Πώς μια από τις πλουσιότερες περιφέρειες της Ευρώπης οικοδόμησε ένα μοντέλο όπου οι εργαζόμενοι είναι ταυτόχρονα και ιδιοκτήτες, αμφισβητώντας τις παραδοσιακές δομές του καπιταλισμού.
Η Εμίλια-Ρομάνια είναι παγκοσμίως γνωστή για τα γαστρονομικά της εμβλήματα, όπως το προσούτο και το τυρί Παρμεζάνα (Parmigiano Reggiano), αλλά και για τη βιομηχανική της ισχύ, όντας η πατρίδα της Ferrari. Ωστόσο, πίσω από την ευημερία και την παραγωγική δύναμη της περιοχής, κρύβεται μια ριζοσπαστική οικονομική παράδοση που διαφέρει αισθητά από το κυρίαρχο παγκόσμιο μοντέλο: ο συνεργατισμός. Σε μια εποχή που η οικονομική ανισότητα διευρύνεται διεθνώς, η περιοχή αυτή της Βόρειας Ιταλίας προσφέρει ένα διαφορετικό παράδειγμα, όπου οι συνεταιρισμοί (cooperatives) παράγουν σχεδόν το ένα πέμπτο του περιφερειακού ΑΕΠ, διατηρώντας τον πλούτο και τη λήψη αποφάσεων στα χέρια των πολλών.
Η αναγκαιότητα της συνεργασίας στην αγροτική παραγωγή
Η βάση αυτού του μοντέλου εντοπίζεται στην ιστορική αναγκαιότητα. Στα βουνά της Πάρμας, η παραγωγή του αυθεντικού Parmigiano Reggiano παραμένει αναλλοίωτη εδώ και μια χιλιετία, στηριζόμενη όμως σε μια σύγχρονη οικονομική δομή. Όπως εξηγεί η Ilaria Bertinelli, παραγωγός τυριού και ξεναγός στο τυροκομείο Caseificio Borgotaro, οι συνεταιρισμοί δεν ήταν πολυτέλεια, αλλά όρος επιβίωσης.
«Κάθε τροχός τυριού ζυγίζει 45 κιλά και απαιτεί 600 λίτρα γάλακτος. Ένας αγρότης με δέκα αγελάδες δεν θα μπορούσε ποτέ να συγκεντρώσει αυτή την ποσότητα μόνος του. Έπρεπε να ενωθούν», αναφέρει χαρακτηριστικά. Μέσω των αγροτικών συνεταιρισμών, μικροί παραγωγοί ενώνουν τις δυνάμεις τους, αποκτούν πρόσβαση σε δάνεια για επενδύσεις σε υποδομές και διαπραγματεύονται από ισχυρότερη θέση στην αγορά. Το αποτέλεσμα είναι η βιωσιμότητα των μικρών αγροτικών μονάδων. Στην Εμίλια-Ρομάνια, μια οικογένεια μπορεί να επιβιώσει αξιοπρεπώς ακόμη και με 20 αγελάδες, κάτι που θεωρείται οικονομικά ανέφικτο σε χώρες με βιομηχανοποιημένη γεωργία, όπως οι ΗΠΑ.
Δημοκρατία στους χώρους εργασίας: Το παράδειγμα της CPL Concordia
Το μοντέλο δεν περιορίζεται στον πρωτογενή τομέα. Επεκτείνεται στις κατασκευές, τις μεταφορές, την παροχή υπηρεσιών, ακόμη και στη βαριά βιομηχανία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η CPL Concordia, μια εταιρεία που ιδρύθηκε το 1899 και κατασκευάζει ενεργειακές υποδομές σε όλη την Ευρώπη.
Στην CPL, από τους 2.000 εργαζόμενους, οι 750 είναι και μέτοχοι. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία ανήκει και διοικείται συλλογικά. Κάθε μέτοχος-εργαζόμενος έχει μία ψήφο, ανεξάρτητα από τη θέση του στην ιεραρχία, και συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων για τη στρατηγική της επιχείρησης, την εκλογή της διοίκησης και τον καθορισμό των αμοιβών.
Ο Paolo Barbieri, ο 33χρονος πρόεδρος της CPL, επιβεβαιώνει ότι οι εργαζόμενοι είναι ουσιαστικά τα αφεντικά του. Σε ερώτηση για το αν οι εργαζόμενοι θα ενέκριναν ποτέ έναν μισθό για τον πρόεδρο που θα ήταν 300 φορές μεγαλύτερος από τον δικό τους –φαινόμενο συχνό στον εταιρικό κόσμο– η απάντηση των εργαζομένων είναι αποστομωτική: «Δεν θα τον ψηφίζαμε. Αν κάτι δεν λειτουργεί ή δεν είναι δίκαιο, ψηφίζουμε άλλον».
