Ακόμα ένα “ράπισμα” στη χώρα μας από θεσμικό όργανο της Ε.Ε., που εκφράζει σοβαρές ανησυχίες και τονίζει τις απειλές που δέχονται το Κράτος Δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα στην Ελλάδα.
Η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του Ευρωκοινοβουλίου, έδωσε στη δημοσιότητα το προσχέδιο της αναφοράς της για την επίσκεψή της στην Ελλάδα στις 6-8 Μαρτίου, με αφορμή την υπόθεση παρακολούθησης Ελλήνων πολιτικών και δημοσιογράφων μα χρήση κακόβουλου λογισμικού.
Υπενθυμίζεται πως στη συνέντευξη Τύπου που είχαν πραγματοποιήσει τότε οι απεσταλμένοι της Επιτροπής, η Σοφί Ιν’τ Φελντ, είχε κοινοποιήσει τα πρώτα ευρήματα από τις επαφές με εκπροσώπους των ΜΜΕ και διάφορες ΜΚΟ, εκφράζοντας τις ίδιες ανησυχίες για τη χώρα μας και προαναγγέλλοντας τη δημοσίευση αναλυτικής έκθεσης.
Σε αυτήν μάλιστα, γίνεται αναφορά και στην άρνηση Ελλήνων αξιωματούχων από την πλευρά της κυβέρνησης να συναντηθούν με την Επιτροπή, ενώ παράλληλα τονίζεται πως οι έλεγχοι και οι ισορροπίες είναι ουσιώδεις για μια ισχυρή δημοκρατία και σημειώνει με ανησυχία ότι έχουν δεχθεί ισχυρές πιέσεις στην Ελλάδα.
Σχετικά με τις επαφές και τα θέματα που συζητήθηκαν, τονίζεται η “ανάγκη ενίσχυσης της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική εξουσία, παράδειγμα η επιστολή που απηύθυνε ο Πρωθυπουργός στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σχετικά με την εξέταση της υπόθεσης του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη· η πρόσφατη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ως προς τις αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ”, καθώς και η “υπερβολική διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών θεωρείται επίσης ιδιαίτερα προβληματική καθώς η πολύ αργή εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών δικαιοδοσιών· Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε η μη ορθή συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ, ιδίως όσον αφορά τις εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες. σημειώθηκε ότι η αργή και αναποτελεσματική δικαιοσύνη οδηγεί σε μια κουλτούρα ατιμωρησίας”.
Επίσης, σημειώνεται πως υπάρχει “ανάγκη σεβασμού και ενίσχυσης της ανεξαρτησίας ορισμένων εθνικών αρχών εποπτείας: αν και η ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, της ΑΠΔ και του Συνηγόρου του Πολίτη στηρίζεται σταθερά στο Σύνταγμα και το νόμο, τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο, από (προτεινόμενες) νομοθετικές αλλαγές που περιορίζουν τις εξουσίες και το πεδίο εφαρμογής τους, με ανεπαρκή μέσα και από προσπάθειες να κατακτηθούν οι θεσμοί μειώνοντας την ηγεσία. Όσον αφορά την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, εκφράστηκαν ανησυχίες σχετικά με τον διορισμό του επικεφαλής της αρχής· ο σημερινός επικεφαλής ηγείται προσωρινά από το καλοκαίρι του 2022, η αδύναμη έρευνα της Intellexa και 200 καταγγελίες για απωθήσεις, καθώς και η άρνηση της ΝΤΑ να μεσολαβήσει στη λεγόμενη υπόθεση «λίστα Πέτσα», και η απροθυμία να μοιραστούν πληροφορίες, έριξαν σκιές στην ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητά της”.
Η απάντηση στις κλειστές κυβερνητικές πόρτες που βρήκαν
Παράλληλα, απαντά και την επιστολή του Γιώργου Γεραπετρίτη (23/04/23) στον πρόεδρο της LIBE Λόπες Αγκιλάρ με την οποία κατηγορούσε τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για «παρέμβαση στην εσωτερική πολιτική σκηνή ενός κράτους μέλους, εμπλοκή σε πολιτικά παιχνίδια τη στιγμή που έχουν ήδη προκηρυχθεί εθνικές εκλογές» και ανακοίνωσε ότι «κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν θα είναι διαθέσιμοι για συναντήσεις με την αντιπροσωπεία», με δικαιολογία το δυστύχημα στα Τέμπη και κάνοντας λόγο για «παντελή έλλειψη πολιτικής ευπρέπειας και κοινής λογικής», για το αίτημα των μελών της Επιτροπής να συναντηθούν με αξιωματούχους της κυβέρνησης.
