Πού στοχεύει το σχέδιο εξωτερικής πολιτικής της Κίνας «one Belt – one Road»;
Στα μεγάλα λιμάνια από τη Σιγκαπούρη μέχρι τη Βόρεια Θάλασσα οι Κινέζοι αναδιαμορφώνουν με μία σειρά επιθετικών εξαγορών τον χάρτη του παγκόσμιου εμπορίου, αλλά και της πολιτικής επιρροής τους. Οι εταιρείες κολοσσοί Cosco Shipping Ports και China Merchants Port Holdings έσπευσαν να αγοράσουν cargo terminals (σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων), σε λιμάνια του Ινδικού Ωκεανού, της Μεσογείου και του Ατλαντικού. Μόλις τον περασμένο μήνα, η Cosco ολοκλήρωσε την εξαγορά του τερματικού σταθμού στο Zeebrugge, του δεύτερου μεγαλύτερου λιμανιού του Βελγίου, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο το πρώτο «προπύργιο» της στη βορειοδυτική Ευρώπη.
Το deal αυτό ήρθε μετά από τις εξαγορές των τελευταίων δύο ετών σε Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα. Οι κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις, οι οποίες μέχρι πρότινος δραστηριοποιούνταν στην εγχώρια αγορά, τώρα ελέγχουν περίπου το ένα δέκατο της συνολικής διακίνησης φορτίων των ευρωπαϊκών λιμένων. Τα deals για τα λιμάνια αποτελούν μία από τις πιο σαφείς «δηλώσεις» των φιλόδοξων σχεδίων του Πεκίνου για διασύνδεση της Κίνας με την Ευρώπη διά θαλάσσης, οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών και αγωγών, σύμφωνα με το foreignpolicy.com.
Τα λιμάνια αποτελούν μέρος του στρατηγικού σχεδίου one Belt one Road, που ξεκινά από τη θάλασσα της Νότιας Κίνας, περνά από τον Ινδικό Ωκεανό και φτάνει μέσω της διώρυγας του Σουέζ στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης. «Για κάποιον όπως η Cosco, τα deals αυτά έχουν οικονομική σημασία και κάνουν την ηγεσία του Πεκίνου να χαμογελά από ικανοποίηση στο πλαίσιο του σχεδίου One Belt and one Road», δήλωσε ο Neil Davidson, ναυτιλιακός αναλυτής στο Drewry. «Όλες αυτές οι στρατηγικές έχουν γεωπολιτικό υπόβαθρο» σημειώνει.
Για την Κίνα που ταλανίζεται ακόμη μετά από έναν αιώνα ταπείνωσης από τις δυτικές χώρες -κατά την ερμηνεία της ίδιας της χώρας- η «ανακατανομή» αυτή είναι ένας τρόπος να επιστρέψει σε αυτό που ορίζει ως «κανονικότητα». «Δύο είναι οι βασικοί στόχοι της στρατηγικής της, η ελαχιστοποίησης της εξάρτησης της από τους ξένους και η αύξηση της επιρροής της σε όλο τον κόσμο», σημειώνει ο Frans-Paul van der Putten, ειδικός σε θέματα για την Κίνα στο Ολλανδικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.
Η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας προκαλεί ερωτήματα στην Ευρώπη. Όσο οι κινεζικές επενδύσεις εκτοξεύονται, τόσο πιο σαφές γίνεται στους Ευρωπαίους ηγέτες ότι ο Κινέζος πρόεδρος Ξι Ζιπίνγκ κάνει την οικονομία «όχημα» της πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο το Foreignpolicy, αλλά και άλλα διεθνή μέσα στο παρελθόν, υποστηρίζουν πως οφείλεται και η στάση της Ελλάδας υπέρ του Πεκίνου όταν συζητήθηκαν οι καταγγελίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα. «Η Cosco επένδυσε 1 δισ. δολάρια για να εξαγοράσει και να αναβαθμίσει το εν υπνώσει λιμάνι του Πειραιά και τον Ιούνιο του 2017, η Ελλάδα μπλόκαρε κείμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επρόκειτο να κατατεθεί στα Ηνωμένα Έθνη και το οποίο κατέκρινε την Κίνα για τις επιδόσεις της αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα», αναφέρει το δημοσίευμα.
Τώρα που οι κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις περνούν στη Μεσόγειο -σε συνδυασμό με τις επενδύσεις σε Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη- οι ανησυχίες γίνονται πιο έντονες. «Η κλίμακα των επενδύσεων Belt και Road σε βασικές υποδομές σημαίνει ότι η πολιτική επιρροή της Κίνας στις χώρες αυτές θα αυξηθεί», εκτιμά ο Turloch Mooney της IHS Markit. «Αυτό είναι βέβαιο».
Οι κινεζικές ναυτιλιακές και λιμενικές εταιρείες ήταν μέχρι πριν από μερικά χρόνια σχετικά μικρές. Στον κόσμο κυριαρχούσαν γίγαντες όπως οι A.P. Moller-Maersk και Hutchison Ports. Αλλά όλα άλλαξαν το 2016, όταν το Πεκίνο δημιούργησε έναν «εθνικó πρωταθλητή – μαμούθ» με τη συγχώνευση της China Ocean Shipping και της China Shipping Company από την οποία προέκυψε η Cosco, που περιλαμβάνει την ομώνυμη ναυτιλιακή εταιρεία, τον φορέα εκμετάλλευσης λιμένα και άλλες ναυτιλιακές επιχειρήσεις.
