Όταν ο πολιτικός αντίλογος δίνει τη θέση του στο μίσος, η κοινωνία παύει να είναι ελεύθερη
Η είδηση της δολοφονίας του Charlie Kirk, μιας από τις πλέον αμφιλεγόμενες αλλά και εμβληματικές μορφές της αμερικανικής συντηρητικής Δεξιάς, δεν είναι απλώς ένα ακόμη περιστατικό πολιτικής βίας. Είναι ένα καμπανάκι. Για την κρίσιμη υποχώρηση της δημοκρατικής κουλτούρας. Για τη διολίσθηση του δημόσιου διαλόγου σε έναν βάλτο όπου η δολοφονία του αντιπάλου –κυριολεκτική ή συμβολική– υποκαθιστά την ανταλλαγή επιχειρημάτων.
Το αυτονόητο δεν είναι πια δεδομένο
Η απουσία πολιτικής βίας είναι το στοιχειώδες κατώφλι κάθε ελεύθερης κοινωνίας. Δεν είναι πολυτέλεια. Είναι η βάση. Το ότι η βία –και μάλιστα σε τόσο ακραίες μορφές– παύει να είναι αδιανόητη, είναι από μόνο του ένα βαθιά ανησυχητικό φαινόμενο. Όταν η εξόντωση του άλλου μετατρέπεται σε επιτρεπτή, έστω και περιθωριακά, απάντηση στη διαφωνία, τότε ολόκληρο το οικοδόμημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας κλονίζεται.
Ο Kirk δεν ήταν άγιος – αλλά ήταν συνομιλητής
Δεν χρειάζεται να εξιδανικεύσει κανείς τον Charlie Kirk για να αναγνωρίσει ότι υπήρξε μια μορφή που εκπροσωπούσε έναν συγκεκριμένο –και συχνά προκλητικό– λόγο με συνέπεια. Ναι, έλεγε ανακρίβειες, διαστρέβλωνε στοιχεία, δογμάτιζε. Στα ζητήματα των εμβολίων, της Ουκρανίας, της μετανάστευσης, η ρητορική του πολλές φορές άγγιζε τη μισαλλοδοξία.
Αλλά συζητούσε. Με κάθε αντίπαλο, σε κάθε πανεπιστήμιο, σε κάθε πλατφόρμα. Δεν φοβόταν να εκτεθεί, να αντιπαρατεθεί, να υπερασπιστεί τις θέσεις του με τεκμηρίωση, σαφήνεια και θάρρος. Ενέπνεε, εξόργιζε, αλλά κινούσε τον διάλογο. Και γνώριζε καλά –ίσως καλύτερα απ’ όλους– την αντίπαλη επιχειρηματολογία. Αυτό και μόνο, τον καθιστούσε αναγκαίο – όχι γιατί είχε δίκιο, αλλά γιατί η παρουσία του ενίσχυε τη διαλεκτική λειτουργία της δημοκρατίας.
Το ηθικό βάρος της απέναντι όχθης
Ο πολιτικός του αντίπαλος –η λεγόμενη «προοδευτική» ή «φιλελεύθερη» πλευρά– οφείλει να αντισταθεί στον πειρασμό του αυτοθαυμασμού. Δεν αρκεί να είναι «με το σωστό μέρος της Ιστορίας». Οφείλει να ακονίζει τα επιχειρήματά της στον δημόσιο διάλογο. Να μην παραμένει εγκλωβισμένη σε έναν αυτάρεσκο, αυτάρκη «ηθικισμό», όπου η ανωτερότητα υπονοείται αλλά σπανίως αποδεικνύεται.
Ο Kirk, με όλα του τα λάθη, προσέφερε ακριβώς αυτό: ένα αντίπαλο δέος που ανάγκαζε τη φιλελεύθερη πλευρά να γίνει πιο αυστηρή, πιο τεκμηριωμένη, πιο πειστική. Αυτό το στοιχείο λείπει όλο και περισσότερο σήμερα. Η δολοφονία του δεν αφαιρεί μόνο μια φωνή – στερεί τον δημόσιο λόγο από τη σύγκρουση ιδεών που τον κρατά ζωντανό.
Η απρόσμενη συνομιλία με τον Gavin Newsom
Ίσως το πιο συμβολικό επεισόδιο αυτής της χαμένης διαλεκτικής κουλτούρας να ήταν η συνέντευξη του Kirk με τον Gavin Newsom, Κυβερνήτη της Καλιφόρνια και εκ των πιθανότερων υποψηφίων για το χρίσμα των Δημοκρατικών. Σε μια σειρά συζητήσεων στο YouTube, ο Newsom επέλεξε να ξεκινήσει με τον Kirk. Ένα ειλικρινές άνοιγμα διαλόγου, που απέδειξε πως η διαφωνία δεν είναι εχθρότητα και πως η ακρόαση του αντιπάλου δεν είναι υποχώρηση, αλλά δύναμη.
Όσοι δεν την έχουν παρακολουθήσει, αξίζει να το κάνουν – όχι για να συμφωνήσουν με τον Kirk, αλλά για να αντιληφθούν πόσο αναντικατάστατη είναι η πολιτική συζήτηση όταν γίνεται με όρους επιχειρημάτων και όχι εξόντωσης.
Όταν ο διάλογος πεθαίνει, η Δημοκρατία ασφυκτιά



