είναι ότι θα επανεξεταστούν 6.500 περιπτώσεις, πολλές από τις οποίες αφορούν παραγωγούς της Κρήτης,” δήλωσε, προσθέτοντας ότι η επανεξέταση πιθανότατα θα ξεκινήσει τη νέα χρονιά. “Οι απώλειες είναι τεράστιες, καθώς το monitoring επηρεάζει τις πληρωμές για τα οικολογικά σχήματα, την εξισωτική αποζημίωση και άλλες ενισχύσεις.”
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός αγρότη, ο οποίος καλλιεργεί εδώ και δεκαετίες 8 στρέμματα ελιές. Το 2021 έλαβε 700 ευρώ, το 2022 μόλις 500 ευρώ, το 2023 150 ευρώ και φέτος δεν πήρε απολύτως τίποτα. Παρόμοιες καταγγελίες προέρχονται από δεκάδες παραγωγούς, οι οποίοι ζητούν ξεκάθαρες εξηγήσεις για τις περικοπές που έχουν υποστεί.
Οργή και αβεβαιότητα
Οι αγρότες δηλώνουν εξοργισμένοι από τη συνεχιζόμενη μείωση των ενισχύσεων και την έλλειψη διαφάνειας. Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί απειλεί τη βιωσιμότητα των καλλιεργειών και την οικονομία των τοπικών κοινωνιών, ενώ η ανάγκη για άμεση παρέμβαση από το αρμόδιο υπουργείο είναι πιο επιτακτική από ποτέ.