Σε ό,τι αφορά τους κτηνοτρόφους της νησιωτικής χώρας το πρόγραμμα μεταφοράς ζωοτροφών ανέρχεται πλέον σε 3,5 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 50%, ενώ στο μεταφορικό ισοδύναμο εντάχθηκε και η Κρήτη μια παρέμβαση που κοστολογείται σε 8 εκατ. ευρώ
Με πολλές προκλήσεις βρέθηκε αντιμέτωπος το περασμένο έτος ο κτηνοτροφικός κλάδος της Ελλάδας, με τις περισσότερες από αυτές να έχουν δημιουργηθεί λόγω εξωγενών παραγόντων.
Η πανδημία που έπληξε τον πλανήτη κατά τα προηγούμενα έτη αλλά και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθεί «ντόμινο» αυξήσεων σε καύσιμα, ενέργεια και ζωοτροφές, κάνοντας δυσκολότερο τον καθημερινό «αγώνα» των κτηνοτρόφων σε όλη τη χώρα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι Έλληνες παραγωγοί έχουν δει τις τιμές που πλήρωναν για την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών για τις εκμεταλλεύσεις τους να έχουν αυξηθεί κατά 25%, σε σχέση με το 2021 και παρά τις αυξήσεις που έχουν καταγραφεί σε γάλα κά, να μην μπορούν να καλύψουν τις συνολικές αυξήσεις σε όλη την αλυσίδα παραγωγής.
Οι ενισχύσεις από το ΥΠΑΑΤ
Από την πλευρά του το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων από την πρώτη στιγμή έλαβε μια σειρά μέτρων που είχαν ως αποκλειστικό στόχο να «φρενάρει» τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους παραγωγής τον κτηνοτροφικό κλάδο.
Κλάδος που όπως είπε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργος Γεωργαντάς «αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής πρωτογενούς παραγωγής. Έχει πολλά περιθώρια ανάπτυξης και αποτελεί πολιτική επιλογή της κυβέρνησης η στήριξη των Ελλήνων κτηνοτρόφων».
Σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων για ένταξη στις ενισχύσεις των 89 εκατ. ευρώ για την αγορά ζωοτροφών, η οποία εκπνέει στις 10 Ιανουαρίου και αφορά 50.000 κτηνοτρόφους.
Μείωση της φορολογίας κατά 50% στους κτηνοτρόφους όλης της χώρας προβλέπει απόφαση που υπέγραψε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιώργος Γεωργαντάς μαζί με τον Αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Θεόδωρο Σκυλακάκη και τον υφυπουργού Οικονομικών Απόστολο Βεσυρόπουλου. Για να γίνει αυτό θα πρέπει ο παραγωγός να διαθέτει τουλάχιστον το 75% της παραγωγής του σε αγοραστές-επιχειρήσεις με τις οποίες έχουν υπογράψει συμβόλαια.
Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους το ΥΠΑΑΤ αποφάσισε τη μείωση του ΦΠΑ στις ζωοτροφές από το 13% στο 6% αλλά και η ενίσχυση των κτηνοτρόφων με επιδότηση ύψους 4% επί των φορολογητέων εκροών του 2021.
Σε ό,τι αφορά τους κτηνοτρόφους της νησιωτικής χώρας και πιο συγκεκριμένα για αυτούς των μικρών νησιών του Αιγαίου, το πρόγραμμα μεταφοράς ζωοτροφών ανέρχεται πλέον σε 3,5 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 50%, ενώ στο μεταφορικό ισοδύναμο εντάχθηκε και η Κρήτη μια παρέμβαση που κοστολογείται σε 8 εκατ. ευρώ.
Επίσης, στις αρχές Δεκεμβρίου πιστώθηκε ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο σε 12.376 δικαιούχους, συνολικού ύψους 3.744.147 ευρώ.
Τέλος, σε ό,τι αφορά το ενεργειακό πρόβλημα που έχει προκύψει εξαιτίας του πολέμου ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία, για το αγροτικό ρεύμα, αποφασίστηκε από τον περασμένο Αύγουστο έως και το Δεκέμβριο του 2021 να καλυφθεί η ρήτρα αναπροσαρμογής στα αγροτικά τιμολόγια σε ποσοστό 80%, ενώ μόλις πριν λίγες ημέρες αποφασίστηκε αναδρομική επιδότηση 85 εκατ. ευρώ σε 1.250.000 εμπορικούς καταναλωτές μεταξύ αυτών και αγροτών.
«Θα σταθούμε δίπλα σε εκείνους που αναλώνουν τη ζωή τους για να εξασφαλίσουν σε όλους μας γάλα, τυρί και κρέας. Είμαστε στο πλευρό των πραγματικών παραγωγών, γιατί πιστεύουμε στη δουλειά τους και είμαστε ευγνώμονες για την προσφορά τους στην εθνική οικονομία» δήλωσε ο κ. Γεωργαντάς.
Μείωση στην παραγωγή
Η αύξηση των τιμών στις ζωοτροφές αλλά και στο ρεύμα έχει αναγκάσει πολλούς κτηνοτρόφους είτε να εγκαταλείψουν το επάγγελμά είτε να μειώσουν το ζωικό τους κεφάλαιο που έχει ως αποτέλεσμα μικρότερη παραγωγή γάλακτος.
Όπως προκύπτουν από στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2021 παρέδιδαν αγελαδινό γάλα σε μηνιαία βάση περίπου 2.160 άτομα, την ίδια χρονική περίοδο του 2022 ο αριθμός των παραγωγών έφτανε τους 1.950.
Επίσης, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, λιγότερη κατά 14.774 τόνους είναι η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος το πρώτο εξάμηνο του 2022 σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, καθώς παραδόθηκαν περί τους 331.730 τόνοι έναντι των 346.504 τόνων του αντίστοιχου διαστήματος του 2021, καταγράφοντας μιας μείωση 4,26%.
Ίδια είναι η εικόνα και στο αιγοπρόβειο γάλα, όπου το α’ εξάμηνο του 2022 παραδόθηκαν 517.840 τόνοι πρόβειου γάλακτος έναντι 527.784 τόνων το α΄ εξάμηνο του 2021, μειωμένο κατά 1,88%. Το πρώτο εξάμηνο του 2022 παραδόθηκαν επίσης 113.606 τόνοι γίδινου γάλακτος έναντι 120.380 τόνων το πρώτο εξάμηνο του 2021 (μείωση 5,62%).