19.8 C
Chania
Tuesday, November 5, 2024

«Εμείς» οι «αντιφασίστες» συμβάλλαμε στην άνοδο του νέου φασισμού

Ημερομηνία:

«Είναι τόσο εύκολο να προσφέρει ο κόσμος συμπαράσταση σε όσους υποφέρουν. Είναι τόσο δύσκολο να προσφέρει συμπαράσταση σε όσους σκέφτονται…»

Ο. Wilde

Της Ελένης Καρασαββίδου

«Η ηθική έχει αποστολή να αντισταθεί στον αμείλικτο χαρακτήρα που παίρνει η πολιτική όταν εγκαταλείπεται στον εαυτό της», όπως γράφτηκε, πυκνά και καταγγελτικά, στα τέλη του «σκληρού» 20ου αιώνα ανακεφαλαιώνοντας τα τόσα Άουσβιτς και τους ποικιλόχρωμους ολοκληρωτισμούς. (Ε. Μορέν, 1999, Τα Δαιμόνιά μου, σελ. 148). Στις αρχές του 21ου τίποτε δεν έχει αλλάξει, με μία οριακή εξαίρεση.  Η πολιτική δεν εγκαταλείφθηκε μόνο στον εαυτό της, εγκατέλειψε και εμάς. Έτσι, η δίκαιη αμφισβήτηση του ηγεμόνα τον διέχυσε μέσα μας αντί να τον καταργήσει. Γίναμε θραύσματα του δικού του εκτρωματικού προσώπου, όπως συνέβαινε συχνά μα όχι τόσο στέρεα από τον «ορθό λόγο» (ή μάλλον την επίφασή του) και μετά. Η βία στις μέρες μας δεν εκπορεύεται μονόπλευρα από την εξουσία και προπαντός δεν υπνωτίζει με την ιδεοληψία της τους πολλούς. Ίσα ίσα το αντίθετο δείχνει να συμβαίνει. Μια βία ασύμμετρη, ασύνορη, από-ιδεολογικοποιημένη, γεννημένη από τις αμετροέπειες της εξουσίας, ναι, που γυρίζοντας τον πλανήτη σε σχέση με τα δικαιώματα σε έναν προ-νεωτερικό κόσμο επιστρέφει τους ανθρώπους αργά και σταθερά στα ένστικτά τους, στην επιβίωση σε μια πολύπλοκη ζούγκλα. Αλλά μεγαλωμένη από την δική μας λαγνεία, και από την δική μας αδιαφορία, που την σπάμε όχι για να αντιδράσουμε αλλά για να ξεσπάσουμε ή να «αυτοδικαιωθούμε».

Σημαντική η διαφορά… Δεν είναι πια το άσπρο απέναντι στο μαύρο ούτε καν στις ρητορικές. Αν ακούς προσεκτικά την αχό μιας γης ταραγμένης κι αν ξεκλειδώνεις λέξεις κλειδιά είναι το μαύρο βαθιά μες στο άσπρο και το αντίθετο. «Εμείς» οι «αντιφασίστες» συμβάλλαμε  στο νέο φασισμό ταΐζοντας με τις υπερ-απλουστεύσεις και τις ακρότητές μας τις ονειρώξεις μιας διαρκώς αποκτηνωμένης και σε αναζήτηση νέων βαρβάρων άκρας δεξιάς.

