Μελέτη που χρησιμοποίησε δεδομένα της Eurostat έδειξε ότι η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στον “στίβο” άγχους, ενώ την ίδια ώρα βρίσκεται ανάμεσα στις 10 χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά καταθλιπτικών.
«Το πιο σπουδαίο είν’ η ψυχή σου, δικέ μου», τραγουδούσαν οι αδελφοί Κατσιμίχα το μακρινό 1985. Το πιο σπουδαίο είναι η διατήρηση και βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας και απεξάρτησης, τραγούδησαν και φώναξαν την Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024, οι συγκεντρωμένοι στον πεζόδρομο της Ερμού στο Θησείο, στη μουσική διαμαρτυρία κατά του σχεδίου νόμου που όπως καταγγέλλεται ιδιωτικοποιεί τις υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας και Απεξάρτησης.
Το παρών στη διαμαρτυρία έδωσε και ο Βασίλης Γρετσίστας, πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων ΚΕΘΕΑ με τον οποίο συνομίλησε το Magazine. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Ενιαίος Οργανισμός που θα προκύψει από την ριζική αναδιάρθρωση του χώρου της απεξάρτησης θα αποτελεί έναν υπερ-οργανισμό όπου «ένας διοικητής που θα είναι και εθνικός συντονιστής, επιφορτιζόμενος με την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδίου και την εποπτεία των φορέων, εκτός τον έναν (ΕΟΠΑΕ), τον οποίο θα διοικεί ο ίδιος, στο βάθος – θα έχει την- εποπτεία των ιδιωτικών μονάδων που θα λειτουργούν με δημόσιο χρήμα, προσφέροντας ως διαφορετικό, αυτό που τώρα παρέχεται δωρεάν».
Για τον συνομιλητή μου τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η πολιτεία, υποστηρίζει, οφείλει να διασφαλίσει το δικαίωμα επιλογής όσων αντιμετωπίζουν προβλήματα εξάρτησης, «με την επέκταση των απαιτούμενων δομών παντού όπου χρειάζεται και τη δικτύωσή τους μέσω ενός λειτουργικού εθνικού σχεδιασμού και συντονισμού, σε συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες».
Ωστόσο, πέρα από ό, τι έπρεπε να γίνει και δεν γίνεται, πρέπει να εξετάσουμε σε ποια κοινωνική συγκυρία η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο επιλέγουν να θίξουν το ζήτημα.
ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ
Στο τελευταίο μας σχετικό ρεπορτάζ στο Magazine αναλύαμε τον μηχανισμό παραγωγής ενόχων και ενοχών που γιγαντώθηκε στην Αμερική του Ρίγκαν, ο οποίος από τη μια καλλιεργούσε το έδαφος ώστε χιλιάδες άνθρωποι- οι αποσυνάγωγοι του νεοφιλελεύθερου ράλι- να βρουν «καταφύγιο» στα ναρκωτικά κι απ’ την άλλη καθιστούσε τις δομές απεξάρτησης ως αποκλειστικό προνόμιο των εχόντων. Για τους υπόλοιπους υπήρχε πάντα η φυλακή.
Σαν σε ντε ζα βου, ο κύριος Μητσοτάκης ήδη από τον Φεβρουάριο του 2022, μας έχει ενημερώσει ότι ζούμε σε μια «χώρα με καταπληκτική ποιότητα ζωής». Η στήλη δεν έχει καμιά πρόθεση να τον αμφισβητήσει. Άλλωστε υπάρχει πλέον και το εκλογικό προηγούμενο του Μάη και του Ιούνη του 2023 ως αποστομωτική απάντηση σ’ όσους ασκούν κριτική στην πολιτική του. Ωστόσο, σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη από την πολυεθνική CDBoile, η οποία χρησιμοποίησε δεδομένα της Eurostat καθώς και του Global Burden of Disease και World Emotional Temperature, η Ελλάδα αναδείχθηκε πρωταθλήτρια στον στίβο άγχους, ενώ την ίδια ώρα βρίσκεται ανάμεσα στις 10 χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά καταθλιπτικών.
