Στο περίφημο τηλεοπτικό κανάλι Blue Sky (και όχι πια το εγκυρότερο ΤηλεΆστυ) ο Άδωνις Γεωργιάδης, ως βουλευτής πλέον της Νέας Δημοκρατίας, προέβη σε μια δήλωση που επισκίασε όλα τα άλλα σοβαρότερα τεκταινόμενα και συζητήθηκε πολύ. Είπε με συγκρατημένο θυμό επί λέξει:
«Αφού λοιπόν τώρα πήραμε τα αυτοκίνητα των 1.400 κ.ε., αρχίζει πάλι η ίδια συζήτηση: Μα γιατί να πάρουν αυτοκίνητα οι βουλευτές. Μα επανερχόμαστε στην ίδια συζήτηση. Ωραία, να μην πάρουμε αυτοκίνητα.
Θέλετε να κυκλοφορούν οι βουλευτές με το λεωφορείο και το τραίνο;
Γίνεται;
Πιστεύετε ότι είναι εφικτό;
Προφανώς και όχι.
Δεν μπορείς να τον ξεφτιλίζεις το βουλευτή. Αλλιώς να πούμε παιδιά να την καταργήσουμε τη δημοκρατία, να πάμε σε άλλο καθεστώς».
Η δήλωση του γνωστού αρχαιολάτρη Άδωνη Γεωργιάδη, η οποία προφανώς παραβλέπει ότι τέτοια προνόμια δεν υπήρχαν στην αγαπημένη Αθηναϊκή Δημοκρατία, δεν είχε να κάνει τόσο με την δεδομένη απαξίωση των ελληνικών μέσων μαζικής μεταφοράς, όπως αρχικά υποστηρίχτηκε, ούτε με το γεγονός πως άλλοι παλιοί πολιτικοί -όπως ο Κίμωνας Κουλούρης- κυκλοφορούν με ωραίες Μερσεντές μολονότι είναι πλέον τέως βουλευτές.
Όπως φάνηκε και λίγο αργοτερα από την αλληλεπίδραση του κόσμου με τον αρχαιομαθή βουλευτή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στην Ελεύθερη Γνώμη η ταμπακιέρα δεν ήταν απλά ο φόβος της απώλειας των παραδοσιακών πριγκιπικών προνομίων που απολαμβάνουν οι Έλληνες βουλευτές.
Πάνω απ’ όλα ήταν ο φόβος της καθημερινής και κατά πρόσωπο συνάντησης με τους κουτόφραγκους Έλληνες ψηφοφόρους, οι οποίοι κάποιες φορές έχουν επιδείξει την αγάπη του πύθωνα στη θέα των Ελλήνων βουλευτών, αφού είναι εξαιρετικά ευτυχισμένοι από το έργο τους στη Βουλή και την υποταγή τους στη Τρόικα και τα ξένα οικονομικά συμφέροντα.
Το πιο παράξενο όμως δεν είναι ο δικαιολογημένος φόβος του βουλευτή για τον διαρκή εναγκαλισμό του από το πλήθος, αλλά το γεγονός ότι οι πολιτικοί σχηματισμοί στους οποίους ανήκε και ανήκει στέκονταν επικριτικά και ελαφρώς χλευαστικά στα προεκλογικά συνθήματα των αντιπάλων που έλεγαν «Όχι στο Φόβο».