Πολύ βαρύ θα είναι το τίμημα που θα πληρώσει η ελληνική οικονομία από το δεύτερο lockdown στην εστίαση, το οποίο επιβλήθηκε αναγκαστικά λόγω του δεύτερου κύματος της πανδημίας που κατακλύζει τη χώρα και ιδιαίτερα την Αθήνα και τη Βόρεια Ελλάδα.
Κι αυτό διότι τα πρόσφατα μέτρα αναμένεται ότι θα πλήξουν όχι μόνο τον συγκεκριμένο κλάδο, ο οποίος ούτως ή άλλως είναι πολύ μεγάλος στη χώρα, με δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Το «λουκέτο» θα επηρεάσει, δυστυχώς, και χιλιάδες συνεργαζόμενες με την εστίαση επιχειρήσεις, όπως είναι οι βιομηχανίες τροφίμων, τα αρτοποιεία, οι μεταφορικές εταιρείες, τα οινοποιεία και πολλούς ακόμα κλάδους.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο κύκλος εργασιών στην εστίαση είναι σήμερα 60% πιο μικρός σε σχέση με τα περυσινά επίπεδα, μόνο από την επιβολή του πρώτου lockdown.
Χαρακτηριστικό του προβλήματος που δημιουργείται στην οικονομία είναι το ότι, ακόμα και εάν λειτουργούσε η εστίαση μέχρι το τέλος της χρονιάς, οι παράγοντες του κλάδου μιλούσαν για έναν ετήσιο τζίρο γύρω στα 2 δισ. ευρώ, όταν πέρυσι ήταν στα 5 δισ. ευρώ. Δηλαδή ήδη έχουν χαθεί από την εστίαση περίπου 3 δισ. ευρώ.
Με το νέο lockdown όμως ούτε ο στόχος των 2 δισ. πρόκειται να επιτευχθεί και αυτό δημιουργεί, σύμφωνα με τους ειδικούς, μία αλυσίδα συνεπειών στην ευρύτερη οικονομία, από τις βιομηχανίες τροφίμων και ποτών, τους φούρνους, τις αγορές κρεάτων και λαχανικών.
Σε κίνδυνο 1 εκατ. εργαζόμενοι
Σήμερα υπολογίζεται ότι λειτουργούν στον χώρο της εστίασης γύρω στις 80.000 επιχειρήσεις, οι περισσότερες οικογενειακές. Οι εργαζόμενοι φθάνουν τους 330.000, ενώ άλλα 100.000 είναι τα αποκαλούμενα «συμβοηθούντα μέλη», όπως η σύζυγος, τα παιδιά, γενικά οι συγγενείς πρώτου βαθμού του καταστηματάρχη.
Συνολικά, σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, ο κλάδος επηρεάζει κοντά στο ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας, από τον πρωτογενή τομέα έως τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες.
Θα πληγούν άπαντες
Πάντως οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι από τα οικονομικά μέτρα που ανακοινώθηκαν ως αντιστάθμισμα για το «λουκέτο» ειδικά στις επιχειρήσεις εστίασης που βρίσκονται στις «κόκκινες» περιοχές.
Εκπρόσωποι των επιχειρηματιών στη Θεσσαλονίκη ζητούν «ουσιαστική στήριξη», ενώ και ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ) και του Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ) Κωνσταντίνος Μίχαλος άφησε αιχμές κατά της κυβέρνησης ότι προκαλεί οικονομική ζημιά στις επιχειρήσεις δίνοντας το βάρος στα περιοριστικά μέτρα αντί για μέτρα ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος Υγείας.
Ο Μίχαλος, ερωτηθείς πρόσφατα για τα μέτρα που ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας για τη στήριξη επιχειρήσεων και εργαζομένων που θα πληγούν από την επιβολή των νέων περιορισμών λόγω της πανδημίας, ανέφερε:
«Η απόφαση για lockdown στις επιχειρήσεις εστίασης, ψυχαγωγίας και αθλητισμού είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει τεράστια οικονομική ζημία, όχι μόνο στους συγκεκριμένους κλάδους, αλλά στο σύνολο της εθνικής μας οικονομίας, καθώς θα πληγεί σχεδόν το σύνολο της ελληνικής αγοράς».
Για παράδειγμα από το «λουκέτο» στην εστίαση και την ψυχαγωγία θα πληγούν και οι βιομηχανικές μονάδες τροφίμων και ποτών, που θα χάσουν τους πελάτες τους – τα καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίας –, όπως και πολλές άλλες παραγωγικές μονάδες που προμηθεύουν με διάφορα είδη τις επιχειρήσεις που θα κλείσουν λόγω της πανδημίας.
«Οι πρωτοβουλίες για την ενίσχυση επιχειρήσεων και εργαζομένων με στόχο την άμβλυνση των οικονομικών συνεπειών από τα νέα μέτρα για την πανδημία, που ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, είναι ό,τι λιγότερο θα μπορούσε να γίνει για να μην οδηγηθεί η ελληνική αγορά στον πλήρη αφανισμό και οι εργαζόμενοι στην πλήρη φτωχοποίηση και στη μακροχρόνια ανεργία. Τα μέτρα αυτά είναι μια ασπιρίνη για τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία» αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ.
Το πρόβλημα της πανδημίας πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια πολυδιάστατη πολιτική, που θα στοχεύει πρωτίστως στην ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και λιγότερο θα επιβάλλει μέτρα που πλήττουν την αγορά και τους εργαζομένους και τελικά θα οδηγήσουν σε αποτελέσματα χειρότερα από τα επιδιωκόμενα.
Άπελπις στροφή στο delivery
Στην προσπάθειά τους να σώσουν ό,τι είναι δυνατόν από τη φετινή χρονιά, οι καταστηματάρχες δίνουν αναγκαστικά μεγαλύτερο βάρος στην υπηρεσία delivery. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αρκετά καταστήματα, από ταβέρνες, αλυσίδες έως και πολυτελή εστιατόρια, στράφηκαν στο delivery, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί και μετά την εφαρμογή των νέων μέτρων.
Τη λύση μάλιστα αρχίζουν να σκέφτονται και επαγγελματίες του κλάδου που μέχρι σήμερα δεν διέθεταν αντίστοιχη υπηρεσία, καθώς μετά την εφαρμογή των νέων μέτρων θα μπορέσουν να συνεχίσουν να λειτουργούν. Υπενθυμίζεται ότι οι υπηρεσίες delivery καθώς και take away εξαιρέθηκαν από μέτρα που θα ισχύσουν στις «κόκκινες» περιοχές.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις επέλεξαν τη λύση της συνεργασίας με online πλατφόρμες διανομής φαγητού. Παρότι καλούνται να καταβάλλουν προμήθεια για τη συγκεκριμένη υπηρεσία, όπως λένε οι ιδιοκτήτες, σε τέτοιες περιπτώσεις κρίνεται απαραίτητο ώστε να κρατηθούν ανοιχτά τα καταστήματά τους.
Στελέχη του κλάδου που στράφηκαν στο delivery εν μέσω πανδημίας σημειώνουν ότι ιδιαίτερα σε εστιατόρια με φαγητό που προσφέρεται για παράδοση κατ’ οίκον, όπως π.χ. ζυμαρικά, η συγκεκριμένη κίνηση απέδωσε. Σε άλλες περιπτώσεις κάποιοι επαγγελματίες εκτίμησαν ότι το κέρδος θα είναι μικρό σε σύγκριση με το κόστος λειτουργίας και τις προμήθειες.