Ωπα, μισό… Μπερδεύτηκα. Αφού στη χώρα συντελείται ένα «οικονομικό θαύμα», όπως έγραψε ο Economist και προσέτρεξαν να αναπαραγάγουν τα φίλια προς την κυβέρνηση Μέσα, πώς γίνεται ταυτόχρονα να αυξάνονται οι δείκτες άγχους και κατάθλιψης;
Ίσως, απάντηση στο ερώτημα να δίνουν τα στοιχεία της Eurostat, βάσει των οποίων 4/5 συμπολίτες μας με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο θεωρούνται υποκειμενικά φτωχοί, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος στην ίδια κατηγορία είναι 1/3. Θα πει κάποιος: Μάλλον φταίει που δεν είχαν «δομημένο βιογραφικό», αλά Κυρανάκη. Μπορεί… Ωστόσο, τα ίδια στοιχεία καταγράφουν ότι υποκειμενικά φτωχά θεωρούνται και άτομα με μεσαίο μορφωτικό επίπεδο (απολυτήριο Λυκείου), μα και οι τελειόφοιτοι ΑΕΙ με τα ποσοστά να ανέρχονται σε 70% και 49% αντίστοιχα.
ΚΑΝΕΙΣ ΕΔΩ ΔΕΝ ΓΕΛΑ
Σε κάθε περίπτωση, όποιο κι αν ήταν το μορφωτικό επίπεδο των ερωτηθέντων τα στοιχεία φωνάζουν ότι ένα σημαντικό κομμάτι των πολιτών αυτού του τόπου νιώθει, με την ακρίβεια να καλπάζει και τους μισθούς να παραμένουν στα τάρταρα, ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στις οικονομικές του υποχρεώσεις.
Και μπορεί «η φτώχεια να ήθελε καλοπέραση» στις ασπρόμαυρες ταινίες περασμένων δεκαετιών, στη σύγχρονη Ελλάδα όμως, μάλλον φέρνει μιζέρια και κατήφεια. Καταφεύγοντας εκ νέου στα στοιχεία της Eurostat διαπιστώνουμε ότι βρισκόμαστε στον πάτο της λίστας με τους πιο ικανοποιημένους κατοίκους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ποσοστό 6,7π. Χειρότερα από εμάς είναι μόνο η Γερμανία με 6,5π. και η Βουλγαρία με 5,6π. Τι φταίει και χάσαμε το χαμόγελό μας; Σύμφωνα με τον Κώστα Κατσιγιαννόπουλο, διευθυντή της ψυχιατρικής κλινικής στο νοσοκομείο της Λήμνου:
«Παλαιότερα, δηλαδή πριν από το 2010, λέγαμε ότι η Ελλάδα με άλλες χώρες του νότου ήταν από τις χώρες που είχαν χαμηλά ποσοστά κατάθλιψης λόγω διάφορων συνθηκών. Από το 2010 και μετά έχουμε τεράστια αύξηση, με αποτέλεσμα σε διάφορες έρευνες που γίνονται να κατέχουμε πια τις πρώτες θέσεις. Ενδεικτικά, το Ευρωβαρόμετρο λέει ότι έχουμε 6% βαριά κατάθλιψη και 15% βαριά αγχώδη διαταραχή. Επειδή οι γενετικοί και οι κληρονομικοί παράγοντες δεν έχουν αλλάξει, η αύξηση αυτή αντανακλά τις κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που συντελέστηκαν στη χώρα την τελευταία δεκαπενταετία.
Τα μνημόνια εκείνη την περίοδο οδήγησαν σε τεράστια αύξηση της κατάθλιψης σε ενήλικες μέσης ηλικίας, αλλά και συνταξιούχους, κάτι που συνέχισε να υφίσταται. Έπειτα, στη μετά Covid εποχή παρατηρούμε στα ιατρεία εξίσου μεγάλη αύξηση της κατάθλιψης αλλά και αγχωδών διαταραχών πλέον σε νεαρούς ενήλικες, εφήβους και παιδιά. Αυτό είναι το πιο ανησυχητικό. Η Ελλάδα πια μετατρέπεται για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους σε μια αγχώδη και καταθλιπτική χώρα για να ζει κάποιος. Σκεφτείτε ότι σήμερα ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι στην Ελλάδα έχουν έντονη αγχώδη διαταραχή» [Documento, 9/1/2024].
Δώσ’ μου το «παυσίπονό» μου τώρα!
