Περιορισμούς στα καταλύματα βραχυχρόνιων μισθώσεων σε «κορεσμένες» τουριστικά περιοχές, αλλά και τουριστική αξιοποίηση ακατοίκητων νησιών ή ολόκληρων παλαιών εγκαταλελειμμένων ή μικρότερων των 2.000 κατοίκων οικισμών περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων οι προτάσεις του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τον Τουρισμό, το οποίο έθεσαν σε δημόσια διαβούλευση τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού.
Υστερα από περισσότερα από επτά χρόνια προετοιμασίας και αφού στο μεσοδιάστημα οι χρήσεις του τουρισμού χωροθετούνταν κυρίως με παρεκκλίσεις ή βάσει παρωχημένων Περιφερειακών Σχεδίων, τα συναρμόδια υπουργεία παρουσίασαν την Κοινή Υπουργική Απόφαση και τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων με στόχο να καλυφθεί το κενό στο χωροταξικό σχεδιασμό που είχε δημιουργήσει η ακύρωση των προηγούμενων ΕΧΠ Τουρισμού του 2009 και του 2013 από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Τα κείμενα θα παραμείνουν σε δημόσια διαβούλευση για σχολιασμό έως τις 15 Σεπτεμβρίου.
Το Σχέδιο μεταξύ άλλων ανάβει το πράσινο φως και για τη συνολική τουριστική αξιοποίηση εγκαταλελειμένων οικισμών εισάγοντας την έννοια του «σποραδικού ξενοδοχείου» που θα μπορεί να δημιουργηθεί και εντός εγκαταλελειμμένων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων σε συνδυασμό με την ανάπλαση τμήματος ή και του συνόλου του οικισμού.
Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, ο εθνικός χώρος κατηγοριοποιείται σε πέντε βασικές ενότητες με βάση τη διάρθρωση των τουριστικών καταλυμάτων και συγκεκριμένα:
- Στις «κορεσμένες» τουριστικά περιοχές ελέγχου, στις οποίες εντάσσονται 18 Δημοτικές Ενότητες και συγκεκριμένα η Παραλία Πιερίας,τμήμα της Σκιάθου και της Κέρκυρας, ο Λαγανάς και οι Δήμοι Αρκαδίων και Ζακυνθίων της Ζακύνθου, η Ερμούπολη της Σύρου, η Σαντορίνη (Θήρα και Οία), η ανατολική Κως, η Μύκονος, η Αφάντου, η Ιαλυσός και η Καλλιθέα Ρόδου, η νότια Τήνος, η Χερσόνησος Ηρακλείου, τα Μάλια Ηρακλείου και η Νέα Κυδωνία Χανίων.
- Στις αναπτυγμένες περιοχές (84 Δ.Ε.), στις οποίες περιλαμβάνεται και ο Κεντρικός Τομέας του δήμου Αθηναίων.
- Στις αναπτυσσόμενες περιοχές (139 Δ.Ε.
- Στις περιοχές με δυνατότητες ανάπτυξης (265 Δ.Ε.) και
- Στις μη αναπτυγμένες περιοχές (528 Δ.Ε.)
Στην πρώτη κατηγορία των υπερανεπτυγμένων τουριστικά περιοχών προτείνεται ο περιορισμός των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης και των απλών ενοικιαζόμενων δωματίων, ως ποσοστού των κλινών των κύριων τουριστικών καταλυμάτων, η μερική ή ολική απόσυρση και κατεδάφιση εγκαταλελειμένων κτιρίων που προσβάλλουν το τοπίο, η εκπόνηση μελετών εκτίμησης της φέρουσας ικανότητας των περιοχών αυτών και η θέσπιση ειδικού τέλους υπέρ του Πράσινου Ταμείου, επί των δραστηριοτήτων του τουρισμού (συμπεριλαμβανόμενου του τουρισμού διαμοιρασμού και των απλών ενοικιαζόμενων δωματίων) με σκοπό να χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση αναπλάσεων και υποδομών που υποστηρίζουν τον τουρισμό.
Επιπλέον μέχρι την ολοκλήρωση των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων ορίζεται ότι για την ανέγερση νέων ξενοδοχείων το ελάχιστο απαιτούμενο εμβαδόν του οικοπέδου αυξάνεται σε 16 στρέμματα. Στις ίδιες περιοχές, εντός του δικτύου Natura 2000 η ανάπτυξη νέων τουριστικών υποδομών επιτρέπεται μόνο μετά τον καθορισμό σχεδίων διαχείρισης. Απο τους περιορισμούς εξαιρούνται τα καταλύματα 4 και 5 αστέρων, τα οποία προτείνεται να συνεχίσουν να κατασκευάζονται, ενώ η ρύθμιση αυτή υιοθετείται και στην περίπτωση επέκτασης υφιστάμενου καταλύματος.
