Γράφει ο Νίκος Μαρκετάκης | Σήμερα σε αυτήν την πόλη, στη Χαλέπα συγκεκριμένα, τελείται μια κηδεία. Ένας άνθρωπος που υπήρξε – συγνώμη για το κλισέ, αλλά πρόκειται για μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που ο όρος δικαιώνεται απόλυτα – γνήσιο τέκνο των κοινωνικών αγώνων του τόπου του, απεβίωσε ήσυχα κι απλά. Δεν έζησε όμως έτσι. Αντιθέτως, η ζωή του υπήρξε ξεχωριστή, επειδή για πάντα την συντρόφευε ένα ανδραγάθημα. Και τα ανδραγαθήματα, δεν έχουν σχέση με την ησυχία, ούτε είναι απλά πράγματα.
Ο Γιάννης Κλωνιζάκης ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που το αίμα τους έβραζε για δικαιοσύνη, όταν βασίλευε η αδικία. Από αυτούς που νιώθουν από μόνοι τους ένα χρέος να κάνουν κάτι, να ανταποκριθούν σε μια ευθύνη που αυτοί την αισθάνονται προσωπική, να σηκώσουν ένα βάρος που τους φόρτωσε μονάχα η συνείδησή τους.
Δεν τον διέταξε κανείς να πάει να σκοτώσει έναν τύραννο, δεν τού ‘λαχε ο κλήρος, δεν αναγκάστηκε, ούτε έτυχε να είναι αυτός. Το μόνο τυχαίο της υπόθεσης ήταν πως μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον που ευδοκιμούσε η αντίληψη περί μιας ηθικής υποχρέωσης να αφήνουμε τον κόσμο καλύτερο από αυτόν που βρήκαμε.
Ως κληρονόμος αυτής της αντίληψης, έκανε κάτι πολύ παρά πάνω από αυτό που του αναλογούσε, σύμφωνα ίσως με μια λελογισμένη και αποστασιοποιημένη από την εποχή οπτική. Εν πάση περιπτώσει όμως, η απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα, είναι μία από εκείνες τις πράξεις που ανανέωσαν και εμπλούτισαν την παράδοση των κοινωνικών αγώνων, επικαιροποιώντας την για τις αμέσως επόμενες γενιές. Για εμάς δηλαδή, ανεξαρτήτως πολιτικής και ιδεολογικής αφετηρίας. Διότι μια κορυφαία πράξη αντίστασης, ακόμα κι αν είναι τόσο σύγχρονη όσο αυτή που έκανε ο Γιάννης Κλωνιζάκης, απλά μας υπερβαίνει και μας επαναφέρει στα βασικά:
Αντίσταση, Αλληλεγγύη, Αξιοπρέπεια.