Για το επεισόδιο αφρικάνικης σκόνης της 22ας Μαρτίου στην Κρήτη εξέδωσε ανακοίνωση το Εθνικό Αστεροσκοπεία αναφέροντας ότι υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα επεισόδια που έχουν καταγραφεί και σημειώνοντας την άμεση επίδραση που έχει το φαινόμενο στο κλίμα.
Διαβάστε τι αναφέρεται:
Ισχυρό επεισόδιο μεταφοράς Σαχαριανής σκόνης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σήμερα παρατηρήθηκε ένα από τα μεγαλύτερα επεισόδια μεταφοράς ερημικής σκόνης από την Σαχάρα στον Ελλαδικό χώρο. Όπως φαίνεται και από τις δορυφορικές εικόνες, το φαινόμενο ήταν ιδιαίτερα έντονο στο Νότιο κομμάτι της χώρας.
Το ΕΑΑ κατέγραψε το επεισόδιο στην Κρήτη, όπου πραγματοποιεί συστηματικές μετρήσεις των ιδιοτήτων της σκόνης από το 2017, με την χρήση ενός προηγμένου συστήματος LiDAR και ενός φωτόμετρου του δικτύου AERONET της NASA .
Η ερημική σκόνη έχει άμεση επίδραση στο κλίμα λόγω της αλληλεπίδρασής της με την ηλιακή ακτινοβολία αλλά και έμμεση λόγω της αλληλεπίδρασής της με τα νέφη. Επίσης, η μελέτη της ερημικής σκόνης στην περιοχή μας έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω του αυξημένου περιεχόμενού της σε σίδηρο. Ο σίδηρος αποτελεί θρεπτικό συστατικό για το φυτοπλαγκτόν, το οποίο έχει παρατηρηθεί ότι επηρεάζεται από την απόθεση ερημικής σκόνης στον ωκεανό. Πέραν από τα προφανή οφέλη στην αλιεία, το αυξημένο φυτοπλαγκτόν επηρεάζει και το ατμοσφαιρικό περιεχόμενο σε διοξείδιο του άνθρακα, ένα από τα αέρια του θερμοκηπίου.
Οι μελέτες της Σαχαριανής σκόνης στην περιοχή μας θα ενταθούν στο προσεχές μέλλον με την ίδρυση του Παρατηρητηρίου Γεωεπιστημών και Κλιματικής Αλλαγής στα Αντικύθηρα από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Να σημειώσουμε ότι στις 7 Απριλίου του 2017, διοργανώθηκε το πείραμα Pre-TECT από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ). Αποτελεί μια διεθνούς εμβέλειας ερευνητική εκστρατεία για την μελέτη της ερημικής σκόνης. Ο προηγμένος επιστημονικός εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε στο πείραμα, συγκεντρώθηκε στο ατμοσφαιρικό παρατηρητήριο της Φινοκαλιάς στο νομό Λασιθίου, το οποίο λειτουργεί συνεχώς τα τελευταία 20 χρόνια από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Επιστημονικός υπεύθυνος του πειράματος Pre-TECT ήταν ο ερευνητής του Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης (ΙΑΑΔΕΤ) του ΕΑΑ Βασίλης Αμοιρίδης.
Στο πλαίσιο του Pre-TECT, χρησιμοποιήθηκαν ερευνητικές υποδομές αιχμής για την τηλεπισκόπηση της ατμόσφαιρας. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η συνεχής λειτουργία του προηγμένου συστήματος lidar PollyXT του ΕΑΑ για την τηλεπισκόπηση των αιωρούμενων σωματιδίων. Επιπλέον, θα λειτουργήσει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το υπερσύγχρονο ραντάρ Doppler Cloud Radar MIRA-35 για την τηλεπισκόπηση των νεφών, καθώς και καινοτόμες διατάξεις για τη μέτρηση του ‘προφίλ’ των πεδίων του ανέμου (HALO wind lidar).
Οι επιδημιολογικές έρευνες της τελευταίας δεκαετίας έχουν τεκμηριώσει ότι τα αιωρούμενα σωματίδια είναι υπεύθυνα για αυξημένη αναπνευστική και καρδιαγγειακή νοσηρότητα, αλλά και για τη συρρίκνωση του προσδόκιμου επιβίωσης, καθώς και για την πρόκληση πολλών πρόωρων θανάτων. Επίσης, υπάρχουν επιπτώσεις της σκόνης στο κλίμα και στο περιβάλλον μιας περιοχής. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει ο κ. Αμοιρίδης, «η απόθεση της σκόνης στους ωκεανούς και στο έδαφος έχει επίπτωση στην αλιεία και στη γεωργία αντίστοιχα. Η βελτίωση της γνώσης μας σχετικά με το ρόλο της σκόνης στο σχηματισμό των νεφών και της βροχής θα έχει μεγάλη επίπτωση επίσης στην προγνωστική μετεωρολογία». Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα ο Ελλαδικός χώρος αποτελεί σταυροδρόμι διαφορετικών αερίων μαζών, με σοβαρές συνέπειες στη δημόσια υγεία, στα οικοσυστήματα και στο επίπεδο των συντελούμενων κλιματικών αλλαγών.
Σύμφωνα με τον κ. Αμοιρίδη, υπεύθυνο του πειράμματος «η Ελλάδα δέχεται την ισχυρή επίδραση από τις εκτεταμένες έρημους της Βόρειας Αφρικής, όπως η Σαχάρα και το Σαχέλ, από τις οποίες μεταφέρονται τεράστιες ποσότητες σκόνης με αυξημένη συχνότητα την άνοιξη. Το γεγονός αυτό οξύνει τα ήδη επιβαρυμένα επίπεδα αιωρούμενων σωματιδίων από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες, κυρίως στις αστικές περιοχές. Επιπλέον, μια σειρά επιστημονικών εργασιών καταδεικνύουν ότι τους καλοκαιρινούς κυρίως μήνες παρατηρείται ιδιαίτερη αύξηση των επιπέδων του όζοντος, αύξηση που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην μεταφορά του ρύπου αλλά και προδρόμων αυτού ενώσεων από την Κεντρική-Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη».