Η καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ προειδοποίησε σήμερα ότι τα ισχύοντα περιοριστικά μέτρα στη Γερμανία «δεν είναι επαρκή» απέναντι στην «δραματική κατάσταση» που έχει προκαλέσει η αναζωπύρωση της επιδημίας της Covid-19, σύμφωνα με πηγές του κόμματός της.
Με την σημερινή εξέλιξη και τα καθημερινά ρεκόρ των κρουσμάτων κορονοϊού, η υγειονομική κατάσταση «θα είναι χειρότερη από ό,τι έχουμε γνωρίσει» μέχρι σήμερα, προειδοποίησε η Άνγκελα Μέρκελ απευθυνόμενη σε στελέχη της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), σύμφωνα με πηγή του κόμματος.
Οι Γερμανοί «θα είναι εμβολιασμένοι, ή θα έχουν ιαθεί ή θα είναι νεκροί» μέχρι το τέλος του χειμώνα, είχε προειδοποιήσει προηγουμένως ο υπουργός Υγείας της Γερμανίας Γενς Σπαν.
«Είναι προφανές ότι μέχρι το τέλος του χειμώνα θα είναι εμβολιασμένοι, ιαθέντες ή νεκροί» εξαιτίας της διάδοσης της παραλλαγής Δέλτα που είναι «πολύ, πολύ μολυσματική», είπε ο Γερμανός υπουργός Υγείας , καλώντας και πάλι τους Γερμανούς να εμβολιασθούν «επειγόντως» απέναντι στην έκρηξη των κρουσμάτων της Covid τις τελευταίες εβδομάδες.
Κλιμακώνεται η συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά του κορονοϊού
Η νέα έξαρση της πανδημίας του κορονοϊού σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχει δημιουργήσει σύγχυση. Η Αυστρία έκανε την αρχή, επιβάλλοντας εθνικό lockdown διάρκειας δέκα ημερών, συμπεριλαμβανομένων και των εμβολιασμένων πολιτών, ενώ στη Γερμανία ξεκίνησαν τα τοπικά «λουκέτα».
Τα επόμενα βήματα που εξετάζει η γερμανική κυβέρνηση είναι ο υποχρεωτικός εμβολιασμούς για όλους, ενώ δεν αποκλείεται και η επιβολή εθνικού lockdown, με τους ειδικούς να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μεγάλη έξαρση της πανδημίας.
Ιατρικές ενώσεις, επιστημονικά ινστιτούτα και πολιτικοί, τάσσονται υπέρ ενός γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού ως μοναδική διέξοδο από την κρίση.
Η Ένωση Ιατρών Παιδιών και Εφήβων (BVKJ) ζητά σήμερα επισήμως την καθιέρωση του γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού, επισημαίνοντας ότι «είναι απαράδεκτο, λόγω ελλιπούς εμβολιασμού μιας μειοψηφίας, να περιορίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των πολιτών, αλλά ιδιαίτερα των παιδιών και των εφήβων».
Η Ένωση αναγνωρίζει ότι με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό περιορίζεται τυπικά το δικαίωμα στη σωματική ακεραιότητα, τονίζει ωστόσο ότι κάτι τέτοιο είναι αποδεκτό, διότι, διαφορετικά, θα θίγονταν ή θα περιορίζονταν τα δικαιώματα των άλλων. «Τα δικαιώματα των παιδιών δεν πρέπει να σταθμίζονται έναντι των δικαιωμάτων μιας μειοψηφίας πολιτών, αλλά να κατοχυρώνονται άνευ όρων και επιτακτικά από το κράτος.
Τα παιδιά μας άξιζαν την επιστροφή στην κανονικότητα, μετά τους τεράστιους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στην πανδημία», αναφέρεται στην ανακοίνωση της BVKJ, η οποία σημειώνει ακόμη ότι «τα βασικά δικαιώματα των παιδιών, για απεριόριστη και δωρεάν εκπαίδευση και ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, τίθενται σε κίνδυνο εάν δεν καταστεί δυνατός ο έγκαιρος εμβολιασμός όλων των ενηλίκων».
Όπως επισημαίνουν οι παιδίατροι, με 15 εκατομμύρια ανεμβολίαστους αυτή τη στιγμή, θα μπορούσαμε να έχουμε 15 εκατομμύρια νέα κρούσματα και επομένως έναν αριθμό θανάτων ο οποίος θα μπορούσε να υπερβεί τις 100.000.
«Αυτός ο αριθμός και μόνο μας υπενθυμίζει να επανεξετάσουμε εάν το κράτος πρέπει να εκθέτει τους ανθρώπους σε αυτόν τον κίνδυνο, παρά τις σχεδόν ομόφωνες περί του αντιθέτου συμβουλές της ιατρικής επιστήμης. Επιπλέον, η άρνηση του εμβολιασμού συνεπάγεται έναν επιπλέον αριθμό κρουσμάτων και μεταξύ όσων έχουν ήδη εμβολιαστεί. Τα μη εμβολιασμένα άτομα περιορίζουν λοιπόν το δικαίωμα των άλλων στη σωματική ακεραιότητα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση της BVKJ.
Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ παρέπεμψε για το ίδιο θέμα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος συνιστά, «αν έχετε δοκιμάσει όλα τα άλλα, πρέπει να σκεφτείτε και τον υποχρεωτικό εμβολιασμό».
Μιλώντας χθες, Κυριακή, το βράδυ στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, ο κ. Βίλερ τόνισε ότι «πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι και ότι όσοι έχουν ήδη εμβολιαστεί θα προσέλθουν για τον ενισχυτικό εμβολιασμό τους», αλλά, τόνισε, «ως έσχατη λύση, είμαι με τον ΠΟΥ».
Δεν υπάρχει κανείς που θα ήθελε να επιβάλει τον εμβολιασμό, συνέχισε, αλλά πλέον γνωρίζουμε καλά τι πρέπει να κάνουμε και πρέπει αυτή τη γνώση να την αξιοποιήσουμε.
«Πολλοί έχουν αντιληφθεί ότι αντιμετωπίζουμε μια ιατρικά κατεπείγουσα κατάσταση και θα έπρεπε να είχαν γίνει ήδη πολλά περισσότερα. Τώρα όμως πρέπει να βάλουμε ένα τέλος στο “laissez faire”», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βίλερ.
Στο ίδιο πνεύμα, ο εκπρόσωπος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) για θέματα Υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ τόνισε σήμερα μιλώντας στην τηλεόραση της BILD ότι «χωρίς υποχρέωση εμβολιασμού, δεν πρόκειται να αυξηθεί το ποσοστό εμβολιασμένων τόσο όσο χρειάζεται προκειμένου να θέσουμε υπό έλεγχο την πανδημία» και σημείωσε ότι ο αριθμός εκείνων που τάσσονται υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού αυξάνεται μέρα με την ημέρα. Ο ίδιος πάντως, ο οποίος είναι και καθηγητής επιδημιολογίας, εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ενισχυτική δόση εμβολίου θα προστατεύει για μεγαλύτερο διάστημα απ’ ό,τι οι δύο προηγούμενες.
Στην ίδια συζήτηση, ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Φιλελευθέρων (FDP) Μίχαελ Τόιρερ, ο οποίος θεωρείται υποψήφιος για το υπουργείο Υγείας στην επόμενη κυβέρνηση, δεν θέλησε να αποκλείσει το ενδεχόμενο υποχρεωτικού εμβολιασμού, επισήμανε ωστόσο ότι το κόμμα του θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντισυνταγματικό.