Η παραίτηση του γιατρού από το Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο της Σερίφου δεν είναι ούτε ακραία ούτε μεμονωμένη περίπτωση. Είναι σε εξέλιξη ένα πρωτοφανές κύμα παραίτησης και φυγής γιατρών από τις δημόσιες δομές υγείας, όχι μόνο των νησιών αλλά και των μεγάλων αστικών κέντρων.
Ο βασικός λόγος είναι η ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών άσκησης του ιατρικού έργου , η δραματική υποχώρηση των standards ασφαλείας και ποιότητας στα νοσοκομεία, οι αναξιοπρεπείς και σε απόκλιση από τα ευρωπαϊκά δεδομένα αποδοχές των γιατρών και, κυρίως, η αίσθηση όλων ότι έχει δρομολογηθεί από την κυβέρνηση της ΝΔ η απαξίωση και ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ και όχι η αναβάθμιση του.
Το Υπουργείο Υγείας δίνει κίνητρα εγκατάλειψης του δημόσιου συστήματος υγείας και αναζήτησης καλύτερων όρων εργασίας , αμοιβής και επιστημονικής εξέλιξης στον ιδιωτικό τομέα ή στο εξωτερικό. Ακριβώς γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι η σημερινή διαλυτική κατάσταση στο ΕΣΥ, η οποία αφήνει υγειονομικά ακάλυπτο μεγάλο τμήμα του πληθυσμού και αυξάνει τις ανισότητες στην υγεία, έχει τη «σφραγίδα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Τι προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για να διασφαλιστεί η επιβίωση και ριζική αναδιοργάνωση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, ειδικά στα νησιά και στην ενδοχώρα:
1. Αντιμετώπιση της κρίσης στελέχωσης του ΕΣΥ με μηχανισμό αυτόματης και μόνιμης. κάλυψης των κενών λόγω συνταξιοδότησης, μονιμοποίηση των συμβασιούχων, 15.000 στοχευμένες προσλήψεις σε βάθος 4ετίας, νέες ιατρικές εξειδικεύσεις, στήριξη της επιστημονικής έρευνας και νέο πλαίσιο συνεργασίας ΕΣΥ-Πανεπιστημίου.
2. Γενναία μισθολογική αναβάθμιση των γιατρών και των υπόλοιπων εργαζομένων του ΕΣΥ, ένταξη στα ΒΑΕ, εισαγωγικός μισθός 2.000€ καθαρά στους γιατρούς , νέα δέσμη κινήτρων (εργασιακών, οικονομικών, κοινωνικών εκπαιδευτικών, επιστημονικής εξέλιξης) για την παραμονή και ενίσχυση του ιατρικού δυναμικού στο ΕΣΥ.
3. Ειδικά κίνητρα για την προσέλκυση γιατρών στις δυσπρόσιτες -νησιωτικές περιοχές αλλά και για τις ειδικότητες που είναι σε έλλειψη και για τα «άγονα» τμήματα-κλινικές σε όλη τη χώρα.
Τα κίνητρα αυτά είναι:
α. Οικονομικά: Ειδικό αφορολόγητο επίδομα αγόνου για ειδικευμένους γιατρούς ΕΣΥ για όλο το διάστημα της πραγματικής υπηρεσίας και το οποίο ορίζεται στα 1.000 ευρώ καθαρά (+50% αύξηση στον εισαγωγικό μισθό του ΕΣΥ). Εξομοίωση με τους αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων σε ότι αφορά στη χρήση ΛΑΦ, στρατιωτικών πρατηρίων, πτητικών μέσων για μετακινήσεις, χρήση ξενώνων, κατασκηνώσεων κ.α. Στεγαστικά και φορολογικά κίνητρα.
β. Επιστημονικά: Δυνατότητα διενέργειας εξ αποστάσεως μεταπτυχιακού ή διδακτορικού κύκλου σπουδών, με ανάληψη του κόστους από το Νοσοκομείο, με υποχρέωση του γιατρού για ισόχρονη τουλάχιστον παραμονή στο Νοσοκομείο. Υποχρεωτική μετεκπαίδευση, ανά διετία σε τριτοβάθμιο Νοσοκομείο της επιλογής του γιατρού, με ανάληψη της δαπάνης από το Νοσοκομείο. Θεσμοθετημένη δυνατότητα μετακίνησης από το κέντρο στην περιφέρεια ομάδων ιατρών ή ιατρικών ειδικοτήτων για διενέργεια ιατρικών πράξεων (εξετάσεων, θεραπειών, επεμβάσεων) σε νοσοκομεία των νησιών.
γ. Διοικητικά: Νέοι Οργανισμοί στα νοσοκομεία των νησιών, με καθιέρωση τεσσάρων τουλάχιστον οργανικών θέσεων σε θέσεις αυξημένου φόρτου. Ταχύτερη μισθολογική εξέλιξη: μετά την παρέλευση επταετούς υπηρεσίας στη θέση αυτή, να παρέχεται η δυνατότητα τα χρόνια αυτά να υπολογίζονται με συντελεστή 2 για βαθμολογική εξέλιξη, με υποχρέωση του γιατρού να παραμένει για 10 χρόνια στο άγονο νοσοκομείο. Μετά την δεκαετία, εξέλιξη σε θέση Συντονιστή Διευθυντή.
Η δέσμη των μέτρων αυτών είναι κοστολογημένη. Το συνολικό κόστος για τους γιατρούς που απαιτούνται για την κάλυψη των αναγκών των νησιωτικών και απομακρυσμένων περιοχών της χώρας υπολογίζεται περίπου στα 50 εκατομμύρια τον χρόνο (συνολικά και όχι μόνο για την μισθοδοσία). Θεωρούμε πως πρόκειται για μια πολύ σοβαρή επένδυση στο δημόσιο σύστημα Υγείας που θα έχει πολλαπλασιαστική αξία για τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους πολίτες, είναι αναπτυξιακού χαρακτήρα και κυρίως είναι ισχυρό εργαλείο ανάσχεσης του brain drain.
4. Ενίσχυση των προϋπολογισμών του ΕΣΥ και του ΕΟΠΥΥ, με τελικό στόχο τη σύγκλιση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7,5 % του ΑΕΠ).
5. Περιορισμός των ανισοτήτων στη φροντίδα υγείας μεταξύ Κέντρου και Περιφέρειας –Θέσπιση «υγειονομικού ισοδύναμου» και αποζημίωση των πολιτών για υπηρεσίες που χρειάζεται να μετακινηθούν εκτός τόπου κατοικίας για να έχουν πρόσβαση σε αυτές.