Γράφει ο Μητροπολίτης
Ιγνάτιος Θ. Χατζηνικολάου
Θεολόγος, τ. Λυκειάρχης
Πολλοί είναι οι εύφημοι χαρακτηρισμοί και ιδιότητες του αληθινού Χριστιανού, ο οποίος δεν λείπει και από την εποχή μας όσα αρνητικά κι αν αυτή παρουσιάζει. Δεν παύει να υπάρχει το «άλας» και το «φως» στον κόσμο (Ματθ. 5,13 13-14) και είναι αυτά που συγκρατούν την κοινωνία από την όποια σαπίλα και κατρακύλα. Όσο δε περισσότερο είναι το σκοτάδι, τόσο περισσότερο λάμπει το φως.
Πολλοί οι δρόμοι και οι ατραποί. Πολλές οι τάσεις, μα και οι παρεκκλίσεις. Πολλά «αφύσικα» και οι παγιδευτικές προκλήσεις και παρεκκλίσεις όπως τώρα οι φούσκες του γέλιου, λες και δεν έχομε άλλους να χαρούμε, να διασκεδάσομε, να γλεντήσομε και να ξεφύγομε από την καθημερινότητα. Με το να είμαστε, άλλωστε Χριστιανοί δεν σημαίνει κλάψιμο και μουρμούρα. Ο ίδιος ο Χριστός χαιρετούσε με το «Χαίρε». Κι ο απόστολος Παύλος πολλές φορές στις επιστολές του έλεγε και συνιστούσε να χαίρονται οι Χριστιανοί και μάλιστα πάντοτε. Αναφέρω μόνο ένα χαρακτηριστικά: «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε» (Φιλιππ. 4,4). Ακόμα και στα παθήματά μας πρέπει να χαιρόμαστε αν όντως είμαστε Χριστιανοί και κυριαρχούμε από εκκλησιαστικό φρόνημα. Γράφοντας τους Κολασσαείς ο Παύλος θα τους πει «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου» (Κολ. 1,24)
Παλιά, όταν οι άνθρωποι συναντιώτανε λέγανε «χαίρετε» Χαιρετισμός μα και ευχή. Τώρα αντ’ αυτού λένε «γειά σου», αφήνω που αρκετοί αντ’ αυτού το λένε στ’ αγγλικά. Ο άνθρωπος ο πολιτισμένος, ο πιστός Χριστιανός είναι προσεκτικός, ευγενικός, γλυκύς στο λαλείσαι και, για να θυμηθώ τον απόστολο Παύλο: «ο λόγος υμών πάντοτε εν χάριτι, αλάτι ηρτυμένος» (Κολ. 4,6) Όταν βιώνεις και κινείσαι από εκκλησιαστικό φρόνημα, είσαι τέλειος Χριστιανός και τέλειος άνθρωπος
Θα ήθελα, ομιλούντες για εκκλησιαστικό φρόνημα, να ακούγαμε τι λέγει επ’ αυτού ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: «Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα πρέπει να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία, στους επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούμε στον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός θέλει να γίνουμε μια ποίμνη μ’ έναν ποιμένα.
Να πονάμε την Εκκλησία, να την αγαπάμε πολύ. Να μη δεχόμαστε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. Στο Άγιον Όρος το πνεύμα που έμαθα ήταν ορθόδοξο, βαθύ, άγιο, σιωπηλό, χωρίς έριδες, χωρίς καυγάδες και χωρίς κατακρίσεις. Να μην πιστεύουμε τους ιεροκατηγόρους. Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύουμε, ούτε να το σκεπτόμαστε ούτε να το μεταφέρουμε.
Το ίδιο ισχύει και για τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε Εκκλησία. Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για τη διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια, τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνουμε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνουμε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει».
Να προσέχουμε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία»
Λόγια σοφά και σωτήρια από τον θεόσοφο Γέροντα και Άγιο Παΐσιο, που είθε να βρουν απήχηση σ’ όλων τις καρδιές μας.