Σε έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, εκφράζονται φόβοι για 8.500 νέα λουκέτα στο επόμενο εξάμηνο, που θα φέρουν απώλεια 20.000 θέσεων εργασίας
Με τη ρευστότητα να εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα το 20% εκτιμά ότι δεν θα ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2015, με το 38,1% να έχει ήδη χρέη προς το ΟΑΕΕ και το 31,9% προς την Εφορία. Ενδεικτικό ότι το 62,4% των επιχειρήσεων δήλωσε επιδείνωση στο δείκτη ρευστότητας.
Ενδιαφέρουσες είναι οι εκτιμήσεις και για την απόδοση των νέων ρυθμίσεων για ληξιπρόθεσμες οφειλές σε Εφορία και Ταμεία. Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι η νέα ρύθμιση των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές που ψηφίστηκε πρόσφατα θα διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις. Δεν έχει όμως την ίδια άποψη για τη ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών, στην οποία – όπως λέει- το πλαίσιο παραμένει ασφυκτικό.
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση οι προσδοκίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραμένουν συγκρατημένες. Με βάση τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, οι καθαρές ροές απασχόλησης δεν αναμένεται να μεταβληθούν σημαντικά στο επόμενο εξάμηνο, επισημαίνεται στην έρευνα, γεγονός, που -όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ- σηματοδοτεί την ανάγκη λήψης μέτρων για την αύξηση της απασχόλησης.
Ενδεικτικό ότι το 44,4% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καταβολή των μισθών. Ιδιαιτέρως ανησυχητικό εύρημα είναι και ότι οι τάσεις επιλογής των ευέλικτων μορφών απασχόλησης παγιώνονται σε ποσοστά άνω του 40%.
Πάντως αν και τα συμπεράσματα παραμένουν ανησυχητικά η έρευνα διαπιστώνει μικρή βελτίωση των προσδοκιών των επιχειρήσεων για το επόμενο εξάμηνο, όπου σε όλους τους δείκτες παρατηρείται σημαντική βελτίωση του ισοζυγίου θετικών – αρνητικών προσδοκιών. Συγκεκριμένα μόλις 3 στις 10 επιχειρήσεις (31,4% από 56,1% στην έρευνα Ιουλίου 2014) προβάλλουν αρνητικές προσδοκίες για το επόμενο εξάμηνο, ενώ για 1 στις 4 οι προοπτικές εμφανίζονται να είναι βελτιούμενες.
Η βελτίωση αυτή της ψυχολογίας συνδέεται σημαντικά με την αλλαγή της κυβέρνησης, με το 44,1% να δηλώσουν περισσότερο αισιόδοξοι για την πορεία της επιχείρησής τους λόγω της νέας κυβέρνησης, από την οποία περιμένουν παρεμβάσεις που θα οδηγήσουν σε αναπτυξιακή τροχιά. Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τους εταίρους πιστωτές το 57,3% ζητά από την κυβέρνηση «έντιμο συμβιβασμό».
Για «εύθραυστη αισιοδοξία», που είναι στο χέρι της κυβέρνησης να την ενδυναμώσει, μιλά η ΓΣΕΒΕΕ.
Όπως σημειώνε «η εύθραυστη αισιοδοξία των μικρών επιχειρήσεων για ένα καλύτερο μέλλον (προϊόν του εκλογικού αποτελέσματος) συναντά την αγωνία για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας και την ανάγκη επίσπευσης εφαρμογής πολιτικών και ρυθμίσεων που θα βγάλουν τις επιχειρήσεις από το επενδυτικό τέλμα και το φαύλο κύκλο υπερχρέωσης. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ για το β’ εξάμηνο του 2014 και προσδοκιών για το α’ εξάμηνο του 2015.»
» Όμως, ενώ εμφανίζεται να αποκλιμακώνεται η αρνητική δυναμική προσδοκιών που είχε αναπτυχθεί τα προηγούμενα χρόνια, το πόσο θα διαρκέσει αυτή κατάσταση συναρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση και τη δυνατότητα της νέας κυβέρνησης να εφαρμόσει πολιτικές και να εισάγει μέτρα που θα δώσουν ώθηση στην πραγματική οικονομία, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, τη ρευστότητα, την απασχόληση.»
» Είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις παραμένουν ιδιαίτερα επιφυλακτικές ως προς τις οικονομικές προοπτικές τους, με δεδομένο ότι 2 κυριότερα ζητήματα που τους απασχολούν, η ρευστότητα και το επενδυτικό περιβάλλον όχι μόνο δεν έχουν αντιμετωπιστεί μέχρι σήμερα, αλλά ούτε και υπάρχει στον ορίζοντα κάποια συγκεκριμένη προοπτική σε επίπεδο οικονομικής συγκυρίας και οικονομικής πολιτικής. Αυτή η ανασφάλεια τροφοδοτεί σε μεγάλο βαθμό τις χαμηλές επιδόσεις στους δείκτες απασχόλησης».
«Η κυβέρνηση καλείται μέσα σε ένα ενθαρρυντικό αλλά ρευστό περιβάλλον να σχεδιάσει και να εφαρμόσει ταχύτατα ρεαλιστικές λύσεις που απαντούν στις σημερινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μικρές επιχειρήσεις» τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1009 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 17 έως 26 Φεβρουαρίου 2015 έχουν ως εξής:
A. ΓΕΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
1) Τα μετρήσιμα οικονομικά μεγέθη των επιχειρήσεων (τζίρος, ζήτηση, παραγγελίες, ρευστότητα) εμφανίζονται να διατηρούν μια «απόσταση» από την αισιόδοξη οπτική των γενικών προσδοκιών και της ψυχολογίας που καταγράφεται στην παρούσα συγκυρία.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις καταγράφουν αρνητικές επιδόσεις σε όλους τους δείκτες. Μόλις 1 στις 4 επιχειρήσεις παρουσίασε κέρδη τη χρήση που μας πέρασε, ενώ το 37,3% κατέγραψε ζημίες. Οι επιχειρήσεις με υψηλό κύκλο εργασιών και περισσότερο προσωπικό (>5 ατόμων) σημειώνουν καλύτερες επιδόσεις σε όλα τα μεγέθη.
2) Στα υπόλοιπα μεγέθη, πάνω από τις μισές επιχειρήσεις διαπιστώνουν και σε αυτό το εξάμηνο μείωση του τζίρου (53,2%), της ζήτησης (55,2%), των παραγγελιών (58,9%).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ εκτιμάται ότι η συνολική πτώση στο τζίρο την τελευταία χρονιά άγγιξε το 13% (Φεβρουάριος 2014- Φεβρουάριος 2015). Η συνολική πτώση του τζίρου από την έναρξη της κρίσης αγγίζει το 77%. Ο κλάδος του εμπορίου εμφανίζει τις περισσότερες απώλειες.
3) Περισσότερο ανησυχητικά είναι τα ευρήματα σχετικά με τους δείκτες ρευστότητας και επένδυσης, αφού το 62,4% των επιχειρήσεων δήλωσε επιδείνωση στο δείκτη ρευστότητας, ενώ μόλις το 12,1% προχώρησε σε επενδύσεις.
Σε αυτές τις κατηγορίες το συγκριτικό πλεονέκτημα φαίνεται να το διατηρούν οι επιχειρήσεις μικρής ηλικίας (έως 5 ετών), με υψηλό τζίρο και με προσωπικό >5 ατόμων.
4) Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία τείνει οριακά σε ένα θετικότερο μονοπάτι οικονομικής πολιτικής και μακροοικονομικών επιδόσεων, αποτυπώνεται στις τάσεις του οικονομικού κλίματος. H διαφορά αρνητικών-θετικών αποτιμήσεων μειώνεται στο -50,2 (από -54,0 στην προηγούμενη έρευνα και -85,5 τον Ιούλιο του 2012), ενώ ενδείξεις σταθεροποίησης δείχνουν 1 στις 3 επιχειρήσεις.
5) Περισσότερο ενθαρρυντική (τουλάχιστο την περίοδο που διεξήχθη η έρευνα, Φεβρουάριος 2015) είναι η εικόνα που αποτυπώνεται στις προσδοκίες των επιχειρήσεων για το επόμενο εξάμηνο, όπου σε όλους τους δείκτες παρατηρείται σημαντική βελτίωση του ισοζυγίου θετικών–αρνητικών προσδοκιών.