Ο Πίτερ Κερ διαπίστωνε από τις στήλες των New York Times το 1987 ότι το μέλλον των φτωχότερων Αμερικανών προδιαγράφονταν πιο ζοφερό απ’ αυτό των οικονομικά εύρωστων συμπολιτών τους, καθώς όσο βάθαινε η φτώχεια τους, βουτούσαν όλο και περισσότερο στη μαύρη τρύπα της χρήσης ουσιών.
Είμαστε εκεί; Δεν γνωρίζω. Δεν ξέρω αν τα ποσοστά σοκ χρήσης κοκαΐνης στην Αττική κατά την περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων μπορούν να ενταχθούν σε ένα συνολικό πλαίσιο προσέγγισης του φαινομένου με βάση την ταξική προέλευση. Πάντως, όπως υποστηρίζει στη διδακτορική διατριβή: «Τοξικοεξάρτηση: Προσέγγιση των θεσμών της υπό το πρίσμα της κοινωνιολογίας του δικαίου», ο δικηγόρος και κάτοχος ΜΔΕ, Χρήστος Τερζίδης: «Το κυρίαρχο παγκοσμίως σημερινό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο προτάσσει την σπουδαιότητα του χρήματος, τη διαφήμιση της αξίας του και την αγοραστική του δύναμη. Η υπερβολική προβολή του το ανάγει σε υπέρτατο αγαθό και καλλιεργεί στην Κοινή Γνώμη ότι στον κάτοχό του επιτρέπονται τα πάντα και ότι μπορεί να αγοράσει με αυτό τα πάντα, ακόμα και λίγη πλασματική- ψεύτικη ευτυχία μέσω της χρήσης ναρκωτικών».
Για το ίδιο θέμα ρωτώ τον κύριο Γρετσίστα. «Το ίδιο το φαινόμενο των εξαρτήσεων διαρκώς μεταβάλλεται», μου εξηγεί ο συνομιλητής μου. Όταν του ζητώ να μου αναλύσει αυτή τη «μεταβολή», ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων ΚΕΘΕΑ μού απαντά ότι «νέες ουσίες κατακλύζουν καθημερινά, διαφορετικές επιλογές κερδίζουν έδαφος στους χρήστες. Τα δεδομένα στο τομέα των εξαρτήσεων, είτε από ουσίες είτε από συμπεριφορές όπως το διαδίκτυο και ο τζόγος θα έπρεπε να γίνουν αντικείμενο συζήτησης. Μετά την όλη συνθήκη που διαμορφώθηκε με την διαχείριση του COVID, έχουμε επιπλέον επιβαρυντικούς παράγοντες στην ψυχική υγεία, πλάι στα προβλήματα που είναι απότοκα της οικονομικής κρίσης. Ο κοινωνικός αποκλεισμός και οι κοινωνικές ανισότητες είναι παράγοντες που τροφοδοτούν και ενισχύουν τη χρήση ουσιών ενώ παράλληλα δυσχεραίνουν τις διαδικασίες απεξάρτησης και κοινωνικής ένταξης».
Αλήθεια, μπορούμε να διανοηθούμε ένα κοινωνικό μοντέλο χωρίς ανισότητες; Για τον πρωθυπουργό της χώρας, αυτό είναι μάλλον αδιανόητο…
ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ
Κατά το ομόφωνο «ΟΧΙ» της συγκέντρωσης διαμαρτυρίας στο Θησείο, η Μαίρη Αγρογιάννη, Γενική Γραμματέας της ΕΙΝΑΠ, κατήγγειλε ότι υπάρχουν «80.000 περιστατικά και 20.000 νοσηλείες στο ΨΝΑ. Η κυβέρνηση συνεχίζει την προσπάθεια που έχουν ξεκινήσει από το 1999 οι προκάτοχοί της, με την “ψυχιατρική μεταρρύθμιση” και τη δήθεν αποασυλοποίηση, που αποτέλεσε το έδαφος για να μειωθεί η χρηματοδότηση στα δημόσια ψυχιατρικά νοσοκομεία και η κυβέρνηση αυτήν τη στιγμή προσπαθεί να δώσει παραπάνω “φιλέτα” στους ιδιώτες που ήδη έχουν τη συντριπτική πλειοψηφία των κρεβατιών στα ψυχιατρικά νοσοκομεία». [ Ριζοσπάστης, 16/1/2024]
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο κύριος Γρετσίστας για τον τομέα της απεξάρτησης. Όπως καταγγέλλει στο Magazine, χωρίς κανέναν διάλογο και διεργασία, επιλέγεται η κατάργηση των φορέων, ελλείψει Εθνικής Στρατηγικής «που να προβλέπει όσα έρχονται και να τροφοδοτεί την ποικιλία των παρεμβάσεων και των μεθόδων των φορέων». Δεν υπάρχει κατανόηση «του πλουραλισμού του πεδίου που συγκροτεί ένα πλέγμα υπηρεσιών με αποτελέσματα και ποιότητα», καταλήγει ο ίδιος στο κλείσιμο της συνομιλίας μας.
