Μήνες πριν ξεκινήσει η συγκομιδή τον Νοέμβριο, ο αγρότης Μιχάλης Αντωνόπουλος που ασχολείται με την παραγωγή λαδιού ήξερε ότι η φετινή χρονιά δε θα είναι καλή, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Reuters.
Οι εκτιμήσεις αυτές του προέκυψαν αρχικά καθώς τα ελαιόδεντρά του δεν άνθισαν πλήρως επειδή ο περασμένος χειμώνας δεν ήταν αρκετά κρύος και υγρός. Την άνοιξη, οι θερμοκρασίες ανέβηκαν απότομα καταστρέφοντας τα λουλούδια που επρόκειτο να γίνουν ελιές.
Στη συνέχεια, το καλοκαίρι έφερε το χειρότερο κύμα καύσωνα των τελευταίων δεκαετιών, αποξηραίνοντας τις ελιές και πυροδοτώντας καταστροφικές πυρκαγιές που σάρωσαν τη χώρα.
Στεκόμενος δίπλα από το χωράφι του κοντά στην Καλαμάτα, ο κ. Αντωνόπουλος έδειξε τα αποτελέσματα της χρονιάς: μισοάδεια κλαδιά, με μικρές ζαρωμένες ελιές, ή σάπιες. «Είμαστε μάρτυρες φαινομένων και προβλημάτων που δε βλέπαμε πριν από 20 χρόνια», λέει εκτιμώντας πτώση 50% της παραγωγής για φέτος.
Η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο και η ελληνική ποικιλία είναι ιδιαίτερα περιζήτητη για την υψηλή ποιότητά της. Μπουκάλια λαδιού από την Καλαμάτα βρίσκονται σε εστιατόρια μέχρι και την Ιαπωνία, αλλά οι αγρότες ανησυχούν ότι αν συνεχίσει να πέφτει η παραγωγή τότε δε θα μπορούν πλέον να καλύψουν τη ζήτηση.
«Η φετινή χρονιά μας έδειξε ότι το δέντρο δεν μπορεί να αντεπεξέλθει κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες», σημειώνει ο κ. Αντωνόπουλος. «Αυτό είναι ένα κλασικό παράδειγμα της περιβαλλοντικής αλλαγής […] Η κλιματική κρίση καταστρέφει τα πάντα» προσθέτει.
Η Ελλάδα παρήγαγε 275.000 τόνους ελαιόλαδου τη σεζόν 2020-21 και περισσότεροι από τους μισούς πήγαν στο εξωτερικό, καθιστώντας την τον τέταρτο μεγαλύτερο εξαγωγέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εκτελεστική επιτροπή της ΕΕ προβλέπει ότι η παραγωγή θα μειωθεί στους 230.000 τόνους τη φετινή σεζόν.
Ο Σταύρος Βέμμος, ειδικός σε θέματα ελιάς και καθηγητής τόνισε ότι οι υψηλές θερμοκρασίες και η έλλειψη νερού δημιουργούν ήδη προβλήματα στους ελληνικούς ελαιώνες.
«Τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής ξεπερνούν τα όρια της ελαιοκαλλιέργειας», είπε. Μακροπρόθεσμα, ορισμένες περιοχές στη νότια Ελλάδα ενδέχεται να μην είναι πλέον σε θέση να καλλιεργήσουν την ελιά, ενώ περιοχές στα Βαλκάνια ή στη Βόρεια Ευρώπη θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις θερμότερες καιρικές συνθήκες, εκτίμησε ο ειδικός.