Γεννημένος στην Καβάλα το 1933, έμελε να γίνει πολυβραβευμένος και παγκοσμίου φήμης συγγραφέας. Πολυταξιδεμένος, γνώριζε αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και αρμενικά, ένας από τους 10 πιο πολυμεταφρασμένους Έλληνες συγγραφείς στο εξωτερικό, ανήσυχος και παραγωγικότατος, ο Βασίλης Βασιλικός έφυγε από τη ζωή σήμερα στις 30 Νοεμβρίου.
Από το 1967 μέχρι το 1994 έζησε και εργάστηκε στο εξωτερικό σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία ενώ τα πρώτα 7 χρόνια της Χούντας πήγε εξόριστος στη Νέα Υόρκη, με ένα τριετές διάλειμμα το διάστημα 1981-1984, κατά το οποίο ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή γενικού διευθυντή της Ε.Ρ.Τ. επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου. Εργάσθηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ξένες παραγωγές, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, σεναριογράφος, επιμελητής σεναρίων, εισηγητής σεναρίων στην Arte (1990-1993), δημοσιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής. Συνεργάστηκε με τον Νίκο Κούνδουρο στο σενάριο της ταινίας Μικρές Αφροδίτες. Επιπλέον, διετέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO (1996-2004). Ήταν αντιπρόεδρος του Μορφωτικού Ιδρύματος της Ε.Σ.Η.Ε.Α.[5]
Ο Βασιλικός είχε γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα και ποίηση. Από τα έργα του γνωστότερα είναι Το Φύλλο Το πηγάδι τα’ Αγγέλιασμα, Η Μυθολογία της Αμερικής, Το ψαροντούφεκο, Θύματα ειρήνης, Οι φωτογραφίες, Ζ, Ο Ιατροδικαστής, Ο Θάνατος του Αμερικάνου κ.ά. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες ανά τον κόσμο, καθώς και στη γραφή Μπράιγ.
Το πιο γνωστό του έργο είναι το «Ζ» με θέμα την δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη. Το βιβλίο έγινε ταινία από τον Κώστα Γαβρά ενώ τη μουσική συνέθεσε ο αείμνηστος Μίκης Θεοδωράκης στον οποίο μάλιστα απονεμήθηκε το βραβείο BAFTA για πρωτότυπη μουσική, με τον Μίκη εξόριστο τότε στη Ζάτουνα.
Ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός θα πει στο Αθηναϊκο – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για τον Μίκη Θεοδωράκη:
«Μίκης ο μοναδικός. Μουσικός, συνθέτης μουσικής, τραγουδοποιός, της έντεχνης μουσικής, αλλά και της Όπερας, πολυπρισματικός, Ρωμανός ο Μελωδός, τι άλλο μένει; Όλες οι γκάμες της μουσικής στη φαρέτρα του. Αυτός είναι ο Μίκης που τώρα μας συγκλόνισε με την εκδημία του. Αλλά δεν είναι θάνατος αυτός. Είναι η ζωή που συνεχίζει το ταξίδι της στο Υπερπέραν. Και μας αποχαιρετά με τη “Λήθη” του Λορέντζου Μαβίλη: “Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε την πίκρα της ζωής…/ Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,/ διαβαίνοντας λιβάνια από ασφοδίλι,/ πόνους παλιούς που μέσα τους κοιμούνται- / Α, δε μπορείς παρά να κλαις το δείλι, / τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν /θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν”».
Κατά τη διάρκεια της ζωής του πέτυχε πολλές τιμητικές διακρίσεις όπως Officier des Arts et des Lettres από τη Γαλλική Δημοκρατία, Ταξιάρχης Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλικής Δημοκρατίας το 1984, Μέλος του Διεθνούς Κοινοβουλίου των Συγγραφέων με έδρα το Στρασβούργο, το Κρατικό βραβείο διηγήματος το 1980 το οποίο δεν αποδέχθηκε και το 2017 το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Ο Βασίλης Βασιλικός ασχολήθηκε και με την πολιτική. Τοποθετήθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της εκλογικής συνεργασίας Πράσινοι – Δημοκρατική Αριστερά στις βουλευτικές εκλογές του 2015 και στις βουλευτικές εκλογές του 2019, αυτή την φορά όμως με τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, όπου και εξελέγη. Ήταν βουλευτής Επικρατείας από τις 7 Ιουλίου 2019 μέχρι τις 21 Μαΐου 2023.
Στη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του ο Βασιλικός είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με σημαντικούς ανθρώπους του καλλιτεχνικού και πνευματικού κόσμου. Μια πλειάδα κορυφαίων προσωπικοτήτων από τον Κανέττι και τον Φουέντες, τον Αραγκόν και την Ντυράς, με τον Σάρτρ εως τον Ούλοφ Πάλμε και τον Αντονιόνι. Στο έργο του «290 Πρόσωπα» γράφει για τον Ζαν Πολ Σαρτρ και τη Σιμόν ντε Μποβουάρ:
«Στο πεζοδρόμιο, έξω, ενώ εισπράττω τα άγρια βλέμματα του σκηνοθέτη για την “απαγωγή”, βρισκόμαστε η Σιμόν κι εγώ, έχοντας ανάμεσά μας τον Σαρτρ, ναι, τον ίδιο, βαδίζοντας σαν μια θρεμμένη πάπια που δύσκολα ισορροπεί πάνω στην πλατυποδία της.»