Η αντιπροσωπεία της Επιτροπής σημειώνει μεταξύ άλλων ότι “κατά τη στιγμή της αποστολής, οι γενικές εκλογές του 2023 στην Ελλάδα δεν είχαν προγραμματιστεί ούτε είχαν ανακοινωθεί επίσημα. Το επίσημο τριήμερο εθνικό πένθος τηρήθηκε πλήρως και είχε λήξει στις 3/3/2023. Το Προεδρείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είχε αποφασίσει με κατεπείγουσα γραπτή διαδικασία στις 3/3/2023 να μην αναβληθεί η αποστολή της Επιτροπής στην Αθήνα. Σε ό,τι αφορά τη διαθεσιμότητα των δημοσίων στελεχών, σημειώνεται ότι κατά τις ημερομηνίες και γύρω στις ημερομηνίες της επίσκεψης της αντιπροσωπείας, δεν είχαν αναστείλει άλλες δραστηριότητες όπως συνάντηση του Πρωθυπουργού Μητσοτάκη με αντιπροσωπεία Γερμανών βουλευτών της ΝΔ., κατάθεση από την Κυβέρνηση σχεδίου νόμου για «κατάργηση του δημοσίου μονοπωλίου νερού και παραχώρηση διαχείρισης απορριμμάτων σε ιδιωτικούς φορείς» στις 6.3.2023, του Υπουργού Μετανάστευσης κ. Μηταράκη στο 5ο συνέδριο MED5 που πραγματοποιήθηκε στη Μάλτα και παραχώρησε συνέντευξη στο BBC στις 6.3.2023″.
Λίστα Πέτσα, pushbacks και αστυνομική βία
Η έκθεση αναφέρεται και στη χρηματοδότηση των κομμάτων, σημειώνοντας πως “εκφράστηκαν ανησυχίες για τις πρόσφατες τροπολογίες στη νομοθεσία ως προς τη δημοσιοποίηση περιουσιακών στοιχείων και τη μείωση της περιόδου δημοσίευσης των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης από 7 έτη στα 3 έτη, το γεγονός ότι δεν παρέχει κανένα περισσότερα για την υποχρεωτική δήλωση μετρητών άνω των 30.000 ευρώ και τιμαλφών άνω των 40.000 ευρώ και δεν προβλέπει υποχρέωση άρσης του τραπεζικού απορρήτου για την ολοκλήρωση των ελέγχων· η εντύπωση ότι οι σχετικές συστάσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου δεν έχουν μέχρι στιγμής εφαρμοστεί σωστά”.
Όσο για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, τονίζει ότι “η ανεπαρκής αναφορά σε ορισμένα θέματα, όπως αποδείχτηκε από κοινή δήλωση διάφορων δημοσιογραφικών ενώσεων μετά το ατύχημα του τρένου, το γεγονός ότι δεν υπάρχει πρόοδος στην έρευνα από την τραγική δολοφονία του δημοσιογράφου Καραϊβάζ, το σκάνδαλο Predator και οι περιπτώσεις παρακολούθησης δημοσιογράφων, οι διώξεις κατά δημοσιογράφων· τη χρηματοδότηση μέσω ενημέρωσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid, όπου αργότερα βρέθηκαν πολυάριθμοι δικαιούχοι να είναι ανύπαρκτοι ή να λειτουργούν ψεύτικες ιστοσελίδες και μέσα που φέρονται να συνδέονται με την αντιπολίτευση έλαβαν μόλις περίπου το 1% των χρημάτων που μοιράστηκαν, όπως φαίνεται από τη λεγόμενη «Λίστα Πέτσα»”.
Εν συνεχεία, κάνει ειδική αναφορά στην “αυθαίρετη και δυσανάλογη χρήση βίας από τις δυνάμεις ασφαλείας, ιδίως τις αστυνομικές δυνάμεις”, αλλά και στην “ένταξη των ευάλωτων ομάδων και τα επαναλαμβανόμενα προβλήματα που συνδέονται με τη συνθήκη της Ρώμης για τις διακρίσεις. Αναφέρθηκαν επίσης οι περιπτώσεις χαρακτηρισμού αρκετών Ρομά. Σε γενικά πλαίσια η απουσία κουλτούρας ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν έχει εφαρμόσει ακόμη τη Νομοθεσία της ΕΕ για τη ρητορική μίσους και τη νομολογία του ΣτΕ για την προστασία των μειονοτήτων. Συγκεκριμένες ενώσεις εθνικών μειονοτήτων απαγορεύονται”.
