Τι προτάσεις της για το πρόγραμμα δακοκτονίας του 2022 κατέθεσε στην συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Κρήτης η παράταξη “Λαϊκή Συσπείρωση Κρήτης”. Στη σχετική ανακοίνωσή της επισημαίνει:
“Την πρόταση της Λαϊκής Συσπείρωσης για το πρόγραμμα δακοκτονίας για το 2022 και τη διαφωνία της με τους σχεδιασμούς της περιφέρειας κατέθεσαν οι σύμβουλοι της στο περιφερειακό συμβούλιο στις 20 Δεκέμβρη.
Συγκεκριμένα, ο Αλ. Μαρινάκης, περιφερειακός σύμβουλος της Λαϊκής Συσπείρωσης Κρήτης, επεσήμανε πως, με ευθύνη της κυβέρνησης και της περιφέρειας, σχεδιάζεται για άλλη μια χρονιά να εφαρμοστεί το ίδιο αποτυχημένο πρόγραμμα δακοκτονίας, με την τακτική της ανάθεσης σε εργολάβους, με κακοπληρωμένους εργαζόμενους, με κουτσουρεμένα κονδύλια, με μπαλώματα, με τις εμπλοκές στις δημοπρασίες, την ανεπαρκή χρηματοδότηση, τα προβλήματα με την έγκαιρη προμήθεια των φαρμάκων. Με άλλα λόγια, με όλες τις αρνητικές προϋποθέσεις για να μην προστατεύονται οι μικροί και μεσαίοι ελαιοπαραγωγοί.
Τόνισε ότι το 2019 οι μικροί παραγωγοί λαδιού καταστράφηκαν, χωρίς να αποζημιωθούν, ενώ για τις δίκαιες διεκδικήσεις τους αντιμετώπισαν την καταστολή της κυβέρνησης με την «άδεια» της διοίκησης της περιφέρειας και τη διαρκή κοροϊδία για την «προετοιμασία φακέλων» αποζημίωσης, που ακόμη είναι στον …δρόμο για τα ταμεία της ΕΕ, που έχουν χρήματα μόνο για «πράσινες» μπίζνες, για το κεφάλαιο. Την ίδια κοροϊδία αντιμετωπίζουν και για άλλα ζητήματα όπως φέτος με το πρόβλημα της ακαρπίας-σχινοκαρπίας στην ελιά, που αναγνωρίζεται ως «ζημιογόνο αίτιο μη καλυπτόμενο ασφαλιστικά από τον ΕΛΓΑ».
Αυτή η πολιτική διαχρονικά των κυβερνήσεων για τη δακοκτονία, που αποδέχεται και υλοποιεί η περιφέρεια μαζί με την ΚΑΠ της ΕΕ, εξωθεί τους βιοπαλαιστές αγρότες του νησιού ή να αποδεχτούν την πλήρη ιδιωτικοποίηση ή να είναι ατομική τους υπόθεση η δακοκτονία και γενικότερα η προστασία της παραγωγής τους. Το ίδιο συμβαίνει με όλα τα λαϊκά προβλήματα για τα οποία το κράτος κάνει «σημαία» την ατομική ευθύνη.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η εισφορά του 2% για τους μικρομεσαίους ελαιοπαραγωγούς αλλά :
- Η δραστική περικοπή των κονδυλίων. Από από το 2009 μέχρι και σήμερα οι εκάστοτε κυβερνήσεις κόβουν κάθε χρόνο τα κονδύλια για τη δακοκτονία την ίδια ώρα που επιδοτούν με εκ. τις μεγάλες επιχειρήσεις. Έτσι ενώ χρειάζονται τουλάχιστον 7 ψεκασμοί, η χρηματοδότηση επαρκεί μόνο για 4-4,5 ψεκασμούς.
- Η ανάθεση σε εργολάβους είτε μέσω ιδιωτών είτε μέσω δήμων, κοινωφελών επιχειρήσεων κτλ έχει τραγικές επιπτώσεις στους μικρομεσαίους παραγωγούς, αλλά και στους ίδιους τους εργαζόμενους στο πρόγραμμα, με τραγικό παράδειγμα τον χαμό του εργάτη δακοκτονίας την ώρα της δουλειάς στον Αποκόρωνα ή το ατύχημα του εργαζόμενου ψεκαστή στον Δήμο Χερσονήσου.
- Το επιστημονικό προσωπικό για τη δακοκτονία προσλαμβάνεται κάθε χρόνο με μεγάλη καθυστέρηση, στην καλύτερη περίπτωση μήνα Αύγουστο ή ακόμη και το φθινόπωρο όπως έγινε φέτος, ενώ μπαλώνονται «τρύπες» «επιστρατεύοντας» τους ελάχιστους γεωπόνους των Δήμων –πέρα και έξω από όλες τις αρμοδιότητες που έχουν– και το προσωπικό άλλων φορέων πχ ΕΑΣΗ, αντί για προσλήψεις από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ο Αλ. Μαρινάκης κάλεσε το περιφερειακό συμβούλιο να αναλάβει τις ευθύνες του για να μην καταστραφούν, για άλλη μια χρονιά, οι μικρομεσαίοι ελαιοπαραγωγοί της Κρήτης και επανάλαβε την πάγια θέση της Λαϊκής Συσπείρωσης για :
Ενιαία, πανελλαδική, ολοκληρωμένη, επιστημονικά άρτια, ασφαλή εφαρμογή του προγράμματος δακοκτονίας, με ευθύνη του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και χωρίς εργολάβους, με άμεση πρόσληψη στις αρμόδιες υπηρεσίες του απαραίτητου προσωπικού (επιστημονικού και τεχνικού) με πλήρη ασφαλιστικά/μισθολογικά δικαιώματα, εξασφάλιση μέτρων προστασίας, με εξασφάλιση των αναγκαίων κονδυλίων από τον κρατικό προϋπολογισμό και κατάργηση της εισφοράς του 2% για τους μικρομεσαίους παραγωγούς.
Να καταβληθούν στο σύνολο των παραγωγών, άμεσα και στο 100%, οι αποζημιώσεις από τον ΕΛΓΑ για την κατεστραμμένη ελαιοπαραγωγή το 2019. Υπαγωγή στον ΕΛΓΑ των καταστροφών στην καρπόδεση.
Κατώτερη εγγυημένη τιμή για το λάδι που να καλύπτει το κόστος παραγωγής και να αφήνει εισόδημα για επιβίωση και συνέχιση της παραγωγής και ταυτόχρονα φτηνό προϊόν για τις λαϊκές ανάγκες.”