Της Πηνελόπης Ντουντουλάκη
Αρχιτέκτων και υμνωδός σπιτιών λιτών, απλών, όπως εκείνα των μακρινών χρόνων που τα χαρακτήριζε ο σωστός προσανατολισμός και η εγγενής βιοκλιματική δομή. Συγγραφέας και ποιητής συνάμα, καθώς ο πεζός λόγος του συνηχεί, κάποτε, με τον ενδογενή ρυθμό της αρμονίας. Ταγμένος στο δρόμο της αλληλεγγύης προς το πρόσωπο, τη ζωή και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Αυτός είναι ο Γιάννης Τσουκάτος:
” Ωραία δέντρα στην πλατεία, γυμνοί κορμοί με λαμπιόνια γιορτινά,καταμεσήμερο στη σειρά στέκουν με λαμπρό παράστημα και σιωπηλή θλίψη ακίνητα ως φύλακες της πόλης,προσπαθώντας να απελευθερωθούν από τη δέσμια φωταγωγία, γέρνοντας ελαφρά αγκαλιάζουν με τα λιγοστά κλαδιά τους τα υγρά παγκάκια για να ξαποστάσουν στο βραδινό σκοτάδι οι απόκληροι.” (Χανιώτικα Νέα, 10/01/2019).
Kείμενα δεκαεπτά χρόνων, τα οποία εχουν δημοσιευτεί στον τοπικό Τύπο, κείμενα που καταγράφουν μια πορεία προβληματισμού, διεκδικήσεων και προτάσεων για την πόλη και τους πολίτες της, κείμενα που άξιζε να συγκεντρωθούν και να πάρουν το σχήμα καλαίσθητου βιβλίου, συνθέτουν ένα εξαιρετικό σύνολο και παρουσιάζονται από τις εκδόσεις “ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ”. Ο συγγραφέας επισημαίνει, στον σύντομο πρόλογο:
“Το βιβλιάράκι αυτό απευθύνεται στους φίλους και συντρόφους μου. Σε εκείνους με τους οποίους όλα αυτά τα χρόνια πορευτήκαμε για να διεκδικήσουμε τα αυτονόητα για την πόλη μας.Επίσης, απευθύνεται στους εν δυνάμει φίλους και συντρόφους, αφού τα κείμενα έχουν και μια δόση ιστορίας του κινήματος στα Χανιά..
…Δεν είμαι δημοσιογράφος, ούτε συγγραφέας.Επομένως, είμαι απελευθερωμένος από το βάρος του τι θα γράψω και πώς θα φανεί στο ευρύ αναγνωστικό κοινό. Γράφω ορμώμενος από την προσωπική μου επιθυμία να εκφράσω αυτό που κρύβεται μέσα μου, αφού το μότο μου είναι: “Αν έχεις να πεις κάτι, πες το, αν γράφεις -ακόμα καλύτερα- γράψ’ το, δε θα το κάνει κανείς για σένα”.
Κάποιες φορές τα κείμενα είναι καθαρά επιστημονικά, κάποιες φορές οργισμένα,κάποιες φορές ποιητικά, κάποιες φορές αυτά που γράφω δεν μπορώ να τα πω πουθενά. Πάντα όμως είναι κείμενα με καθαρό πολιτικό προσανατολισμό και κυρίως χωρίς περιττές λέξεις. Ελπίζω να συμβάλουν στο διάλογο που αναπτύσσεται για τις διεκδικήσεις στην πόλη.”
Σκέψεις, προβληματισμοί, προτάσεις γύρω από τον τόπο, τον άνθρωπο και τη ζωή, παράλληλα όμως σκέψεις που εκτείνονται πέρα από τα όρια τόπου και χρόνου, διατρέχουν τις σελίδες του βιβλίου, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως συνεχόμενη ματιά περιβαλλοντικής ενσυναίσθησης και ανθρώπινης αλληλεγγύης. Με αυτή τη γεμάτη καθαρότητα ματιά που δύναται να αναγνωρίζει όλα τα αληθινά και όλα τα πραγματικά αναγκαία για μια ζωή με ουσία και περιεχόμενο, ο Γιάννης Τσουκάτος περιπολεί νοερά στις συνοικίες της πόλης, από τα Ταμπακαριά μέχρι το Παλιό Λιμάνι και από τα Δικαστήρια μέχρι το Ακρωτήρι. Επισημαίνει αλλαγές που πραγματοποιούνται στο όνομα κάποιας αόριστης και ακαθόριστης ανάπτυξης, αλλά λειτουργούν επιβαρυντικά προς το περιβάλλον, τη χωροταξική καλαισθησία και τον πολιτισμό.
Τα κείμενα αυτά είναι ιδιαίτερα χρήσιμα και διαφωτιστικά, καθώς ο συγγραφέας τοποθετείται με κατανοητά και στέρεα επιχειρήματα απέναντι σε μια γενικότερη φιλοσοφία που ακροβατεί ανεπίγνωστα ανάμεσα στην ανάπτυξη και την αλλοτρίωση, τον εξωραϊσμό και τη φθορά. Εμφαίνεται, παράλληλα και κυρίαρχα, το δικαίωμα στο ευ ζειν, που περιλαμβάνει πρωταρχικές και θεμελιώδεις έννοιες. Καθώς στο δάπεδο της “σκακιέρας” διαρκώς ανακατατάσσονται δυνάμεις όλο και πιο μακριά από τον άνθρωπο, δράσεις όπως τα ιστορικά Συσσίτια της Σπλάντζιας αλλά και η Κοινωνική Κουζίνα, μαζί με όλες τις συναφείς εκφράσεις αλλληλεγγύης, στερεώνουν τις ρίζες της ατομικής και συλλογικής συνείδησης.
Αναρίθμητα είναι τα θέματα που προσεγγίζονται στο βιβλίο αυτό: θέματα καθημερινότητας, θέματα ουσίας, θέματα προοπτικής στο Αύριο. Όπως στο κείμενο με τίτλο “Μικρός Απολογισμός”, από όπου το απόσπασμα που ακολουθεί:
“…Μια θλίψη με κυριεύει αυτές τις μέρες.
Είναι ένας μικρός απολογισμός για ό, τι δεν έκανα τη χρονιά που σε λίγο θα φύγει, για ό, τι θα μπορούσα να κάνω. Ίσως με το νέο έτος να γίνω λίγο διαφορετικός, λίγο πιο αισιόδοξος, λίγο πιο δυνατός, λίγο πιο αλληλέγγυος, λίγο πιο άφοβος, λίγο πιο αποφασιστικός, λίγο πιο δυναμικός. Το στάχυ μόνο του κόβεται εύκολα. Όταν όμως είναι πολλά μαζί, γίνονται δυνατά και αντιστέκονται στο δρεπάνι.
Μακάρι τέτοιες μέρες του χρόνου να είμαι χαρούμενος!”
Μακάρι ο Γιάννης Τσουκάτος να παρέχει πάντοτε το έναυσμα για επαγρύπνηση και προβληματισμό, μέσα από τα εξαιρετικά κείμενά του.