Αναφορικά με τις συζητήσεις που έγιναν με διάφορες ΜΚΟ για το μεταναστευτικό, σημειώνεται: “Η κατάσταση των μεταναστών, οι υποτιθέμενες απωθήσεις και ο μη σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών· οι αναφερόμενες ανησυχητικές πρακτικές όσον αφορά τις συστηματικές κακομεταχειρίσεις και κακοποιήσεις στα νησιά και στην ηπειρωτική χώρα, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής και σεξουαλικής βίας και την παράνομη κατάσχεση των υπηκόων τρίτων χωρών· η ποινικοποίηση των ΜΚΟ που παρέχουν υποστήριξη και συγκεκριμένα παραδείγματα που αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες· ελλείψεις στην αποτελεσματικότητα των ερευνών και στο δικαστικό σύστημα όπως η διάρκεια των διαδικασιών (συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής δικαιοσύνης), η έλλειψη ερμηνείας ή ο τρόπος που συλλέγονται αποδεικτικά στοιχεία. Μια διακεκριμένη διεθνής ΜΚΟ έχει υποβάλει 200 καταγγελίες στο NTA σχετικά με τις απωθήσεις, αλλά ούτε η ΜΚΟ ούτε τα θύματα έχουν προσκληθεί να καταθέσουν. Ένα θετικό βήμα ήταν ο διορισμός ενός Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στο Υπουργείο Μετανάστευσης, ωστόσο η εντολή δεν καλύπτει τις απωθήσεις.
Σε άλλο σημείο της έκθεσης, που αφορά σε συμπεράσματα έπειτα από συνάντηση με δημοσιογράφους, αναφέρεται: «Η ομάδα δημοσιογράφων που συναντήθηκε με την αντιπροσωπεία τόνισε τη συνολική ατμόσφαιρα στην οποία βρίσκονται και εργάζονται με συνεχείς επιθέσεις και πιέσεις, τα θέματα που αφορούν τον πλουραλισμό των ΜΜΕ και το γεγονός ότι ως επακόλουθο οι άνθρωποι δεν ενημερώνονται σωστά από τα λεγόμενα «παραδοσιακά μέσα» για θέματα σημαντικά για τη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος πλαισίου του σιδηροδρομικού ατυχήματος, όπως αναγνωρίζεται σε κοινή δήλωση αρκετών δημοσιογραφικών ενώσεων μετά τη σύγκρουση και παραδέχθηκαν ότι υπήρξε σοβαρή υποαναφορά γνωστών ανησυχιών σχετικά με την ασφάλεια του συστήματος. Υπογράμμισαν ότι η αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης μπορεί πλέον να αξιολογηθεί και με τον τρόπο που αυτό το πρόσφατο τραγικό γεγονός και θέματα λογοδοσίας παρουσιάζονται στον Τύπο.
Οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν απειλές και προσωπικές επιθέσεις, μεταξύ άλλων από υψηλόβαθμους πολιτικούς και μέλη της κυβέρνησης, κατηγορούμενοι ότι εκθέτουν τη χώρα και κάνουν προπαγάνδα ενάντια στους δικούς τους, η ψηφιακή και φυσική επιτήρηση, που χαρακτηρίζεται ως είδος “εκφοβισμού”, η ερευνητική δημοσιογραφία δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου στη χώρα εκτός από λίγες εξαιρέσεις. Σημαντικό μέρος των μέσων ενημέρωσης βρίσκεται στα χέρια ολιγαρχών, με κίνδυνο παρέμβασης στη δραστηριότητά τους και ότι γενικά υπάρχουν ζητήματα σχετικά με τη διαφάνεια της ιδιοκτησίας και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης· αναφέρθηκε η χρηματοδότηση, χωρίς διαφάνεια, των ΜΜΕ, εκστρατείες στο πλαίσιο της πανδημίας ορισμένων φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ και η δημιουργία νέων δομών μέσων ενημέρωσης που συνδέονται με ορισμένους Υπουργούς ή/και μέλη των οικογενειών τους· σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρθηκε ότι ένας τηλεοπτικός σταθμός λειτουργεί χωρίς την απαραίτητη άδεια; επίσης υποστηρίχθηκε ότι υπάρχει πολιτική εμπλοκή στη διαδικασία διορισμών, δίνοντας ως παράδειγμα την ηγεσία του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, όπου ο διορισμός έγινε λαμβάνοντας υπόψη πόσο ευνοϊκή θα ήταν για την κυβέρνηση η νέα ηγεσία. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη κάποια αισιοδοξία για τα μέσα ενημέρωσης, ιδίως για μικρά μέσα, με σταθερό βαθμό ανεξαρτησίας”.