Συγκεκριμένα μόλις 3 στις 10 επιχειρήσεις (31,4% από 56,1% στην έρευνα Ιουλίου 2014) προβάλλουν αρνητικές προσδοκίες για το επόμενο εξάμηνο, ενώ για 1 στις 4 οι προοπτικές εμφανίζονται να είναι βελτιούμενες.
Για τους δείκτες κύκλου εργασιών και ζήτησης ο λόγος αρνητικών-θετικών προσδοκιών είναι 3:2, ενώ για τους δείκτες ρευστότητας, παραγγελιών και επένδυσης ο λόγος προσεγγίζει το 2:1.
Β. ΛΟΥΚΕΤΑ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
1) Σε σύγκριση με το Ιούλιο του 2014, οι αρνητικές προβλέψεις εξαμήνου των επιχειρήσεων υποχωρούν σημαντικά. Ωστόσο, 1 στις 3 επιχειρήσεις δηλώνει ότι διατρέχει σημαντικό κίνδυνο κλεισίματος. Μάλιστα, το 3% του συνόλου των επιχειρήσεων τοποθετούν το ενδεχόμενο διακοπής λειτουργίας μέσα στο επόμενο τρίμηνο. Αυτό σημαίνει ότι τα λουκέτα για το επόμενο εξάμηνο θα προσεγγίσουν τις 8,500.
2) Ο κίνδυνος λουκέτου είναι σημαντικά αυξημένος (>50%) για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις (έως 1 άτομο προσωπικό και με τζίρο έως 50χιλ) και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο λεκανοπέδιο.
Γ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ- ΟΦΕΙΛΕΣ
1) Αναμφίβολα, το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις μέσα στο 2014 είναι η παγιωμένη αδυναμία τους να ξεφύγουν από την παγίδα των πολύ υψηλών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Συγκεκριμένα, το 38,1% των επιχειρήσεων έχει καθυστερημένες οφειλές προς τον ΟΑΕΕ (το κύριο ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών), και το 31,9% προς την εφορία (σταθερά αυξημένο). Είναι χαρακτηριστικό ότι πάνω από το 20% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι δεν θα ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του 2015.
2) Στις άλλες κατηγορίες οφειλών προς το δημόσιο, ¼ επιχειρήσεις έχουν καθυστερημένες οφειλές προς τις ΔΕΚΟ, ενώ περιορίστηκαν σημαντικά οι καθυστερημένες πληρωμές προς το ΙΚΑ (13%).
3) Στις κατηγορίες οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα, παρατηρείται ύφεση του φαινομένου υπερχρέωσης. Εντούτοις, συνεχίζουν να διατηρούν ληξιπρόθεσμες οφειλές: το 23,8% των επιχειρήσεων σε προμηθευτές, το 17,9% σε ενοίκια, το 15,7% σε δόσεις δανείων.
4) Σχετικά περιορισμένη είναι η χρήση της προηγούμενης ρύθμισης των 72-100 δόσεων για οφειλές στην εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς μόλις 1 στους 3 επιτηδευματίες που έχει καθυστερημένες πληρωμές έχει κάνει αίτηση υπαγωγής, ενώ 1 στους 3 σκέφτονται να κάνουν.
Είναι προφανές ότι η νέα ρύθμιση των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές που ψηφίστηκε πρόσφατα θα διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο για τη ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών όπου το πλαίσιο παραμένει ασφυκτικό και δεν θα επιτρέψει την ταυτόχρονη εξυπηρέτηση τρεχουσών εισφορών και παλαιότερων χρεών.
Δ. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
1) Τα ευρήματα σχετικά με τις τάσεις απασχόλησης ακολουθούν τη συντηρητική συμπεριφορά και τις επιφυλάξεις που έχουν οι επιχειρήσεις για τις μελλοντικές επενδυτικές τους προοπτικές.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, εκτιμάται ότι στο προηγούμενο εξάμηνο (β’ εξάμηνο 2014) οι απώλειες θέσεων απασχόλησης στις ΜμΕ ανήλθαν στις 40.000.