Ιστορικές ρίζες και συνταγματική κατοχύρωση
Η επιτυχία του συνεργατισμού στην Ιταλία έχει βαθιές ιστορικές και πολιτικές ρίζες. Σύμφωνα με τη Vera Zamagni, ειδικό στα οικονομικά των συνεταιρισμών, η έλλειψη μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στην Ιταλία ευνόησε την ανάπτυξη αυτών των δομών. Οι πρώτοι συνεταιρισμοί ξεκίνησαν από ομάδες τεχνιτών και εργατών, είτε σοσιαλιστικής είτε καθολικής προέλευσης, με κοινό στόχο την παραμονή του πλούτου στην κοινότητα.
Το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι διέγνωσε τον κίνδυνο που πήγαζε από αυτές τις οργανώσεις βάσης, καθώς δεν μπορούσαν να ελεγχθούν από την κεντρική εξουσία, και τις διέλυσε. Ωστόσο, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι συνεταιρισμοί αναγεννήθηκαν και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανασυγκρότηση της χώρας. Μάλιστα, το δικαίωμα στη συνεταιριστική οργάνωση κατοχυρώθηκε στο ιταλικό Σύνταγμα του 1948.
Σήμερα, το θεσμικό πλαίσιο παραμένει υποστηρικτικό. Οι συνεταιρισμοί συνεισφέρουν το 3% των κερδών τους σε ένα ταμείο που χρηματοδοτεί τη δημιουργία νέων συνεταιρισμών, δημιουργώντας έναν αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο ανάπτυξης. Η Legacoop, η ομοσπονδία των συνεταιρισμών στην Εμίλια-Ρομάνια, εκπροσωπεί περίπου 1.000 επιχειρήσεις και 165.000 εργαζόμενους.
Όταν το κεφάλαιο συγκρούεται με την εργασία: Η υπόθεση GKN
Παρά την επιτυχία του μοντέλου, η σύγκρουση με τις δυνάμεις της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας είναι συχνά αναπόφευκτη. Η περίπτωση του εργοστασίου αξόνων αυτοκινήτων (GKN) στη Φλωρεντία, που προμήθευε εταιρείες όπως η Ferrari και η BMW, είναι ενδεικτική. Το 2018, το εργοστάσιο εξαγοράστηκε από βρετανικό επενδυτικό κεφάλαιο (private equity) και τρία χρόνια αργότερα, οι 422 εργαζόμενοι ενημερώθηκαν μέσω email για την απόλυσή τους και το κλείσιμο της μονάδας.
Αντί να αποδεχθούν τη μοίρα τους, οι εργαζόμενοι, όπως ο βετεράνος της μονάδας Snupo Tapinassi, κατέλαβαν το εργοστάσιο τον Ιούλιο του 2021. Βασιζόμενοι στον «Νόμο Marcora», που επιτρέπει στους εργαζόμενους να εξαγοράζουν προβληματικές επιχειρήσεις, προσπάθησαν να μετατρέψουν το εργοστάσιο σε συνεταιρισμό. Παρότι συγκέντρωσαν κεφάλαια και εκπόνησαν βιομηχανικό σχέδιο, και παρά την ψήφιση περιφερειακού νόμου για τη στήριξή τους, η ιδιοκτήτρια εταιρεία αρνήθηκε να πωλήσει.
«Οι νόμοι μπορεί να είναι οι ωραιότεροι στον κόσμο, αλλά χρειάζεσαι ανθρώπους», σημειώνει ο Tapinassi, υπογραμμίζοντας ότι η αλλαγή των συσχετισμών δύναμης απαιτεί συνεχή αγώνα και αλληλεγγύη.
Ένα βιώσιμο εναλλακτικό παράδειγμα
Το μοντέλο της Εμίλια-Ρομάνια δεν αποτελεί ουτοπία, ούτε είναι άτρωτο στις προκλήσεις του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Αποτελεί, ωστόσο, μια απτή απόδειξη ότι η οικονομική δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει σε μεγάλη κλίμακα, προσφέροντας κοινωνική συνοχή και ανθεκτικότητα.
Όπως επισημαίνουν οι πρωταγωνιστές του εγχειρήματος, η επιτυχία έγκειται στην αμφισβήτηση του δόγματος ότι υπάρχει μόνο ένας δρόμος για την οικονομική ανάπτυξη. Σε έναν κόσμο όπου ο πλούτος συγκεντρώνεται σε ολοένα και λιγότερα χέρια, οι συνεταιρισμοί της Ιταλίας υπενθυμίζουν ότι η συνεργασία μπορεί να είναι εξίσου αποδοτική με τον ανταγωνισμό, διασφαλίζοντας παράλληλα την αξιοπρέπεια της εργασίας.
φωτογραφία: Α.Ι.



