«Η πρόοδος είναι ένα σαλιγκάρι» – σέρνεται αργά, αλλά σταθερά. Τη γερμανική αυτή παροιμία επιστράτευσε κυβερνητική πηγή στο Βερολίνο για να περιγράψει την πορεία των τρεχουσών διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών της. Αφορμή γι αυτό ήταν η «πενταμερής» συνάντηση της Δευτέρας στην καγκελαρία, στην οποία παρευρέθηκαν δίπλα στην οικοδέσποινα Άνγκελα Μέρκελ και τον γάλλο πρόεδροΦρανσουά Ολάντ, οι πρόεδροι των τριών θεσμών: Ζαν Κλωντ Γιούνγκερ (Κομισιόν),Κριστίν Λανγκάρντ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ΔΝΤ) και Μάριο Ντράγκι (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ΕΚΤ), καθώς και η διήμερη διάσκεψη των επικεφαλής των επτά πλουσιότερων χωρών του κόσμου G7, που αρχίζει την ερχόμενη Δευτέρα στο παλάτι Ελμάου της Βαυαρίας.
Ένα από τα κεντρικά θέματα της διάσκεψης είναι η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας. Και από αυτήν δεν μπορεί να λείψει το ελληνικό πρόβλημα, που θεωρείται το μεγαλύτερο αγκάθι της διεθνώς. «Είναι επόμενο ότι οι συνομιλητές δεν πρόκειται να αποσυρθούν σε κάποιο ανήλιο υπόγειο για να συζητήσουν γι αυτό, αλλά θα θέσουν το θέμα στην επίσημη ατζέντα» πρόσθεσε. Αποφάσεις ωστόσο δεν πρέπει να αναμένονται. Ο αμερικανός πρόεδροςΜπαράκ Ομπάμα θα τονίσει μεν την ανάγκη μιας πιο γενναιόδωρης αντιμετώπισης της Ελλάδας από τους ευρωπαίους εταίρους της – όπως το έκανε την περασμένη εβδομάδα και ο αμερικανός υπουργός οικονομικών Τζακ Λιού στη συνάντηση των υπουργών οικονομικών των G7 στη Δρέσδη –, όμως τα μέσα πίεσης που έχει στο χέρι του είναι περιορισμένα. «Οι ΗΠΑ συμμετέχουν στο πρόγραμμα βοήθειας για την Ελλάδα μόνο έμμεσα, μέσω της συμμετοχής τους στο ΔΝΤ. Χωρίς άμεση παροχή χρημάτων δεν μπορούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις» πρόσθεσε η πηγή.
Το κλειδί των εξελίξεων παραμένει έτσι στα χέρια του γαλλογερμανικού διευθυντηρίου, το οποίο έδωσε ένα ρεσιτάλ υπεροπτικής παντοδυναμίας την περασμένη Δευτέρα – αποκλείοντας από τη συνάντηση στην καγκελαρία όχι μόνο τον άμεσο θιγόμενο, την Ελλάδα, καθώς και το καθ΄ύλη αρμόδιο πολιτικό σώμα, το Eurogroup, αλλά και υποβαθμίζοντας επιδεικτικά τους προέδρους των τριών θεσμών σε απλό υπηρετικό προσωπικό.
Η συνάντηση είχε όμως και τα καλά της: Έδειξε, ότι η υστερία που αναπτύχθηκε από το μεσημέρι της Δευτέρας στη δημοσιότητα και διαρκεί σε ένα βαθμό μέχρι σήμερα, ήταν αδικαιολόγητη. Το θέμα της συνάντησης, είπε η πηγή, ήταν η διαμόρφωση μιας κοινής θέσης έναντι της Αθήνας ενόψει της λήξης του τρέχοντος προγράμματος (στο τέλος Ιουνίου) – όχι η διατύπωση ενός τελεσιγράφου, ή μιας ύστατης πρότασης που βάζει στην ελληνική κυβέρνηση «το πιστόλι στον κρόταφο», όπως έγραψαν πολλές γερμανικές εφημερίδες με προεξέχουσα την «Welt».
«Η συζήτηση με την Αθήνα συνεχίζεται» είπε η πηγή. «Αυτό είναι καλό σημάδι». Από την άλλη βέβαια προειδοποίησε, ότι δεν υπάρχει λήξη συναγερμού, αλλά ότι χρειάζεται πολλαπλασιασμός των προσπαθειών στην κρίσιμη αυτή περίοδο για να βρεθεί λύση. «Κανείς δεν περιμένει ότι η λύση αυτή θα βρεθεί μέχρι την ερχόμενη Κυριακή» πρόσθεσε. Όμως οι βάσεις γι αυτήν έχουν πλέον τεθεί.
Για μια ακόμη φορά διαβεβαίωσε η πηγή, ότι η κ.Μέρκελ δεν θέλει το grexit, την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη. «Το ακριβώς αντίθετο επιδιώκει» πρόσθεσε – την παραμονή της στη νομισματική ένωση, στη βάση βέβαια ορισμένων αρχών και συμφωνιών, όπως αυτές καταγράφονται από τα μνημόνια.
Ταυτόχρονα εξέφρασε την έκπληξή της για την αντίθεση που «κατασκευάζει» η Αθήνα μεταξύ του πολιτικού και του τεχνικού μέρους των διαπραγματεύσεων. Η απλή πολιτική άποψη, είπε, δεν φτάνει. Κάθε μεταρρύθμιση έχει πάντα και ένα τεχνικό χαρακτήρα, που αποτυπώνεται σε δεδομένα και αριθμούς. Μόνο πάνω σε αυτή τη βάση μπορούν κατόπιν οι πολιτικοί, όπως η κ.Μέρκελ, να πάρουν τις αποφάσεις τους.
Η συνάντηση της Δευτέρας έδειξε έτσι ότι η σύγκρουση δανειστών-Αθήνας συνεχίζεται με την παλιά οξύτητα, με επίγνωση όμως του γεγονότος, ότι στην τελική ευθεία των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να αποφευχθεί οποιοδήποτε «ατύχημα» που θα προκαλούσε το grexit. Αυτό βέβαια όχι λόγω κάποιας ιδιαίτερης συμπάθειας για την Ελλάδα, αλλά επειδή η έξοδος της από την ευρωζώνη θα μπορούσε να προκαλέσει μια αλυσίδα άλλων -exit: Spexit (έξοδο της Ισπανίας), Portexit (έξοδο της Πορτογαλίας, Itexit (έξοδο της Ιταλίας) και πάει λέγοντας – έτσι που στο τέλος να υπάρξει ένα συνολικό Eurexit: την εγκατάλειψη του ευρώ από όλες τις χώρες της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης.
Και αυτό παραμένει, σύμφωνα με την εφημερίδα «Tagesspiegel», από τα ισχυρότερα διαπραγματευτικά χαρτιά της Αθήνας: Ικανό να της επιτρέψει έναν συμβιβασμό, που δεν θα «προδίδει» σημαντικά τις κόκκινες γραμμές της.