Του Νίκου Σταματίνη
Η 28η Οκτωβρίου για το 2018 ήταν αρκετά διαφορετική από τις προηγούμενες επετείους. Την ημέρα που η χώρα μας γιόρταζε με πανηγυρικούς λόγους την είσοδό της στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις εντυπωσιακές επιδόσεις του ελληνικού στρατού σε αυτόν, στο χωριό Βουλιαράτες ο 35χρονος Κωνσταντίνος Κατσιφάς σκοτώνεται μετά από συμπλοκή με την αλβανική αστυνομία. Μέσα στη συναισθηματική φόρτιση των πανηγυρικών λόγων της εθνικής περηφάνιας και του ηρωισμού των Ελλήνων, κανείς ή σχεδόν κανείς δεν έκατσε να ασχοληθεί με το ίδιο το γεγονός. Ο Kωνσταντίνος Κατσιφάς έγινε ήρωας ανεξάρτητα από το γεγονός που τον ηρωοποίησε.
Η ‘εθνικά ορθή αλήθεια’ είναι μια και όποιος τολμήσει να την αποδομήσει, έστω και με δεδομένα και επιχειρήματα, είναι προδότης και ανθέλληνας. Μέσα, λοιπόν, σε αυτή τη λογική του φαντασιακού κυνηγητού που ρίχνουν οι πάντες και τα πάντα ενάντια στον ελληνισμό, μια συμπλοκή με όπλα γίνεται αυτομάτως εκτέλεση ή και δολοφονία. Η πρώτη ανάγνωση της ιστορίας ήταν πως ο Κατσιφάς πυροβολήθηκε, επειδή προσπάθησε να ανεβάσει ελληνική σημαία. Η υπόθεση αυτή μπορεί να καταρριφθεί πολύ εύκολα από τη στιγμή που όλο το χωριό ήταν σημαιοστολισμένο.
H ελληνική αντίδραση θα έπρεπε να είναι στιβαρή. Πριν καν καταλάβουμε τι έγινε, διάφοροι μέσα σε μια πατριωτική έξαρση καλούσαν σε ακραία μέτρα. Σε έναν διαγωνισμό ματσίλας ο καθένας προσπαθούσε να βρει μια πιο δυναμική αντίδραση από το προηγούμενο. Ξεκινήσαμε από καλέσματα να δέρνουμε Αλβανούς στην Ομόνοια και φτάσαμε μέχρι τον βομβαρδισμό των Τιράνων. Χωρίς καν να ξέρουμε τι συνέβη. Ένας προληπτικός βομβαρδισμός πάντα χρειάζεται.
Την ίδια στιγμή, το ελληνικό ίντερνετ γέμισε με fake news τα οποία ανέβαιναν ασταμάτητα, χωρίς καμία διασταύρωση. Όταν καταρρίπτονταν, όπως για παράδειγμα έγινε με το σενάριο ότι σύρθηκε για 7 μέτρα και εκτελέστηκε εξ επαφής στο κεφάλι, η είδηση παραχωνόταν και ο ειδησεογραφικός οργανισμός που την αναπαρήγαγε γινόταν άμεσα ύποπτος ή, ακόμα καλύτερα, προωθούσε τα αλβανικά συμφέροντα. Στο τέλος, όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, με την αλληλουχία fake news και κατάρριψής τους, μένει μια τελείως θολή εικόνα που απλά γίνεται αφορμή για να ηρωοποιηθεί κάποιος.
Ο τρόπος που στήνεται ο διάλογος για τον θάνατο του Κωνσταντίνου Κατσιφά δεν διαφέρει από οποιονδήποτε άλλο τέτοιο διάλογο, είναι σαν textbook example του πώς λειτουργεί η ιδεολογία. Σκοτώθηκε ένας δικός μας, ένας ομοεθνής, και αφού ήταν δικός και ομοεθνής δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για την προβολή μιας άλλης πραγματικότητας. Στον απόηχο του γεγονότος ακολουθεί συμπλοκή στον Γέρακα μεταξύ νεαρών Ελλήνων και Αλβανών. Ο καθένας πήρε τις βεβαιότητές του έτοιμος να σπάσει στον ξύλο τις βεβαιότητες του απέναντι. Κάποιες πράξεις της αλβανικής αστυνομίας, με πρώτη και καλύτερη την τελείως αργοπορημένη παράδοση της σορού του στην οικογένειά που τον θρηνεί είναι προφανέστατα απαράδεκτες. Η πρώτη όμως αντίδραση απέναντι σε μια απαράδεκτη συμπεριφορά δεν μπορεί να είναι ούτε η ηρωοποίηση, ούτε η εξιδανίκευση, ούτε το εθνικιστικό μίσος. Ο ρόλος κάθε πολιτισμένου κράτους το 2018 είναι να επιζητά τη διπλωματία.
Ζούμε σε μια χώρα οι νεότερες γενιές της οποίας ευτυχώς(!) δεν έζησαν τη φρίκη του πολέμου. Το γεγονός αυτό κάνει το κάλεσμα στα όπλα πολύ πιο εύκολο. Με την πρώτη υποψία κρίσης ο πόλεμος γίνεται η πρώτη λύση λες και οι διεθνείς σχέσεις κα η διπλωματία είναι απλά οι βαρετοί τύποι που μας χωρίζουν από το να αρχίσει το ταβερνόξυλο.
Τελικά στην υπόθεση Κατσιφά στήσαμε έναν εθνικό ήρωα. Τώρα αναμένουμε πια την εξακρίβωση της αιτίας που τον ηρωοποιήσαμε.
(Κεντρική φωτογραφία: Facebook.com/kostas.katsifas.14)