Ήδη μελετητές του φαινομένου της άκρας δεξιάς επισημαίνουν πως στην άνοδο της συνέβαλλε κι ο Φολκλορικός -κυνικός πολυπολιτισμός. Σ’ αυτήν την εκδοχή του πολυπολιτισμού που αποτελεί επιλογή της μεσαίας και ανώτερης τάξης κι ας μιλά εξ ονόματος της αριστεράς, μιας αριστεράς στα μέτρα της βεβαίως, το «ξένο» εξιδανικεύεται και προσεγγίζεται ως αντικείμενο «απόλαυσης» και «πολιτισμικού εμπλουτισμού». Ας προσέξουμε την τεράστια ιδεολογική διαφοροποίηση που έχει συντελεστεί. Εκεί όπου η μετανάστευση ήταν συνδεδεμένη με την υλική αναπαραγωγή της ιεραρχίας στον πλανήτη (καπιταλιστικό κέντρο vs περιφέρεια) και θεωρούνταν κατάρα για τους μετανάστες και τον κάθε τόπο (αφού ποιος και ποια αφήνει το κοινωνικό του δίκτυο, δλδ τους ανθρώπους του, τους κόπους του και τις μνήμες του, για να πάει κάπου που θα του φέρονται ως σκουπίδι;) και η πάλη γινόταν για έναν κόσμο όπου η μετανάστευση δεν θα ήταν αναγκαία, μέσα από την άρση ανισοτήτων μεταξύ 1ου και 3ου κόσμου, τώρα η μετανάστευση (πάντοτε διακριτή από την προσφυγιά κι ας κάνουν κάποιοι όλων των πλευρών πως δεν το καταλαβαίνουν) θεωρείται «δώρο» για τους ντόπιους και την υλική τους ευμάρεια που πρέπει να το καλοδεχτούν δίχως να θέτουν κανένα βαθύ οικονομικοκοινωνικό και γεωπολιτικό ερώτημα ή αίτημα.

Αντίθετα, αυτή η εκδοχή του πολυπολιτισμού αφήνει την εσωτερική ιεραρχία/οικονομία της χώρας να επαναεπιβεβαιώνεται, αφού είναι οι φτωχές, λαϊκές συνοικίες που δέχονται τις μεταναστευτικές πιέσεις. Έτσι φτάνουμε (ή μάλλον συμβάλλουμε) σε αυτό που έχει ονομαστεί ως επόμενο στάδιο ως αντιδραστικός-φονταμενταλιστικός πολυπολιτισμός, ένας κοινοτισμός με άλλα λόγια που ορθώνεται ελαφρά την καρδία (!) απέναντι στην ίδια την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με εγκλήματα τιμής (όπως στην Γερμανία) ή επιθέσεις σε ομοφυλόφιλους (όπως στην Ολλανδία) που σε συνδυασμό με την αμήχανη σιωπή της αριστεράς, συνέβαλλαν στην άνοδο του νεοναζισμού. Αυτή η χρήση ενός στατικού, μη διαλεκτικού, όρου του πολιτισμού και της ερμηνείας των κοινωνικών διαφορών ως αποκλειστικά “πολιτιστικών διαφορών” αποτελεί όψη του ρατσισμού εάν ορίσουμε τον τελευταίο ως ιδεολογική διαδικασία αναπαράστασης των κοινωνικών αντιφάσεων ως φυσικών νόμων.

Δεν ζητώ με άλλα λόγια από κάτι ή κάποιον να μεταβληθεί, αφού «το θεωρώ» από τη «φύση» ή τον «πολιτισμό» του ή την «θρησκεία» του αμετάβλητο και «πρέπει να το σεβαστώ».  Θεώρηση που αποτελεί το κοινό σημείο των συγκρουόμενων κοινοτισμών (γηγενών-μεταναστών) όπως εκπροσωπούνται από τις δυο κυρίαρχες αναγνώσεις που (ως έχουν σήμερα) διαμορφώθηκαν κατά βάση τον 19ο αιώνα (δεξιά-αριστερά) καθώς αυτές εισχωρούν κι επηρεάζουν  επώδυνα την εντελώς καινούργια “πραγματικότητα”.

Όταν όμως δεν αντιμετωπίζουμε τους μετανάστες (ή τους πρόσφυγες στην περίπτωση αυτή) ως κοινότητες εν αναμονή, ως ένα ατομικό και συλλογικό υποκείμενο δηλαδή με την υποχρέωση του πολιτιστικού συμβιβασμού (π.χ σε σχέση με τα ατομικά δικαιώματα των γυναικών) ο πολυπολιτισμικός λόγος, που δρα πατερναλιστικά απέναντι και στους ίδιους τους μετανάστες καθιστώντας τους υποχείρια ενός κοινοτισμού στα μέτρα των δικών τους εσωτερικών ιεραρχιών, αποτελεί μια ιδιόμορφη μορφή ρατσισμού, ενός ρατσισμού με κύριο γνώμονα την «απόσταση». Αποδέχεται την ταυτότητα του άλλου περιγράφοντάς τον ως κλειστή και αντικειμενική οντότητα, απέναντι στην οποία τα μέλη των κυρίαρχων ομάδων κρατούν στην  ουσία αποστάσεις για να διατηρήσουν τα προνόμια τους και την οικουμενική τους θέση.

