«Πέσαμε τελείως έξω κι εμείς ως προς τη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος. Το σενάριο που είχαμε πιστέψει (…) ήταν ότι, όταν ανοίγαμε τον Ιούνιο λόγω υψηλών θερμοκρασιών, οι επόμενοι μήνες μέχρι τον Οκτώβριο θα είναι σχετικά ήρεμοι. Και άρα η κεντρική μας φιλοσοφία (…) ήταν πώς θα ανοίξουμε τον τουρισμό και την οικονομία, σκεπτόμενοι ότι έχουμε πέντε μήνες να διορθώσουμε την οικονομική ζημία του Μαρτίου και του Απριλίου. Σε αυτή μας τη συγκέντρωση δεν είδαμε ότι ο ιός μεταλλάχθηκε τόσο γρήγορα, δεν το είδαμε και τελικά εξαπλώθηκε με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι αναμέναμε».
Αυτή η «ομολογία» του Άδωνι Γεωργιάδη για το άναρχο άνοιγμα του τουρισμού το καλοκαίρι δεν χρειάζεται καν ανάλυση. Δείχνει μια γενικότερη νοοτροπία της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Δεν είναι όμως το μόνο ενδεικτικό στοιχείο. Πριν από λίγο καιρό ο πρωθυπουργός είχε πει ότι υπάρχει μια συμφωνία των ηγετών της Ευρώπης να μην υπάρξουν γενικά lockdowns. Τώρα όμως μια σειρά χώρες της Ευρώπης και η δική μας κυβέρνηση σε διάφορες περιοχές κάνουν ακριβώς αυτό που είχαν συμφωνήσει να μην κάνουν.
Επί της ουσίας αυτό στο οποίο απέτυχαν όλοι – με συνέπεια η Ευρώπη να είναι πλέον ολόκληρη στο κόκκινο και η Ελλάδα να ακολουθεί – είναι η πρόληψη του δεύτερου κύματος. Κι αν σε αυτόν τον στόχο απέτυχαν χώρες με ισχυρά συστήματα υγείας, τι να πει η Ελλάδα με το καταρρακωμένο δικό της, το οποίο ακόμη και η τρόικα αναγνώρισε ότι είναι διαλυμένο και επέτρεψε την ενίσχυσή του επί ΣΥΡΙΖΑ;
Η κυβέρνηση έχασε το τρένο ακόμη και στα στοιχειώδη, παρότι είχε προειδοποιηθεί αρμοδίως από τον επιστημονικό κόσμο. Τον περασμένο Μάρτιο, στην αρχή της πρώτης καραντίνας, όπως αποκάλυψε η εφημερίδα «Νέα Κρήτη», εννέα καθηγητές πανεπιστημίου έστειλαν επιστολή προς την κυβέρνηση (Μητσοτάκη, Κικίλια κ.λπ.) και προς την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας (της οποίας κάποιοι εκ των επιστολογράφων είναι εξέχοντα μέλη) και ζητούσαν το αυτονόητο: επιθετική πολιτική διαγνωστικών τεστ.
Οι επιστήμονες ζητούσαν «την κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων διαγνωστικών υποδομών στην Ελλάδα (ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα, νοσοκομειακά εργαστήρια με τεκμηριωμένη εμπειρία στις αναλυτικές μεθοδολογίες που είναι σχετικές με την ανίχνευση του ιού), ώστε να μπορεί να καλυφθούν πρώτα οι βασικές ανάγκες (ίσως με bruteforce και με πιο παραδοσιακές και χρονοβόρες εργαστηριακές προσεγγίσεις) και, σε δεύτερο επίπεδο, να καταστεί εφικτή η διενέργεια χιλιάδων εξετάσεων ανά ημέρα προκειμένου να αντιμετωπιστεί καλύτερα η επιδημία και να λαμβάνονται πιο αποτελεσματικά μέτρα στον σωστό χρόνο».
Όσο τα είδατε εσείς, τα είδαμε κι εμείς. Και ιδού το αποτέλεσμα…