Σύμφωνα με τη μελέτη «Μεσογειακή διατροφή: Τα οφέλη, το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον» η μεσογειακή διατροφή αποτελεί ασπίδα στην αντιμετώπιση του μεταβολικού συνδρόμου δηλαδή του αθροίσματος των παραγόντων κινδύνου μεταβολικής αιτιολογίας για καρδιαγγειακές ασθένειες και διαβήτη. Βασικές ψηφίδες αυτού του παζλ είναι η κοιλιακή παχυσαρκία, η δυσλιπιδαιμία, η υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης Μία σειρά μελετών δείχνει ότι μία χαμηλού γλυκαιμικού φορτίου, τροποποιημένη, μεσογειακού τύπου διατροφή υπήρξε αποτελεσματική στη διαχείριση του μεταβολικού συνδρόμου. Η υιοθέτηση της μεσογειακής διατροφής από ενήλικες και παιδιά στις μεσογειακές χώρες έχει αναφερθεί ότι είναι χαμηλή έως μέση και επηρεάζεται από κοινωνικοοικονομικούς, γονεϊκούς παράγοντες και παράγοντες του σύγχρονου τρόπου ζωής.
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, τα συμπληρώματα διατροφής αποτελούν τροποποιημένα τρόφιμα, λειτουργικά τρόφιμα, συμπυκνωμένες πηγές θρεπτικών ή άλλων ουσιών (π.χ. ένζυμα, φυσικά έλαια) με θρεπτική ή φυσιολογική επίδραση, των οποίων ο σκοπός είναι να συμπληρώνει την κανονική διατροφή. Αποκαθιστούν τις διατροφικές ελλείψεις ή διατηρούν την επαρκή πρόσληψη κάποιων θρεπτικών συστατικών μειώνουν τον κίνδυνο παθήσεων που δεν σχετίζονται με έλλειψη θρεπτικών συστατικών [“non-deficiency”] (π.χ. καρκίνος, καρδιαγγειακή νόσος) με στόχο την προώθηση της καλής υγείας (π.χ. συμπτώματα στρες).
Όπως αναφέρει η καθηγήτρια κα Μαρία Σκουρολιάκου η οποία είχε την επιστημονική επιμέλεια της μελέτης, η μεσογειακή διατροφή βασίζεται σε τροφές φυτικής προέλευσης και κατά κύριο λόγο περιλαμβάνει: υψηλή ποσότητα και συχνότητα: λαχανικών (ως σαλάτα ή μαγειρεμένη τροφή) και φρούτων, υψηλή ποσότητα και συχνότητα: δημητριακών ολικής άλεσης, ξηρών καρπών και οσπρίων, τακτική χρήση (ως βασική πηγή λίπους) ελαιόλαδου, μέτρια κατανάλωση ψαριών και πουλερικών, χαμηλή πρόσληψη: γαλακτοκομικών, κόκκινου κρέατος, γλυκών, μέτρια κατανάλωση αλκοόλ (ιδιαίτερα κρασί) (για κοινωνικούς και θρησκευτικούς λόγους, κυρίως στη διάρκεια οικογενειακών γευμάτων).
Μια ακόμα μελέτη με την ονομασία «Μελέτη των Επτά Χωρών» την οποία παρουσίασε η Άρτεμις Σιμοπούλου M.D, Πρόεδρος του Κέντρου Γενετικής, Διατροφής και Υγείας (The Center for Genetics, Nutrition and Health) – Ουάσιγκτον, ΗΠΑ έδειξε ότι το ποσοστό θνησιμότητας από στεφανιαία νόσο στη νότια Ευρώπη ήταν 2 έως 3 φορές χαμηλότερο σε σχέση με τη βόρεια Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες
Η έρευνα επικεντρώθηκε στη διατροφή και στη πιθανή σύνδεσή της με τη στεφανιαία νόσο. Η επί 5 χρόνια μελέτη έδειξε ότι οι θάνατοι από στεφανιαία νόσο στην Ελλάδα, στην Ιαπωνία και στην Ιταλίαείναι σε χαμηλότερα επίπεδα συγκρινόμενα με άλλες χώρες. Η Μελέτη των Επτά Χωρών σχεδιάστηκε για να διερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στη διατροφή και τις καρδιαγγειακές παθήσεις αναφορικά με την ύπαρξη των λιπαρών οξέων στη διατροφή. Μετά από 5 –15 έτη παρακολούθησης, το ποσοστό θνησιμότητας από στεφανιαία νόσο στη νότια Ευρώπη ήταν 2 έως 3 φορές χαμηλότερο σε σχέση με τη βόρεια Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο, στην περιοχή της Κρήτης, ήταν πολύ χαμηλότερη συγκρινόμενη με τις άλλες εννέα περιοχές της Νότιας Ευρώπης.
Πιο αναλυτικά ΕΔΩ.