ΤΙ ΑΠΑΝΤΑ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Από την άλλη, ο υφυπουργός Υγείας, ψυχίατρος ο ίδιος και αρμόδιος για την ψυχική υγεία, κύριος Βαρτζόπουλος σε δηλώσεις του τον Δεκέμβριο του 2023 ανέφερε ότι η συνένωση όλων των υπηρεσιών «του δημοσίου σε ένα ενιαίο δίκτυο υπηρεσιών, το οποίο με μία ενιαία και υπηρεσιακή, ιατρική και νοσηλευτική δομή», παρέχει τη δυνατότητα μιας ενιαίας υπηρεσιακής ιατρικής και νοσηλευτικής διοίκησης, απελευθερώνει δυνάμεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την αύξηση του αριθμού, της ποσότητας και της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τον υφυπουργό, με αυτόν τον τρόπο διοίκησης, ο οποίος προσαρμόζει στα εδώ δεδομένα μια κεκτημένη ευρωπαϊκή εμπειρία, θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες του λαού έτσι ώστε οι ψυχιατρικές κλινικές που είναι ενταγμένες στα γενικά νοσοκομεία να λειτουργούν με συνθήκες οι οποίες θα επιτρέπουν στα νέα παιδιά να πηγαίνουν κατά κύριο λόγο εκεί. [ΕΡΤ, 14/12/2023]
ΕΙΣΤΕ ΣΙΓΟΥΡΑ ΕΙΔΙΚΟΣ;
Στους λόγους του κυρίου υφυπουργού για τις επικείμενες αλλαγές στις δομές ψυχικής υγείας ίσως κάποιος δει τον «ασφαλέστερο τρόπο» για να αντιμετωπίσουν τα νέα παιδιά «το πρόβλημά τους», μα και τον τρόπο «για να καταπολεμηθεί ουσιαστικώς το στίγμα που δυστυχώς ακόμη κατατρέχει την ψυχιατρική και την ψυχική νόσο» [ΕΡΤ].
Όμως, προτού αποδώσουμε άλλη μια φορά τα εύσημα στην κυβέρνηση του «41τακατό», μήπως να εξετάσουμε όσα αναφέρει η Ψυχολόγος στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής (ΨΝΑ- Δαφνί), κυρία Γκιτάκου Ειρήνη; Η ίδια δήλωσε στο Magazine ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, «χρησιμοποιώντας ως όχημα την ολοκλήρωση της αντιδραστικής ‘’Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης’’ έρχεται να ξεμπερδέψει μια και έξω με τα ψυχιατρικά νοσοκομεία, μετατρέποντάς τα σε ‘’αποκεντρωμένες μονάδες’’ σε ένα, όχι όπως λένε, ‘’ασθενοκεντρικό σύστημα’’ αλλά ‘’χρηματοκεντρικό’’. Στο πλαίσιο λειτουργίας, ενός διοικητικά συγκεντρωτικού δικτύου, όπου χωράνε δημόσιες υπηρεσίες και ιδιώτες, καταργούνται τα 2 από τα 3 εναπομείναντα ειδικά ψυχιατρικά νοσοκομεία».