Και δεν σταμάτησε εκεί: Πριν από έναν χρόνο, δαπάνησε περισσότερα από 6 δισεκατομμύρια δολάρια για να αποκτήσει την Orient Overseas International. Τώρα, η Cosco ελέγχει μία από τις μεγαλύτερες ναυτιλιακές εταιρείες στον κόσμο (και της μεγαλύτερης εκτός Ευρώπης) και έναν από τους πλέον δυναμικούς port operators.
Σημειώνεται δε ότι, η Cosco δεν είναι καν η μεγαλύτερη κρατική κινεζική εταιρεία: Η China Merchants Port Holdings μεταφέρει ακόμα περισσότερο φορτίο και έχει μεγάλη υπεράκτια δραστηριότητα, από τη Σρι Λάνκα και το Τζιμπουτί μέχρι τη Βραζιλία.
Οι εταιρείες Cosco και China Merchants έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους ευρωπαίους ανταγωνιστές τους: Μπορούν να πάρουν δάνεια με χαμηλό επιτόκιο από τις κρατικές τράπεζες και η Cosco μπορεί να εκμεταλλευτεί πακέτα πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων που προορίζονται για το «Belt and Road» από την Αναπτυξιακή Τράπεζας της Κίνας. Συνεπώς, μπορούν να «χτυπήσουν «κομμάτια» που θεωρούνται «φιλέτο» σε όλο τον κόσμο.
«Η πρόσβαση σε φθηνό χρήμα και η διπλωματική υποστήριξη δίνουν στους Κινέζους terminal operators τη δυνατότητα να υπερφαλαγγίζουν τους ανταγωνιστές επενδυτές και να παίρνουν τα λιμάνια που θέλουν», λέει ο Mooney.
Αυτή η οικονομική «ελευθερία» είναι ιδιαίτερα χρήσιμη όταν, για παράδειγμα, ένα λιμάνι θεωρείται πολύτιμο για το Πεκίνο περισσότερο από στρατηγικής άποψης παρά εμπορικής. Ο όγκος φορτίου στο τερματικό σταθμό China Merchants στο Τζιμπουτί, για παράδειγμα, υποχώρησε το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους, ακόμη και όταν οι δουλειές σε άλλα λιμάνια εκτοξεύονταν. Αλλά το Τζιμπουτί παραμένει ζωτικής σημασίας για το Πεκίνο, επειδή είναι η μοναδική υπερπόντια στρατιωτική βάση της Κίνας και βρίσκεται πάνω στις ζωτικής σημασίας οδούς του Ινδικού Ωκεανού. «Τα έργα που θεωρούνται στρατηγική σημασίας για την κυβέρνηση, χρηματοδοτούνται ακόμη και όταν το εμπορικό κέρδος είναι ελάχιστο» λέει ο Mooney.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα γίνονται για τη γεωπολιτική. Όταν η κρίση «χτύπησε» τις ναυτιλιακές εταιρείες το 2016, η Cosco έχασε 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα σε έναν χρόνο. Τα λιμάνια έχουν καλύτερες αποδόσεις, σημειώνει ο Davidson από το Drewry. «Τα λιμάνια και τα τερματικά είναι κερδοφόρα, ενώ η ναυτιλία είναι λίγο σαν τις αεροπορικές εταιρείες, ένας τομέας με χαμηλό περιθώριο κέρδους». Η Cosco θέλει να μεταμορφώσει το λιμάνι του Πειραιά σε έναν τεράστιο τερματικό σταθμό μεταφόρτωσης, καθώς βρίσκεται στο σημείο στο οποίο συγκλίνουν η Ευρώπη, η Μέση Ανατολή και η Ασία. Ελπίζει κάτι παρόμοιο να πετύχει στη δυτική Μεσόγειο με το ισπανικό λιμάνι της Βαλένθια και στη βορειοδυτική Ευρώπη με το Zeebrugge.
Όμως, ο ρυθμός της κινεζικής επέκτασης σε κρίσιμους τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας, πέραν των λιμανιών, όπως της ενέργειας και της υψηλής τεχνολογίας, έχει θορυβήσει τους Ευρωπαίους.
Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προειδοποίησε πριν από μερικούς μήνες για το «κύμα» των εξαγορών ευρωπαϊκών «περιουσιακών στοιχείων» από ξένους, όπως τα λιμάνια, χωρίς να κατονομάσει την Κίνα. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στην Κίνα πήγε ένα βήμα παραπέρα, αναφερόμενος στην απόκτηση ευρωπαϊκών υποδομών σε θέσεις – κλειδιά από το Πεκίνο και καλώντας για ενιαίο ευρωπαϊκό μέτωπο. Η Κίνα δεν θα σεβαστεί μια ήπειρο, μια δύναμη, όταν ορισμένα κράτη μέλη αφήνουν ανοιχτές τις πόρτες τους» είπε σύμφωνα με το Reuters.
«Η συζήτηση για τις πιθανές πολιτικές επιπτώσεις των κινεζικών επενδύσεων είναι έντονη πλέον» σημειώνει ο van der Putten από το Ολλανδικό Ινστιτούτο. «Το θέμα τώρα είναι κατά πόσο ότι οι κινεζικές επενδύσεις στις χώρες της Μεσογείου και της Κεντρικής Ευρώπης θα επηρεάσουν τη θέση των χωρών αυτών έναντι της Κίνας».