2) Στο επόμενο εξάμηνο, αναμένεται ο λόγος απολύσεων-προσλήψεων να είναι 1:1,1 (ενώ το Φεβρουάριο του 2014 αυτός ο λόγος ήταν 1:1,6), γεγονός που δεν προοιωνίζεται την άμεση αποκλιμάκωση της ανεργίας και σηματοδοτεί την ανάγκη λήψης δράσεων για την αύξηση της απασχόλησης.
3) Δεδομένου μάλιστα ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, 8.500 επιχειρήσεις θα κλείσουν το επόμενο εξάμηνο, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος απώλειας 20,000 θέσεων συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί).
Με βάση τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, οι καθαρές ροές απασχόλησης δεν αναμένεται να μεταβληθούν σημαντικά στο επόμενο εξάμηνο.
4) Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις σχετικά με την καταβολή των μισθών, το ωράριο και τη μορφή απασχόλησης συνεχίζονται χωρίς να παρέχονται εξωγενείς λύσεις. Το 44,4% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην καταβολή των μισθών. Το γεγονός μάλιστα ότι οι τάσεις επιλογής των ευέλικτων μορφών απασχόλησης παγιώνονται σε ποσοστά άνω του 40% (διευρύνθηκε οριακά στο 43%) αναδεικνύουν ότι προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης πρέπει να είναι η παρέμβαση στο πεδίο της πραγματικής οικονομίας (επενδύσεις, σταθερό φορολογικό σύστημα), και όχι επί των ονομαστικών μεγεθών.
Ε. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
1) Αντίθετες στη κυριακάτικη λειτουργία
Για ακόμη μια χρονιά, τα αποτελέσματα από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, ήταν πενιχρά και απογοητευτικά, παρά τη σχετική σταθεροποίηση της αγοράς.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, μόλις το 4% των επιχειρήσεων σημείωσε αύξηση του κύκλου εργασιών συνεπεία της κυριακάτικης λειτουργίας. 7 στις 10 επιχειρήσεις είναι επί της αρχής αντίθετες στο άνοιγμα των καταστημάτων την ημέρα της Κυριακής. Οι αποσπασματικές παρεμβάσεις που μεταβάλλουν απροσανατόλιστα το οικονομικό περιβάλλον δε βοηθούν την επιχειρηματική δραστηριότητα.
2) Υπέρ μιας Τράπεζα ΜμΕ Επιχειρήσεων
Σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση της μικρής επιχειρηματικότητας θεωρείται από τις ΜμΕ η δημιουργία μιας τράπεζας μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς το 73% αξιολογεί ως σημαντική την εν λόγω παρέμβαση. Το 33,1% θεωρεί ότι πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης η άμεση εφαρμογή αυτής της εξαγγελίας, ενώ το 40,3% αξιολογεί το μέτρο ως πολύ σημαντικό.
Τα σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και η ανυπαρξία εργαλείων για δράσεις μικροχρηματοδότησης στοχευμένες στις ανάγκες των ελληνικών ΜμΕ προσδιορίζουν και το σημαντικό βαθμό αποδοχής αυτού του μέτρου.
ΣΤ. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
1) Αναφορικά με την αποτύπωση του πολιτικού κλίματος, η νέα κυβέρνηση φαίνεται να χαίρει της εμπιστοσύνης των μικρών επιχειρήσεων (το 44,1% είναι περισσότερο αισιόδοξοι για την πορεία της επιχείρησης).
Το παραπάνω συναρτάται ασφαλώς με τη δυνατότητα της κυβέρνησης να κάνει παρεμβάσεις στο εσωτερικό που θα οδηγήσουν σε αναπτυξιακή τροχιά και στο διεθνές περιβάλλον να οδηγήσει τη χώρα σε ένα «έντιμο συμβιβασμό» με τους εταίρους.
Το 57,3% άλλωστε θεωρεί ότι αυτή θα πρέπει να είναι η διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης.
2) Από τα σημαντικότερα και πιο επείγοντα προβλήματα που καλείται να λύσει άμεσα η νέα κυβέρνηση είναι η μείωση της υψηλής φορολογίας, η ρύθμιση των ασφαλιστικών και φορολογικών οφειλών, καθώς και η διαχείριση της πολιτικής πιστώσεων (αναχρηματοδότηση- ρύθμιση παλαιών δανείων, πρόσβαση σε ρευστότητα).
in.gr