Βέβαια στην κριτική του Radtke γίνεται κατανοητό ότι ο κυρίαρχος πολυπολιτισμικός λόγος δεν σχετίζεται με τις ανάγκες των μειονοτικών ομάδων αλλά πρώτιστα με τις ανάγκες της κυρίαρχης ομάδας. Οι «πολιτισμικές διαφορές» δεν αποτυπώνουν συγκεκριμένα βιώματα, αλλά περισσότερο την ανάγκη νομιμοποίησης των σχέσεων εξουσίας σε πλανητικό επίπεδο. Επιχειρηματολογώντας προς την ίδια κατεύθυνση, ο Zizek (1997) υπογραμμίζει ότι ο πολυπολιτισμός αποτελεί ιδανική μορφή έκφρασης της ιδεολογίας του παγκόσμιου καπιταλισμού: «εκφράζει μια στάση αποδοχής και «σεβασμού» των διαφορετικών πολιτισμών, υπό την αιγίδα της δύσης και των (ακίνδυνων για τις δομές) ιδεολογικών της προσεγγίσεων, παραπέμποντας έτσι στον τρόπο διαχείρισης και μεταχείρισης των αποικιοκρατούμενων απ’ τους αποικιοκράτες, δηλαδή στη μεταχείριση τους ως ιθαγενών των οποίων ο πολιτισμός πρέπει να αποκλειστεί ή «να μελετηθεί με προσοχή». Όμως είναι η ακροδεξιά που δεν μελετάται με προσοχή, κι αφήνεται να κάνει παιχνίδι με τον απίστευτα κυνικό κι απλουστευτικό τρόπο της, αλλάζοντας όλη την κοινωνική ατζέντα, όταν προσεγγίζουμε το ζήτημα μέσα από ηθικίστικη, απολίτικη (αφού είναι ξεκομμένη από την πραγματική ζωή και την υλική, πολιτισμική της βάση) επίθεση στα χαμηλότερα στρώματα γηγενών που δέχονται πιέσεις, (είστε ρατσιστές!) αντί να αντιμετωπίσουμε όλες τις πλευρές ως «κοινότητες εν αναμονή». Ως κοινότητες που οφείλουν να υπερασπιστούν τα δίκαια του πιο αδύναμου μα και τα δικά τους, αποδεχόμενες την έννοια του πολίτη και την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Όμως κάθε φετιχοποίηση, κάθε φολκλοροποίηση μιας αξίας οδηγεί μαθηματικά στην ακύρωσή της. Έτσι και με τον απολίτικο ή τον (δήθεν) υπερπολιτικοποιημένο ανθρωπισμό που  προσεγγίζεται ως ‘θρησκευτική έννοια’ αποκομένα από τις πραγματικές συνθήκες κι άρα τα δυναμικά εξελισσόμενα διακυβεύματα κάθε οριακής, όπως η δική μας, εποχής.  Η απουσία ενός κριτικά δομημένου αντιρατσιστικού λόγου γίνεται φανερή στην απόπειρα η χυδαία δαιμονοποίηση των προσφύγων που επιχειρείται από την ακροδεξιά να απαντηθεί με την ρηχή εξιδανίκευση τους. Εάν το πρώτο είδος λόγου κατασκευάζει ενόχους με φυλετικούς/θρησκευτικούς όρους αποπολιτικοποιώντας τις πραγματικές αιτίες της πλανητικής ανισορροπίας, το δεύτερο είδος λόγου κατασκευάζει ανεύθυνες για την τύχη των χωρών τους και των ανθρώπων τους, παθητικές μάζες, νομιμοποιώντας από την ανάστροφη μια αποικιοκρατική αντίληψη κι ενισχύοντας τους κρυμμένους σε κάθε θεώρηση που δεν θέλει οι άνθρωποι να ενηλικιωθούν πάτρονες τους. Όμως όπως έχει επισημάνει ο Αντόρνο, η αφηρημένη ουτοπία παραείναι συμβιβάσιμη με τις πιο ύπουλες ροπές της κοινωνίας. Θεωρεί τις πραγματικές ή φανταστικές διαφορές στίγματα που δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν έχουν γίνει ακόμη αρκετά ίδιοι…. το να βεβαιώνουμε τον νέγρο ότι είναι ακριβώς σαν τον λευκό ενώ ολοφάνερα δεν είναι, σημαίνει να τον αδικούμε στα κρυφά ακόμη περισσότερο…. οι εκπρόσωποι της ομοιότροπης ανεκτικότητας είναι.. πάντα ετοιμοι να στραφούν δίχως ανοχή απέναντι σε κάθε ομάδα που παραμένει ανυπότακτη.”

