Ένα αθέατο κύμα απώλειας εσόδων απειλεί την τοπική οικονομία – Το παραεμπόριο τουριστικής στέγασης από Βορειοευρωπαίους “επενδυτές”
Η Κρήτη, η ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού, βιώνει φέτος ένα φαινόμενο που δεν μπορεί πια να αγνοείται. Μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, με τον Αύγουστο να αποτελεί εδώ και δεκαετίες την κορύφωση της τουριστικής ζήτησης, ξενοδοχεία του νησιού αναγκάζονται να βγάζουν προσφορές για να γεμίσουν τα δωμάτιά τους. Και όμως, ακόμη κι έτσι, η πληρότητα υπολείπεται κατά περίπου 6% από πέρυσι, την ώρα που οι αφίξεις στα αεροδρόμια έχουν αυξηθεί.
Τι συμβαίνει; Γιατί ενώ περισσότεροι τουρίστες έρχονται, λιγότεροι μένουν σε ξενοδοχεία; Η απάντηση είναι απλή και ενοχλητική: ένα τεράστιο κομμάτι της τουριστικής δαπάνης φεύγει κάτω από το ραντάρ της φορολογίας και της ελληνικής οικονομίας, καταλήγοντας σε τσέπες ανθρώπων που δεν φορολογούνται στην Ελλάδα.
Όπως αποκαλύπτει ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ξενοδόχων Κρήτης, Νικόλαος Χαλκιαδάκης, ένας νέος τύπος «επένδυσης» ανθίζει στην ενδοχώρα του νησιού. Ξένοι πολίτες, κυρίως από τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Βρετανία, αγοράζουν δεκάδες σπίτια σε χωριά της Κρήτης – μερικοί κατέχουν έως και 15 ακίνητα – και τα εκμεταλλεύονται παράνομα, νοικιάζοντάς τα σε φίλους, συγγενείς και επισκέπτες μέσω κλειστών δικτύων ή εξωτερικών πλατφορμών.
Η πρακτική αυτή δεν είναι απλώς αθέμιτος ανταγωνισμός. Πρόκειται για μια κανονική αφαίμαξη της κρητικής οικονομίας: οι ιδιοκτήτες αυτοί δεν πληρώνουν φόρους, δεν υπόκεινται σε κανέναν τουριστικό κανονισμό, δεν ενισχύουν τοπικές επιχειρήσεις και υποδομές — αλλά αποκομίζουν σημαντικά κέρδη.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, υπάρχουν πάνω από 12.000 τέτοια ακίνητα στην Κρήτη. Αν κάθε ένα από αυτά νοικιάζεται για μόλις 60 ημέρες το καλοκαίρι με τιμή 80 ευρώ τη βραδιά, τότε τα «μαύρα» έσοδα ξεπερνούν τα 57 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Χρήματα που φεύγουν από την Κρήτη, χωρίς κανένα αντάλλαγμα για την κοινωνία, χωρίς καμία επιστροφή σε φόρους, ασφαλιστικές εισφορές ή επενδύσεις.
Την ίδια στιγμή, οι νόμιμοι επαγγελματίες – ξενοδόχοι και καταχωρημένοι ιδιοκτήτες Airbnb – πληρώνουν υψηλότατους φόρους, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ και δημοτικά τέλη, μόνο και μόνο για να βλέπουν τον κόπο τους να υπονομεύεται από τη μαύρη οικονομία που ανθεί δίπλα τους.
Το πρόβλημα, βέβαια, δεν περιορίζεται στην Κρήτη. Ανάλογα φαινόμενα καταγράφονται και στη Χαλκιδική, όπου, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Ξενοδόχων Χαλκιδικής, Γρηγόρη Τάσιο, λειτουργούν τουλάχιστον 15.000 παράνομες κλίνες, με τα ίδια καταστροφικά αποτελέσματα για την τοπική οικονομία.
Η Πολιτεία δεν μπορεί πλέον να εθελοτυφλεί. Η απώλεια δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, η υποβάθμιση της ποιότητας φιλοξενίας, η ασύμμετρη πίεση στους νόμιμους επαγγελματίες, είναι σημάδια μιας δομικής στρέβλωσης που, αν δεν διορθωθεί, θα μετατρέψει τον τουρισμό της Κρήτης σε φτηνό «σύνδρομο Μαδέρας»: όμορφα τοπία για λίγους προνομιούχους «εισβολείς» με μηδενικό όφελος για τους ντόπιους.
Οι λύσεις υπάρχουν: φορολογικός έλεγχος και αυστηρά πρόστιμα σε όσους κατοίκους εξωτερικού νοκιάζουν μαύρα, συνεργασία με τις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, απαγόρευση πολυιδιοκτησίας για μη κατοίκους Ελλάδας και σαφής διαχωρισμός επενδυτών από απλούς τουρίστες.
Αν δεν υπάρξει άμεση πολιτική βούληση, η Κρήτη θα συνεχίσει να αιμορραγεί, χάνοντας όχι μόνο έσοδα αλλά και κομμάτια της ταυτότητάς της.



