Ως μια έξοχη στιγμή της άνοιξης των λαών χαρακτηρίζει την επανάσταση του 1821 ο υπουργός Παιδείας Αριστείδης Μπαλτάς, σε επιστολή του προς τους μαθητές με την ευκαιρία του εορτασμού της 25ης Μαρτίου.
Σε επιστολή του, ο Α. Μπαλτάς αναφέρεται στη σημασία που είχε η επανάσταση του 1821 για τον ελληνικό λαού, “Την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν”, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο υπουργός Παιδείας.
Η επιστολή έχει ως εξής:
Όταν εκείνοι που εκπροσωπούν τον θεσμό του σχολείου, δάσκαλοι, καθηγητές, ακόμη και ο Υπουργός Παιδείας, απευθύνονται σε σας με την ευκαιρία της επετείου της μεγάλης ελληνικής επανάστασης, αισθάνονται ίσως μεγαλύτερη ανασφάλεια από εκείνη που αισθάνεστε εσείς όταν σηκώνεστε για μάθημα στον πίνακα. Γιατί τέτοιοι εορτασμοί είναι συχνά δίκοπο μαχαίρι: από τη μια πλευρά, αποδίδουν την οφειλόμενη μνήμη και τιμή στο γεγονός, από την άλλη, όμως, κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν σε «πανηγυρικό», που συχνά αποξηραίνει το καθοριστικό ιστορικό συμβάν. Και είναι κρίμα, η μνημόνευση της δικής μας επανάστασης που κλόνισε συθέμελα καθεστώτα, ιεραρχίες, αυτοκρατορίες και συνειδήσεις, να καταλήγει ρουτίνα, και να φέρνει πλήξη σε νέους ανθρώπους.
Ας δοκιμάσουμε να ξεπεράσουμε το εμπόδιο, τοποθετώντας τούτη τη μεγάλη ελληνική στιγμή στο ιστορικό της πλαίσιο, πλαίσιο ελληνικό, όχι μόνο ευρωπαϊκό, αλλά τελικά οικουμενικό.
«Η ελληνική επανάσταση υπήρξε «τέκνο» του Διαφωτισμού, του κινήματος που συνεπήρε τους ανθρώπους όπου Γης, καθώς συνειδητοποιούσαν ότι η καθεστηκυία τάξη δεν είναι γραμμένη στην πέτρα, δια άπαντος καθαγιασμένη και ακλόνητη. Ο κόσμος μπορούσε πλέον να γίνει μέσα από τοςυ αγώνες των ανθρώπων, κόσμος ισότητας, αδελφότητας και ελευθερίας», αναφέρει μεταξύ άλλων και συνεχίζει:
«Η ελληνική επανάσταση υπήρξε μια έξοχη στιγμή εκείνης της άνοιξης των λαών. Όλες οι επαναστάσεις, όπως και η ελληνική, δημιούργησαν σε μεγάλο βαθμό τους λαούς που τις έκαναν. Ήταν οι λαοί που έφτιαξαν τους εαυτούς τους και την επανάστασή τους σε μια εποχή όπου στην Ευρώπη και στον κόσμο κυριαρχούσαν οι απολυταρχικές μοναρχίες ή οι αυτοκρατορίες όπως η οθωμανική».
«Ο λαός λοιπόν, όλοι εμείς, φτιάχνεται από ελεύθερους και ίσους πολίτες, που αποφασίζουν για την κοινή μοίρα τους, ξεπερνώντας διακρίσεις όπως η φυλή, το γένος, η θρησκεία και η γλώσσα. Όταν ο Ρήγας σχεδίαζε την “Νέα Πολιτική Διοίκηση’, δηλαδή το σύνταγμα του κράτους που θα γεννιόταν με την επανάσταση έλεγε ότι: “Ο αυτοκράτωρ λαός είναι όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου τούτου, χωρίς εξαίρεσιν θρησκείας και διαλέκτου, Έλληνες, Βούλγαροι, Αλβανοί, Βλάχοι, Αρμένηδες και Τούρκοι και κάθε άλλο είδος γενεάς”.
Λίγα χρόνια πριν, το επαναστατικό σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής ξεκινούσε με μια συγκλονιστική φράση: “Εμείς ο λαός…”. Αυτό που όχι μόνο λένε αλλά και κάνουν αυτές οι τρεις λεξούλες είναι το μυστικό των επαναστάσεων του Διαφωτισμού: Όταν οι άνθρωποι παίρνουν την τύχη τους στα χέρια τους και θεσπίζουν την πολιτική ενότητά τους παύουν να είναι απλώς άτομα, γίνονται ο “λαός”. Και στην προμετωπίδα του “Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδας” που συντάχθηκε στην Πρώτη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, το 1822, διαβάζουμε: “Το Ελληνικό Έθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανική Δυναστείαν μη δυνάμενον να φέρη το βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νόμιμων παραστατών του, εις Εθνικήν, συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον του Θεού και ανθρώπων, την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν”.
Όπως και με το πρώτο σύνταγμα της Αμερικής, έτσι και τώρα, με το πρώτο σύνταγμα της επαναστατημένης Ελλάδας, ένας λαός ή ένα έθνος εγκαινιάζει την ύπαρξή του. “Την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν”, αφού κάποιοι άνθρωποι αποφασίζουν πολιτικά να γίνουν λαός και το διακηρύττουν “ενώπιον Θεού και ανθρώπων”, αποτινάσσοντας κάθε λογής τυραννία που θα τους ήθελε υποταγμένους, απλούς υπηκόους
Και με ανάλογη αφορμή αξίζει να θυμόμαστε εκείνο που εξακολουθούν να μας λένε οι επαναστάτες του παρελθόντος. Γιατί ένας λαός ίσως χρειαστεί ξανά και ξανά να επιβεβαιώσει τον εαυτό του: Κάθε φορά που θα είναι αναγκασμένος να υπερασπιστεί την ανεξαρτησία του, την κυριαρχία του, την αξιοπρέπειά του και την περηφάνια του, τη δημοκρατία του, την πολιτική του ύπαρξη, κάθε φορά που θα χρειαστεί να ξαναπούμε όλοι μαζί: “Εμείς, ο λαός”»