Την ίδια ώρα όμως μερικοί πολύ πραγματικοί άνθρωποι (ως πρόσφυγες) πεθαίνουν στο Αιγαίο ενώ τα γεωπολιτικά αίτια δεν τα παλεύει κανείς, αντίθετα ξιφουλκεί εναντίον εξαντλημένων ντόπιων κοινοτήτων. Μερικοί πολύ πραγματικοί άνθρωποι (ως άτομα του αντίθετου φύλου ή άλλης σεξουαλικότητας) καταπιέζονται στο εσωτερικό των κοινοτήτων τους και των στρατοπέδων αφού ο κοινοτισμός, αυτό το είδος αποδοχής της ‘ιεροποιημένης’  πολιτιστικής ακινησίας κι άρα του ρατσισμού, δεν θεωρείται πρόβλημα. Μερικοί πολύ πραγματικοί άνθρωποι ξεζουμίζονται (ως μετανάστες) στα φραουλοχώραφα ή στα σπίτια μας αφού η υπενθύμιση πως η μετανάστευση δεν είναι ευλογία αλλά κατάρα θεωρείται (για διαφορετικούς λόγους αλλά με το ίδιο αποτέλεσμα) αντιδραστική, ρετουσάροντας με αντιρατσιστικές κορώνες καταστάσεις την ίδια ώρα που οι ρατσιστές νομιμοποιούνται από τα ιδεολογικά παράθυρα και τις χαραμάδες… Κι όλα αυτά βοούν για την πολυσημία ενός πανάρχαιου ταξιδιού στο οποίο η ανθρωπότητα αυτήν την εποχή (που η πολιτική απομονώνεται ολοένα και περισσότερο από την φιλοσοφία και την κριτική σκέψη κι εγκαταλείπεται στον εαυτό της και στα κουτάκια της), βρίσκει τεράστια κύματα που θυμίζουν πως το ταξίδι είναι πάλη με τις βεβαιότητες και τις υλικές βολέψεις σου και όχι εκδρομή με τα βολικά κουτάκια σου παραμάσχαλα.

Σαράντα χρόνια πριν, σε μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες που έγιναν ποτέ, την Εκδρομή, ο Τάκης Κανελλόπουλος χρησιμοποιεί το τοπίο του Έβρου (αυτό το εντελώς πραγματικό κι εντελώς αυθαίρετο την ίδια ώρα σύνορο μεταξύ του κόσμου που μετακινείται και του κόσμου που υποδέχεται) για να θυμίσει πως είναι ο προορισμός που φτιάχνει το ταξίδι. Σαράντα χρόνια μετά, τόσο η ανθρωπότητα όσο κι η εποχή χρησιμοποιούν εργαλειακά την πολύσημη έννοια του ταξιδιού ώστε να επιβάλλουν μια απλουστευτική και μονόδρομη αντίληψή του.

tvxs.gr

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Προσοχή! Απάτη με ψεύτικα μηνύματα που ισχυρίζονται ότι προέρχονται από την ΔΕΥΑΧ

Η Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Χανίων προειδοποιεί τους καταναλωτές...