Όταν την ρωτώ γιατί χαρακτηρίζει το νέο σύστημα που θα προκύψει μετά την κατάθεση του νομοσχεδίου ως «χρηματοκεντρικό», η έμπειρη ψυχολόγος μού εξηγεί ότι με το κλείσιμο των δημόσιων δομών δίνεται επιπλέον χώρος στην ανάπτυξη ιδιωτικών κλινών με γενναίες χρηματοδοτήσεις, όταν αυτές ανέρχονται ήδη σε 4.700, σ’ αντίθεση με τις 900 κλίνες του ΕΣΥ. «Στόχος είναι να υλοποιηθούν κατά γράμμα οι κατευθύνσεις της ΕΕ για χάρισμα της Ψυχικής Υγείας σε ΜΚΟ, ΑΜΚΕ και ιδιώτες, αφού μπαίνουν κάτω από την ίδια διοικητική ομπρέλα ιδιώτες και δημόσιο».
Η κυρία Γκιτάκου στέκεται επίσης στην χρόνια επιχείρηση απαξίωσης των δημόσιων υπηρεσιών ψυχικής υγείας με τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομές. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που μεταφέρει στο Magazine όταν την ρώτησα ποια είναι αυτή τη στιγμή η κατάσταση στις εφημερίες του ΨΝΑ- Δαφνί. Είναι τραγική, απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο λόγος, ποιος άλλος;, η τραγική υποστελέχωση. «Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλές φορές οι 225 διαθέσιμες κλίνες οξέων κλινικών καλύπτονται πριν τελειώσει η εφημερία».
Ποια είναι η περιβόητη «κεκτημένη ευρωπαϊκή εμπειρία»;
Λαμβάνοντας υπόψη τις μαρτυρίες των ανθρώπων που για δεκαετίες ολόκληρες είναι στην πρώτη γραμμή της μάχης για την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και απεξάρτησης, είπα να σκαλίσω λίγο το βάθος της φράσης του κυρίου υφυπουργού.
Τι στο καλό, «οπισθοδρομικοί» είναι στο ΚΕΘΕΑ, το ΨΝΑ και τα νοσοκομεία μας και δεν θέλουμε να γίνουμε…Ευρώπη;
Σκαλίζοντας, λοιπόν, βρήκα ότι από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 κι έπειτα, η ψυχική υγεία έχει ανέβει σκαλοπάτια στην πολιτική ατζέντα της ΕΕ και των κυβερνήσεων των κρατών- μελών. Το πρόβλημα όμως είναι ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτή η… αναβάθμιση δεν είχε επιστημονικό υπόβαθρο, αλλά ένα βαθύτατα προβληματικό προσανατολισμό που αξιολογούσε την ψυχική ισορροπία των Ευρωπαίων πολιτών με όρους κόστους- οφέλους.
Ήδη από το 2005, με την Ευρωπαϊκή Υπουργική Διάσκεψη του ΠΟΥ να καταλήγει στην θέσπιση ενός πλαισίου για «ολοκληρωμένη δράση», η ΕΕ κλήθηκε να συμβάλει στην εφαρμογή του. Έτσι, την ίδια χρονιά εκδόθηκε το «Πράσινο Βιβλίο: Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού. Προς μία στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την ΕΕ» στο οποίο διαβάζουμε ότι «η ψυχική υγεία του ευρωπαϊκού πληθυσμού αποτελεί μέσο για την επίτευξη ορισμένων από τους στρατηγικούς πολιτικούς στόχους της ΕΕ, όπως να ξαναμπεί η Ευρώπη στην πορεία προς τη μακροπρόθεσμη ευημερία…».
Θα πείτε, τι πιο σύνηθες να συμβεί… Έλα όμως που μερικές γραμμές παρακάτω ο πρίγκιπας του ευρωενωσιακού προνοιακού μοντέλου μετατρέπεται σε βάτραχο του μονεταρισμού.
“ΓΙΝΕ ΚΑΛΑ”, ρε τι σου ζητάμε;
Τι κι αν η επιβολή μέτρων νεοφιλελεύθερης έμπνευσης ήδη πριν από το Μάαστριχτ διέλυσε το μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο, με τις επακόλουθες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των πολιτών; Το Πράσινο Βιβλίο έμμεσα απαιτούσε από τους σύγχρονους Ευρωπαίους να «ξαναβρούν» τον εαυτό της καθώς «η κακή ψυχική υγεία κοστίζει στην ΕΕ το 3-4% του ΑΕΠ κυρίως μέσω της χαμένης παραγωγικότητας- με τις- διανοητικές διαταραχές να- αποτελούν την κύρια αιτία πρόωρης συνταξιοδότησης και των συντάξεων αναπηρίας». Στο ίδιο εγχειρίδιο του λουστραρισμένου κυνισμού αναφέρεται ότι «οι συμπεριφορικές διαταραχές στην παιδική ηλικία επιφέρουν δαπάνες για τα κοινωνικά και τα εκπαιδευτικά, καθώς και τα ποινικά και δικαστικά συστήματα».
