του Δημήτρη Καλαντζή
Η εμπάθεια είναι μία ελληνική λέξη που κακοποιήθηκε από τους Έλληνες και απογειώθηκε από τους Αγγλοσάξονες. Δεν είναι ξεκάθαρο πότε ακριβώς νοηματοδοτήθηκε αρνητικά στο ελληνικό λεξιλόγιο αλλά είναι βέβαιο ότι όσοι Έλληνες παρακολουθούν αγγλόφωνες ειδήσεις και συγγράμματα, σίγουρα ζηλεύουν που μία ελληνική λέξη έχει συνδεθεί με μία από τις κορυφαίες λογικές και συναισθηματικές καταστάσεις του ανθρώπου, αυτή της κατανόησης, της συμπόνιας, της «ενσυναίσθησης» των προβλημάτων του συνανθρώπου.
Ο Γιώργος Μπαμπινιώτης στο λεξικό του ορίζει την εμπάθεια ως την «έντονη αντιπάθεια (προς κάποιον) που εμποδίζει την αντικειμενική κρίση». Ετυμολογικά συμπεραίνει ότι βγαίνει από τον «εμπαθή» εμ + παθής του ρήματος «πάσχω» και είναι αρχαία λέξη (παρουσιάζεται στο έργο του Αριστοτέλη), αλλά χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα στα ελληνιστικά ελληνικά.
Σε περαιτέρω ανάλυσή του για την «εμπάθεια» και την «empathy», ο καθηγητής γλωσσολογίας κάνει λόγο για ομόρριζες λέξεις που είτε ήταν είναι «ελληνογενής», είτε χρησιμοποιήθηκαν ως δάνεια από τους Αγγλοσάξονες. Σημειώνει συγκεκριμένα:
«Η λέξη εμπάθεια (από το αρχαίο εμπαθής) είναι μια ελληνιστική λέξη που σήμαινε αρχικά «το έντονο πάθος» για να εξελιχθεί στη σημασία «κακότητα, προκατειλημμένη αρνητική ή εχθρική στάση». Η λέξη ελήφθη από την Αγγλική ως empathy για να δηλώσει «τη συμμετοχή στο πάθος, σ’ αυτό που παθαίνει κάποιος και υποφέρει, στη δυστυχία τού άλλου μέχρι πλήρους ταυτίσεως» και, τελικά, «τη συμπάθεια, τη συμπόνια». Έφτασε δηλ. να δηλώνει ακριβώς αντίθετο της ελληνικής λέξης εμπάθεια!»
Το λεξικό του Ι.Σταματάκου αντιμετωπίζει διαφορετικά της λέξη, ψάχνοντας την κοιτίδα της και όχι το τρέχον της νόημα:
Εμπαθής ( εν+ πάθος) ο εν πάθει ων, ο ευρισκόμενος εν καταστάσει πάθους (συγκινήσεως), ο πλήρης πάθους.
Ο Σταματάκος ακολουθεί το νοητικό σχήμα που υπάρχει στο λεξικό των Liddell & Scott για τις επόμενες λέξεις και εκφράσεις: εμπάθεια, εμπαθώς, εμπαθής τινι, εμπ. φιλία, εμπαθώς εμπάθεια, ισχυρόν πάθος – εμπαθής, ευρισκόμενος εν καταστάσει συγκινήσεως ή πάθους – εμπαθής τινι, παθαίνων, συγκινούμενος πολύ για το πράγμα – εμπ. φιλία, ένθερμος φιλία, φιλία μέχρι πάθους – εμπαθώς, μετά πάθους.
Με αυτήν την ερμηνεία γίνεται κατανοητό ότι η ουσία της λέξης «εμπάθεια» μπορεί να είναι θετική και ανθρώπινη, πολύ πιο κοντά στην αγγλική empathy, και εμείς απλά να τη χρησιμοποιούμε σε μία μορφή εκφυλισμού του αρχικού της νοήματος.
Πότε έγινε αυτό; Κάποιοι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν ότι ήταν στα κείμενα των Πατέρων της Ορθοδοξίας που η λέξη πήρε αρνητικό νόημα, αφού ο χριστιανισμός καταδίκαζε το πάθος ως συναίσθημα που προκαλεί δεινά και κακία. Αυτός που είχε πάθη, ήταν δηλαδή εν+πάθος, ήταν στη λάθος πλευρά της χριστιανικής ορθότητας.
Στο πλαίσιο της Φιλοσοφίας όμως, η έννοια της «εμπάθειας» είναι συγκεκριμένη και ουσιαστική σε παγκόσμιο επίπεδο. Έχει απόλυτα θετικό πρόσημο στα γαλλικά, όπως το βλέπουμε στο λεξικό Petit Robert Empathie: En Philosophie et Psychologie, faculté de s’identifier à quelqu’un, de ressentir ce qu’il resent όπως και στα αγγλικά, στο λεξικό Oxford, όπου ορίζεται ως: «Empathy, the ability to understand and share the feelings of another. Origin : From Greek empatheia (from em- ‘in’ + pathos ‘feeling’) translating German Einfühlung».
Στα ρεπορτάζ των αγγλόφωνων ΜΜΕ, οι Έλληνες εξυμνούνται για την… εμπάθεια που έδειξαν στην αντιμετώπιση των προσφύγων. Οι δημοσιογράφοι χρησιμοποιούν την ελληνικής προέλευσης λέξη, για να τονίσουν το πόσο νιώσαμε το δράμα των προσφύγων και σπεύσαμε να τους βοηθήσουμε, αναλογιζόμενοι τις ξενιτιές που ζήσαμε οι ίδιοι.
Είναι κρίμα στη χώρα που γεννήθηκε αυτή η υπέροχη λέξη, να έχει νοηματοδοτηθεί τόσο αρνητικά.
Θα ήταν άραγε ανέφικτη μία προσπάθεια να της αλλάξουμε νόημα;
Όχι απαραίτητα για να ταυτιστούμε με τη διεθνή ορολογία, αλλά για να βγάλουμε την σημερινή εμπάθεια από τη συμπεριφορά μας;