Η καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου «Παρί 11», Αναστασία Τσουκαλά, αποκάλυψε τα όσα αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια διαλέξεων στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας τον Μάρτιο του 2013. «Είμαστε φασίστες και υπερήφανοι. Υπάρχει πρόβλημα;» της είπε ένας τριτοετής δόκιμος της σχολής κατά τη διάρκεια της διάλεξης, ο οποίος καταχειροκροτήθηκε.
Η Αναστασία Τσουκαλά μιλώντας στον Real Fm και την εκπομπή των Κ. Ακριβοπούλου και Ν. Μπογιόπουλου διηγήθηκε την εμπειρία της από τη Σχολή Αξιωματικών της ΕΛΑΣ με τους τριτοετείς δόκιμους, οι οποίοι πλέον έχουν αποφοιτήσεις. «Τον Μάρτιο του 2013 έδωσα από δύο τετράωρες διαλέξεις ανά έτος, στο δεύτερο, τρίτο και τέταρτο έτος με θέμα τον ρατσισμό και την ξενοφοβία. Ήταν η πρώτη φορά που εισάγονταν διαλέξεις αυτού του τύπου στη σχολή αξιωματικών της αστυνομίας.
Στο τέταρτο έτος, επειδή για παιδαγωγικούς λόγους το μάθημα βιντεοσκοπείται, δεν υπήρξαν αντιδράσεις ή σχόλια. Ωστόσο όταν επανέλαβα ουσιαστικά την ίδια διάλεξη, ελαφρά πιο απλουστευμένη στο τρίτο έτος, ολοκλήρωσα το πρώτο δίωρο και παραχώρησα ένα τέταρτο ομιλίας στους δόκιμους για να γίνει μια συζήτηση. Πήρε λοιπόν ένας δόκιμος το λόγο και μου είπε πως διαφωνούσε ριζικά με την ουσία της διάλεξης, ότι δηλαδή εξομοίωνα τους Έλληνες με τους αλλοδαπούς διότι αυτός θεωρούσε πως μια τέτοια εξομοίωση ήταν εξ ορισμού αδιανόητη.
Αντέδρασα παιδαγωγικά και είπα πως είναι αδιανόητο για μένα να θεωρούμε πως υπάρχουν ανώτεροι άνθρωποι και υπάνθρωποι και ότι σε τελευταία ανάλυση αυτού του τύπου ο διαχωρισμός παραπέμπει σε φασιστικά καθεστώτα. Τότε ο δόκιμος μου απάντησε: ‘Μα είμαστε φασίστες και είμαστε περήφανοι που είμαστε φασίστες. Υπάρχει κανένα πρόβλημα;’. Ακολούθησε το θυελλώδες χειροκρότημα των υπόλοιπων δοκίμων, ενώ οι εκπαιδευτές που ήταν παρόντες δεν αντέδρασαν.
Εγώ συνέχισα λέγοντας πως μου είναι απολύτως αδιάφορο ποιες είναι οι πολιτικές τους πεποιθήσεις και πως το μόνο που με ενδιαφέρει ως πολίτη είναι να γνωρίζω πως εκτελούν τα καθήκοντά τους στο δρόμο με τρόπο απρόσωπο και ουδέτερο, σύμφωνα με τις αρχές της ισονομίας. Εκεί με κοίταξε ένας άλλος δόκιμος και πήρε το λόγο και μου είπε πως θα πρέπει να ντρέπομαι ως καθηγήτρια εγκληματολογίας γιατί θα έπρεπε να γνωρίζω πως ο νόμος είναι κοινωνική κατασκευή και πως είναι απλώς μια αντανάκλαση των εκάστοτε κοινωνικών, πολιτικών και άλλων συγκυριών και άρα κατ’ επέκταση είναι αδιανόητο το ότι εγώ απαιτούσα από τους αστυνομικούς να εκτελούν έναν νόμο με τον οποίο δεν συμφωνούν. Επίσης το σχόλιο έτυχε πολλών χειροκροτημάτων.
Ομολογώ πως άρχισα να θορυβούμε με το γεγονός πως άκουσα τους μελλοντικούς αξιωματικούς να μου λένε πως δεν δεσμεύονται από το νόμο, οπότε συνεχίζοντας τη συζήτηση προσπάθησα να καταλάβω από τι δεσμεύονται. Είπα λοιπόν πως τελικά δεν έχει σημασία αν εσείς θεωρείται πως δεν δεσμευόσαστε από το νόμο, διότι στο βαθμό που εκτελείται τις εντολές της ηγεσίας, στο πλαίσιο της ιεραρχίας, η οποία εκτελεί το νόμο κατά συνέπεια θα εκτελέσετε και εσείς το νόμο. Μου ανακοίνωσαν επίσης περήφανα πως δεν δεσμεύονται ούτε από την ηγεσία τους την οποία θεωρούν ανίκανη, αλλά καγχάζοντας ούτε και από τον όρκο που δίνουν στο Ευαγγέλιο γιατί θα έπρεπε να γνωρίζω πως οι φασίστες δεν είναι χριστιανοί, αλλά παγανιστές. Όλα αυτά παρουσία των εκπαιδευτών. Αυτές τις θέσεις τις χειροκροτούσε περίπου το 80% της αίθουσας».