Μια συγκινητική και βαθιά ανθρώπινη ανάρτηση έκανε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Μιχάλης Στρατάκης, αφιερωμένη στον Αλί Χαγκ Μοχάμεντ – τον γιατρό από το Σουδάν που επί δεκαετίες υπηρέτησε με ήθος και αυταπάρνηση το νοσοκομείο Ρεθύμνου και την τοπική κοινωνία. Μια ανάρτηση που αποτελεί όχι μόνο προσωπικό φόρο τιμής, αλλά και μια σπάνια δημόσια υπεράσπιση της έννοιας του “ξένου” ως ανθρώπου και όχι ως απειλής – μια φωνή απέναντι στις μέρες όπου ο ρατσισμός επανεμφανίζεται στα κεντρικά κοινωνικά αφηγήματα.
Ο Στρατάκης δεν γνώρισε ποτέ προσωπικά τον Αλί, όμως με λόγο λυρικό και ταυτόχρονα οργισμένο απέναντι στη μισαλλοδοξία, περιγράφει τη φυσιογνωμία του με τρόπο σχεδόν ποιητικό, μεταφέροντας τη φωνή δεκάδων Ρεθυμνιωτών που μίλησαν γι’ αυτόν με σεβασμό και αγάπη. Δεν στέκεται στα επαγγελματικά του επιτεύγματα – αν και υπήρξε διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Ρεθύμνου επί τρεις δεκαετίες – αλλά στην ουσία της παρουσίας του:
στην ανθρωπιά, τη σεμνότητα και τη γενναιοδωρία που τον χαρακτήρισαν.
Διαβάστε την ανάρτηση:
Ελάτε δα, κοντοσιμώσετε μου, οι εδικοί μου, οι φίλοι μου, οι γνωστοί και άγνωστοι μου, μα κυρίως όλοι όσοι σαν προφέρουνε τη λέξη “ξένος” από τα χείλια τους στάζει φαρμάκι.
Κοντοσιμώσετε μου, για να σας μιλήσω για τον Αλί Χαγκ Μοχάμεντ, απού δεν τον εγνώρισα, μα θαρρώ πως τον κατέχω, σαν πως κατέχω τον απατό μου.
Γιατρός είναι, μα αυτό δεν έχει και τόση σημασία.
Πανάξιος καρδιολόγος είναι, μα κι αυτό δεν έχει και τόση σημασία.
Για πάνω από 30 χρόνια ήτανε διευθυντής στην καρδιολογική κλινική του νοσοκομείου του Ρεθύμνου, μα ούτε κι αυτό έχει τόση σημασία.
Μαύρος είναι, μα δεν έχει καμιά σημασία.
Στο μακρυνό και πολυπαθισμένο Σουδάν εγεννήθηκε, μα δεν έχει σημασία.
Από φυλακή σε φυλακή στην πατρίδα του σερνότανε για κάμποσα χρόνια, για τις ιδέες και τα ιδανικά του, μα σημασία δεν έχει.
ΑΘΡΩΠΟΣ είναι, με κεφαλαία όλα τα γράμματα της λέξης, κι αυτό έχει σημασία.
Δεν τον εγνώρισα τον Αλί, απλά γιατί δεν έτυχε να σμίξομε.
Όμως τ’ όνομα του το τιμημένο, το γροίκουνα κάθε λίγο και λιγάκι από όλους τους φίλους και συγγενείς μου, που είχανε την τύχη να τον γνωρίσουνε.
Όλοι τους, με πρώτο και θερμότερο τον σταυραδερφό μου τον Μανόλη Κουράτορα, μου μιλούσανε για τον Αλί, τον γιατρό μα και τον Άθρωπο.
Και έσταζε μέλι το στόμα τους όσο μου μιλούσανε, γιαυτόν τον ξένο, απού δεν ήτανε ξένος, μα ήτανε, και συνεχίζει να ‘ναι πλιά εδικός από τσ’ εδικούς μας.
Πλιά Έλληνας, από πολλούς Έλληνες.
Πλιά Ρεθεμιώτης, από πολλούς Ρεθεμιώτες.
Πλιά Άθρωπος, από μιλιούνια αθρώπους.
Δεν υπάρχει μήτε ένας Ρεθεμιώτης, και όχι μόνο, που να βρέθηκε στην ανάγκη και να μην έχει γιατροπορευτεί από τον Αλί.
Και απ’ όλους αυτούς, ποτέ και μήτε ένας δεν εβρέθηκε, όχι να πει κακό λόγο για τον Γιατρό, μα που να μην αγκαλιάσει και να μη στολίσει τ’ όνομα του με ψυχοπαινέματα και καρδιοδωσίματα.
Σ’ όποιο χωριό του Ρεθύμνου κι αν μ’ έβγανε η στράτα μου, εκάτεχα πως θ’ άκουγα τ’ όνομα του μαύρου γιατρού από το Σουδάν.
Σήμερα έμαθα πως εβγήκε στη σύνταξη, ύστερα από ένα παιχνίδι που του ‘παιξε η μοίρα.
Αρρώστησε και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο, για το οποίο είχε δώσει τη ζωή του.
Το ζούσε το νοσοκομείο ως γιατρός, το ‘ζησε και ως ασθενής.
Κι έτσι, εμπόρεσε να μάθει απόλυτα τα χτυποκάρδια, τις αγωνίες και τους αγώνες τόσο των γιατρών, όσο και των αρρώστων.
Τώρα είναι καλά.
Το ‘μαθα από τσ’ αναστεναγμούς βαθειάς ανακούφισης και ξελευτερώματος που άκουσα στον Μυλοπόταμο.
Και πολύ εχάρηκα κι εγώ.
Για τον Σαλί, τον άγνωστο φίλο μου, που δεν έχουν και τόση σημασία μήτε το χρώμα του, μήτε η καταγωγή του, μήτε η επιστήμη του, μήτε η βασανισμένη ζωή του, μήτε…μήτε…
Εχάρηκα για τον ΑΝΘΡΩΠΟ, τον ξένο, απού δεν είναι ξένος, μα είναι πλιά εδικός από τσ’ εδικούς μας.
Κάτι τέθιοι αθρώποι, με κάνουνε να νοιώθω πως ψηλότερος γίνομαι, μόνο και μόνο επειδή δεν με θεωρούνε ξένο, μα έναν σαν κι αυτούς, το ίδιο μ’ αυτούς.
Σ’ ευχαριστώ, Γιατρέ, που μπορεί να μη σε γνωρίζω, μα κατέχω σε!