Αντίστοιχοι είναι οι κανόνες που τίθενται και για τη δεύτερη κατηγορία των ανεπτυγμένων τουριστικά περιοχών με τη διαφορά ότι σε αυτές η ανέγερση ξενοδοχείου σε εκτός σχεδίου περιοχή θα απαιτεί οικόπεδο 12 στρεμμάτων.
Τουριστικές μονάδες σε ακατοίκητα νησιά
Το Χωροταξικό κατηγοριοποιεί τη χώρα και βάσει των γεωγραφικών χαρακτηριστικών της διαχωρίζοντας τα νησιά πλην της Εύβοιας και της Κρήτης σε τρεις κατηγορίες: στα τουριστικά ανεπτυγμένα και αναπτυσσόμενα, στα υπόλοιπα κατοικημένα νησιά και στα ακατοίκητα νησιά και βραχονησίδες.
Στις βραχονησίδες, τα νησιά με έκταση μικρότερη των 300 στρεμμάτων και όσα βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 10 ναυτικών μιλίων από τα θαλάσσια σύνορα της χώρας ή μεγαλύτερη των 10 ναυτικών μιλίων από παράκτιες περιοχές του ηπειρωτικού τμήματος της χώρας ή από νησιά που διαθέτουν ακτοπλοϊκή πρόσβαση, δεν επιτρέπεται κανενός είδους τουριστική ανάπτυξη.
Ωστόσο, σε όλα τα ακατοίκητα νησιά που δεν ανήκουν στα παραπάνω το νέο Χωροταξικό ανάβει το πράσινο φως για τη δημιουργία οργανωμένων υποδοχέων τουριστικών δραστηριοτήτων «ήπιας ανάπτυξης».
Τουριστική αξιοποίηση παλαιών οικισμών
Στο νέο Χωροταξικό εισάγεται για πρώτη φορά και η έννοια του «Σποραδικού ξενοδοχείου». Τα ξενοδοχειακά καταλύματα τέτοιας μορφής – όπως εξηγούν οι μελετητές του Σχεδίου – αποτελούνται από ένα ξενοδοχείο που δε βρίσκεται σε ενιαίο κτίριο/οικόπεδο, αλλά συγκροτείται από διάφορα ιστορικά κτίρια σε μια μικρή κοινότητα και αντιπροσωπεύει μια εναλλακτική λύση για τα παραδοσιακά τουριστικά καταλύματα, όπως ξενοδοχεία, B&B και αγροικίες.
Οπως αναφέρεται στο Σχέδιο, το «Σποραδικό Ξενοδοχείο» πρέπει να συμμορφώνεται με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
- Η διαχείρισή του γίνεται απευθείας από έναν ιδιοκτήτη, παρέχει κανονικές ξενοδοχειακές υπηρεσίες και διαθέτει κεντρικό χώρο υποδοχής, εστίασης κλπ.
- Τα δωμάτια κατανέμονται σε υπάρχοντα κτίρια σε ιστορικά κέντρα ή οικισμούς.
Το υπό μελέτη χωροταξικό πλαίσιο προτείνει την εισαγωγή του «σποραδικού ξενοδοχείου» στην ελληνική τουριστική νομοθεσία, με αφετηρία την πρόβλεψη για δυνατότητα δημιουργίας Σύνθετου Τουριστικού Καταλύματος και εντός εγκαταλελειμμένων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων σε συνδυασμό με την ανάπλαση τμήματος ή και του συνόλου του οικισμού.
Η εφαρμογή του προϋποθέτει νομοθετική ρύθμιση και έκδοση Προεδρικού Διατάγματος, με το οποίο θα καθορίζονται τα ειδικότερα κριτήρια επιλογής των σχετικών οικισμών, οι τρόποι και τα μέσα πολεοδομικής επέμβασης, οι τρόποι απόκτησης των απαιτούμενων ακινήτων, τα παρεχόμενα πολεοδομικά ή και οικονομικά κίνητρα, οι φορείς υλοποίησης των σχετικών προγραμμάτων και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
«Η έννοια του σποραδικού ξενοδοχείου αποτελεί μια εξαιρετικά ελκυστική μορφή εναλλακτικού τουρισμού με αρκετά περιορισμένες επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω του ότι δεν απαιτούνται κατασκευές νέων οικοδομών και κατά συνέπεια ενισχύεται η εξοικονόμηση πόρων και ενέργειας. Αντιπροσωπεύει μια μορφή βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης τουριστικών προορισμών, η οποία βασίζεται στην αποκατάσταση και την ανάκτηση υπαρχόντων σπιτιών σύμφωνα με τα τοπικά πολιτιστικά και ιστορικά χαρακτηριστικά», αναφέρεται στη μελέτη.