Φυσικά, δεν θα άφηναν την ψυχική υγεία χωρίς πυξίδα. Απλώς το θέμα ήταν ότι ο πηδαλιούχος δεν είχε χαράξει πορεία προς την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών της σύγχρονης εποχής, αλλά προς την στεγανοποίηση της ανταγωνιστικότητας των μεγάλων μονοπωλίων της Ένωσης. Όπως ανέφερε το 2007 το Ευρωπαϊκό Δίκτυο για τα Οικονομικά της Ψυχικής Υγείας: «Το κόστος της κακής ψυχικής υγείας στην ΕΕ ανέρχεται σε 436 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ τα 2/3 αυτού του κόστους βρίσκονται έξω από το σύστημα υγείας και σχετίζονται με χαμένες ευκαιρίες μισθωτής εργασίας – επομένως- το έμμεσο οικονομικό κόστος, σχετιζόμενο με την απολεσθείσα παραγωγικότητα, ξεπερνά το άμεσο». Άρα, «από οικονομική άποψη το πράγμα είναι ξεκάθαρο, η θεραπεία των ψυχικών διαταραχών είναι δαπανηρή, αλλά πιο δαπανηρό είναι να αφεθούν αθεράπευτες. Η μη αντιμετώπιση αντιβαίνει τα συμφέροντα των χωρών».
Έναν χρόνο μετά, στη διάσκεψη υψηλού επιπέδου στις Βρυξέλλες (διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε υπό τον τίτλο: «Μαζί για την ψυχική υγεία και ευεξία»), επικυρώθηκε το ομώνυμο σύμφωνο το οποίο επεσήμανε ότι «το επίπεδο της ψυχικής υγείας είναι παράγοντας κλειδί για την επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής της Λισαβόνας, που επιδιώκει να καταστήσει την ΕΕ την πιο δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία στον κόσμο» [ΚΟΜΕΠ, 2019].
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΙ ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ
Κάπως έτσι οδηγηθήκαμε στη λεγόμενη ψυχιατρική μεταρρύθμιση την οποία σήμερα έρχεται ή φέρεται να είναι διατεθειμένη να υλοποιήσει η Νέα Δημοκρατία. Πίσω από το παραβάν της υποτιθέμενης εστίασης της κυβερνητικής πολιτικής από την «ιδρυματική» στην «κοινοτική φροντίδα», την καταπολέμηση του στίγματος, τον σεβασμό στα δικαιώματα των ατόμων με ψυχικές νόσους, προβάλλει η συστηματική προσπάθεια για την συρρίκνωση των κρατικών δαπανών που προορίζονται για την ψυχική Υγεία, η οποία (φευ!) αντιμετωπίζεται σαν «βάρος». Έτσι, ανοίγονται πλέον διάπλατα οι πόρτες στις ιδιωτικές επιχειρήσεις του κλάδου, με την ευθύνη της κάλυψης των αναγκών των ψυχικά ασθενών να βαραίνει πλέον τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Θα υπάρξει αποκλεισμός για τα κοινωνικά- οικονομικά ασθενέστερα στρώματα, μου λέει σήμερα η κυρία Γκιτάκου, αφού «δεν θα αντέχουν να ανταπεξέλθουν οικονομικά».
Συνέπεια που δεν είναι άγνωστη στα υψηλά κλιμάκια του υπουργείου Υγείας. Άλλωστε, όπως αποτυπώνεται στο Πακέτο Οδηγιών για την Πολιτική και τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας: «Οι εξειδικευμένες υπηρεσίες καλής ποιότητας είναι δαπανηρές λόγω των μεγάλων επενδύσεων που απαιτούνται, καθώς και του υψηλού κόστους για τις δαπάνες μισθοδοσίας…». Ως εκ τούτου «είναι σαφές ότι οι περισσότερες πρέπει να είναι άτυπες κοινοτικές υπηρεσίες υγείας…».